Με την ελπίδα ότι θα δώσει τέλος στην ανορθόδοξη νομισματική πολιτική και θα κάνει ό,τι χρειαστεί προκειμένου να στηρίξει τη λίρα, αναλαμβάνει τα ηνία της Κεντρικής Τράπεζας της Τουρκίας για πρώτη φορά μια γυναίκα, η Χαφιζέ Γκαγιέ Ερκάν.
Πρώην κορυφαίο στέλεχος της Goldman Sachs αλλά και της First Republic Bank που πρόσφατα κατέρρευσε, είναι η πρώτη γυναίκα που αναλαμβάνει τα ηνία της τουρκικής Κεντρικής Τράπεζας, ενώ η ανακοίνωση του διορισμού της από τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, οδήγησε σε ανάκαμψη της λίρας τόσο έναντι του δολαρίου όσο και έναντι του ευρώ.
Η κ. Ερκάν εργάστηκε σχεδόν για μία 10ετία στην Goldman Sachs, ενώ γνωρίζει και από «αποτυχίες» με δεδομένη την παρουσία της για οκτώ χρόνια στη διοίκηση της First Republic. Έρχεται να προστεθεί στις επιλογές του Ερντογάν που θεωρούνται ιδιαίτερα θετικές από τις αγορές, μετά και την τοποθέτηση του Μεχμέτ Σιμσέκ, πρώην υπουργού Οικονομικών και αντιπροέδρου των κυβερνήσεων Ερντογάν, στη θέση του υπουργού Οικονομικών.
Η Ερκάν ζούσε στις ΗΠΑ για περισσότερα από 20 χρόνια και εγκατέλειψε τη First Republic σε μια αιφνιδιαστική κίνηση, περίπου 18 μήνες πριν από την κατάρρευσή της, τον Μάιο. Στη συνέχεια ανέλαβε διευθύνουσα σύμβουλος της Greystone, μιας εταιρείας επενδύσεων σε ακίνητα με έδρα τη Νέα Υόρκη, αλλά αποχώρησε μετά από λίγους μήνες.
Αντικαθιστά τον Σαχάπ Καβτσίογλου, ο οποίος υπηρέτησε για λίγο περισσότερο από δύο χρόνια και άσκησε πολιτική με βάση την παράλογη πεποίθηση του Ερντογάν ότι η μείωση των επιτοκίων ήταν ο καλύτερος τρόπος για την καταπολέμηση του πληθωρισμού. Σε ξεχωριστό προεδρικό διάταγμα που δημοσιεύθηκε την Παρασκευή, ο Καβτσίογλου ορίστηκε νέος επικεφαλής της ρυθμιστικής αρχής τραπεζών της Τουρκίας, αναλαμβάνοντας έναν θεσμό που κάποτε είχε κρίσιμο ρόλο αλλά παραγκωνίστηκε, καθώς η κεντρική τράπεζα ακολουθούσε πολιτικές που ευνοούσαν την ξέφρενη πιστωτική επέκταση με έμφαση στις ευνοούμενες από το «σύστημα Ερντογάν» επιχειρήσεις.
«Ο διορισμός της Ερκάν ελπίζουμε ότι σηματοδοτεί μια βελτίωση σε σχέση με τις πολιτικές του προκατόχου της», σημειώνει ο Ν. Σταντμίλερ, αναλυτής της Medley Global Advisors, φροντίζοντας, όμως, να προσθέσει ότι «το ερώτημα που παραμένει είναι αν ο Ερντογάν θα επιτρέψει στην κεντρική τράπεζα να αυξήσει τα επιτόκια αρκετά ώστε να μειωθεί ο πληθωρισμός».
Οι ανορθόδοξες οικονομικές πολιτικές υπό τον Ερντογάν συνέβαλαν σε μια κρίση κόστους ζωής και ώθησαν τους ξένους επενδυτές να αποσύρουν δισεκατομμύρια δολάρια από τις τουρκικές αγορές ομολόγων και μετοχών τα τελευταία χρόνια. Ο πληθωρισμός, ο οποίος κορυφώθηκε σε ποσοστό άνω του 85% πέρυσι, έχει επιβραδυνθεί αλλά παραμένει γύρω στο 40%.
Η ικανότητα της Ερκάν να επιβραδύνει την άνοδο των τιμών και να προσελκύσει εκ νέου το ενδιαφέρον των επενδυτών για τουρκικά assets θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από το πόση αυτονομία θα της δώσει ο Ερντογάν, ο οποίος έχει απολύσει προηγούμενους διοικητές για υπερβολική σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής και μόλις στις 19 Μαΐου δήλωσε ότι τα επιτόκια θα μειωθούν περαιτέρω.
Οι επενδυτές θα παρακολουθούν για μια μεγάλη αύξηση των επιτοκίων στην επόμενη συνεδρίαση της κεντρικής τράπεζας, στις 22 Ιουνίου. Η JPMorgan Chase και η Barclays προβλέπουν ότι το βασικό επιτόκιο θα αυξηθεί κατά 16,5 ποσοστιαίες μονάδες στο 25%. Η JPMorgan αναφέρει ότι η τράπεζα μπορεί να επιλέξει να κάνει την κίνηση ακόμη νωρίτερα.
Την ίδια ώρα και παρά τις κρατικές παρεμβάσεις, η λίρα έχει υποχωρήσει περισσότερο από 20% φέτος. Είναι η χειρότερη απόδοση μεταξύ των κυριότερων αναδυόμενων νομισμάτων μετά το πέσο της Αργεντινής.
Σε αντίθεση με ορισμένους από τους προκατόχους της, το υπόβαθρο της Ερκάν είναι κυρίως στα χρηματοοικονομικά και όχι στα οικονομικά. Σύμφωνα με τη σελίδα της στο LinkedIn, απέκτησε διδακτορικό δίπλωμα από το Πανεπιστήμιο Princeton στη χρηματοοικονομική μηχανική και τα εφαρμοσμένα μαθηματικά και οι ρόλοι της στην First Republic περιλάμβαναν την προεδρία και τη διεύθυνση επενδύσεων.
Μετά το σύντομο πέρασμά της από την Greystone, άρχισε να γράφει περιστασιακά για την τουρκική εφημερίδα Dunya. Αν και οι ευρύτερες απόψεις της για την πολιτική παραμένουν ελάχιστα γνωστές, οι στήλες της δίνουν μια εικόνα της άποψής της για τα τρέχοντα γεγονότα στην παγκόσμια οικονομία. Τον Μάρτιο, υποστήριξε ότι η νομισματική σύσφιξη της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ αυξάνει τον κίνδυνο ύφεσης στις ΗΠΑ μέχρι το τέλος του έτους και έθεσε ως πιο καλό παράδειγμα νομισματικής πολιτικής την εναλλακτική λύση που προσφέρει η πολιτική χαμηλών επιτοκίων της Ιαπωνίας.
Άλλωστε η τουρκική κεντρική τράπεζα βρίσκεται στο επίκεντρο της στρατηγικής "ανάπτυξη με κάθε κόστος" που ακολουθεί ο Ερντογάν από τότε που μετέτρεψε το γραφείο του στον άξονα όλης της εκτελεστικής εξουσίας το 2018. Προτού τοποθετήσει τον Καβτσίογλου ως διοικητή τον Μάρτιο του 2021, ο Ερντογάν εκδίωξε τους τρεις προκατόχους του για υπερβολική σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής. Υπό τον Καβτσίογλου, η κεντρική τράπεζα μείωσε το βασικό επιτόκιο στο 8,5% από το 19%, παρά την συνεχιζόμενη εκτίναξη του πληθωρισμού.
«Παραμένω επιφυλακτικός ότι η νομισματική και οικονομική πολιτική θα μετατοπιστεί προς μια πιο φιλική προς τους επενδυτές κατεύθυνση, καθώς ο Ερντογάν παραμένει στη θέση του οδηγού», υποστηρίζει, πάντως, ο Μ. ΜακΚέναν, στρατηγικός αναλυτής της Wells Fargo.