Με βασικό κινητήριο μοχλό ανάπτυξης το ηλεκτρονικό εμπόριο, η παγκόσμια αγορά ομορφιάς αναμένεται να αναπτυχθεί κατά 35% μέχρι το 2027, καθώς η περιποίηση προσώπου και σώματος συνδυάζεται με την άνοδο της αγοράς της ευεξίας, θολώνοντας εν πολλοίς τα όρια μεταξύ των δύο. Πρόσφατη έρευνα της εταιρείας McKinsey σε συνεργασία με το Business of Fashion πιστοποιεί την ανθεκτικότητα αλλά και την ελκυστικότητα των προϊόντων ομορφιάς σε καταναλωτές ανεξαρτήτως φύλου και ηλικίας.
Ειδικότερα, η αξία της διεθνούς αγοράς προϊόντων ομορφιάς και περιποίησης αποτιμάται σε 430 δισ δολάρια στο τέλος του 2022, ενώ αναμένεται να αγγίξει τα 580 δισ. δολάρια μέχρι το 2027, καταγράφοντας μέσο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης 6%, ποσοστό σημαντικά αυξημένο σε σχέση με άλλες κατηγορίες καταναλωτικών ειδών, όπως η ένδυση και η υπόδηση.
Πιο ανοδική εκτιμάται μάλιστα η εξέλιξη της αγοράς προϊόντων υψηλότερης αξίας (premium), για τα οποία οι αναλυτές της McKinsey διαβλέπουν μέσο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης 8%, στο διάστημα μεταξύ 2022 και 2027, καθώς αρώματα και είδη μακιγιάζ προσελκύουν μαζικά το ενδιαφέρον των καταναλωτών, με δεδομένο ότι πρόκειται για προϊόντα που είχαν στερηθεί την διετία των περιορισμών της πανδημίας. Η αξία της συγκεκριμένης κατηγορίας προϊόντων εκτιμάται ότι θα διπλασιαστεί μέχρι το 2027 σε 40 δισ. δολάρια, από 20 δισ. δολάρια σήμερα.
Το ηλεκτρονικό εμπόριο αναδεικνύεται σε βασική κινητήρια δύναμη για την περαιτέρω μεγέθυνση της αγοράς των καλλυντικών, δεδομένου μάλιστα ότι οι εκπρόσωποι της γενιάς Ζ -από τους πιο δραστήριους καταναλωτές στην παρούσα φάση- επιλέγουν μαζικά την πολυκαναλική προσέγγιση στις αγορές τους, έχοντας προηγουμένως κάνει ενδελεχή έρευνα για τα χαρακτηριστικά των προϊόντων που τους ενδιαφέρουν, τόσο ως προς την βιωσιμότητα όσο και την διαφορετικότητα και την συμπερίληψη.
Έτσι, το ηλεκτρονικό εμπόριο στα προϊόντα ομορφιάς σχεδόν τετραπλασίασε την συνεισφορά του στην συνολική αγορά το διάστημα μεταξύ 2015-2022, αποτελώντας σήμερα το 20% του παγκόσμιου τζίρου. Σύμφωνα με την McKinsey, οι ηλεκτρονικές πωλήσεις καλλυντικών θα ενισχυθούν με μέσο ετήσιο ετήσιο ποσοστό 12% το διάστημα μεταξύ 2022 και 2027, με τον τζίρο στα παραδοσιακά κανάλια να εκτιμάται ότι θα επιστρέψει στα επίπεδα προ πανδημίας.
Ως προς τις επιμέρους αγορές, οι ΗΠΑ αναμένεται να κυριαρχήσουν ως προς το ύψος των πωλήσεων προϊόντων περιποίησης, με τον ετήσιο τζίρο να εκτιμάται σε 114 δισ. δολάρια το 2027, κι ακολουθεί η Κίνα με πωλήσεις ύψους 96 δισ. δολαρίων. Αντίστοιχα, οι χώρες της Μέσης Ανατολής καθώς και η Ινδία εμφανίζουν τις πιο ενδιαφέρουσες προοπτικές ανάπτυξης μέχρι το τέλος της δεκαετίας.
Η ίδια έρευνα πιστοποιεί επίσης το διαρκώς αυξανόμενο ενδιαφέρον των καταναλωτών διεθνώς για προϊόντα που προάγουν την ευεξία, με τους αναλυτές να αποτιμούν την αξία των δύο αγορών σε 2 τρισ. δολάρια, καθώς ολοένα και μεγαλύτερη μερίδα των καταναλωτών δείχνει ενδιαφέρον για προϊόντα περιποίησης που ενσωματώνουν προβιοτικά και συστατικά της Αγιουβέρδα, μεταξύ άλλων, ενώ χρησιμοποιούν ολοένα και περισσότερο μάσκες LED, συμβάλλοντας σε ετήσια ανάπτυξη της τάξεως του 10% για το σύνολο της αγοράς ειδών ευεξίας.
Με δεδομένο, τέλος, ότι αρκετά μικρότερα brands αποκτούν φήμη και κερδίζουν μερίδια αγοράς ακριβώς χάρη στα καινοτόμα συστατικά και τις ρηξικέλευθες συσκευασίες, η έρευνα της McKinsey διαπιστώνει επίσης ανανεωμένο ενδιαφέρον για εξαγορές και συγχωνεύσεις στον διεθνή χώρο των καλλυντικών, με τα brands υψηλής καινοτομίας κι αποδεδειγμένης κερδοφορίας να βρίσκονται στο επίκεντρο.