H ελβετική κυβέρνηση ενέκρινε σήμερα με τη σειρά της την άρση της απαγόρευσης της κάνναβης για ιατρική χρήση, διευκολύνοντας την πρόσβασή της στους ασθενείς που δεν θα χρειάζεται πλέον να ζητούν από τις αρχές ειδική άδεια για τη συνταγογράφησή της.
Κατά την εβδομαδιαία συνεδρίασή του, το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο (της κυβέρνησης) «αποφάσισε να άρει την απαγόρευση της κάνναβης για ιατρική χρήση που περιλαμβάνεται στον νόμο για τα ναρκωτικά».
«Στόχος είναι να διευκολυνθεί η πρόσβαση στην κάνναβη για τους ασθενείς», αναφέρεται σε ανακοίνωση. Το κοινοβούλιο είχε ήδη υιοθετήσει τον Μάρτιο του 2021 την τροποποίηση του νόμου, η οποία θα τεθεί σε ισχύ την 1η Αυγούστου. Η απόφαση για τη χρήση ενός φαρμάκου με βάση την κάνναβη για θεραπευτικούς σκοπούς θα ανήκει στο εξής στον γιατρό, σε συνεννόηση με τον ασθενή.
Το Ομοσπονδιακό Γραφείο Δημόσιας Υγείας (OFSP) εκτιμά ότι ο νέος κανονισμός θα ωφελήσει χιλιάδες ανθρώπους. Πρόκειται συγκεκριμένα για καρκινοπαθείς ή ανθρώπους με σκλήρυνση κατά πλάκας των οποίων οι χρόνιοι πόνοι μπορούν να ανακουφιστούν χάρη στα φάρμακα που περιέχουν κάνναβη.
Οι ασθενείς έπρεπε νωρίτερα να πάρουν ειδική άδεια από το OFSP για να λάβουν την ιατρική συνταγογράφηση --διοικητικές ενέργειες που καθυστερούν τις θεραπείες. Ωστόσο τα τελευταία χρόνια, η ζήτηση θεραπειών με βάση την κάνναβη αυξήθηκε σημαντικά. Το 2019 μόνο, εκδόθηκαν σχεδόν 3.000 ειδικές άδειες, μια κατάσταση που δεν αντανακλά πλέον τον εξαιρετικό χαρακτήρα που προβλέπεται από τον νόμο για τα ναρκωτικά.
Η κάνναβη είναι η παράνομη ουσία με τη μεγαλύτερη κατανάλωση στην Ελβετία, σύμφωνα με τις αρχές. Περισσότερο από το ένα τρίτο του πληθυσμού έχει ήδη κάνει χρήση μια φορά.
Συνεπεία της προσαρμογής του νόμου, η καλλιέργεια, η παρασκευή και η εμπορία της κάνναβης για ιατρική χρήση θα υποβληθούν στο σύστημα αδειοδότησης και ελέγχου της Αρχής αδειοδότησης και εποπτείας θεραπευτικών προϊόντων Swissmedic, όπως συμβαίνει για τα άλλα ναρκωτικά για ιατρική χρήση όπως η μεθαδόνη ή η μορφίνη. Η πώληση και η κατανάλωση κάνναβης για μη ιατρική χρήση συνεχίζουν να απαγορεύονται.