Ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία έχει θέσει νέες προκλήσεις, επιδεινώνοντας τις προοπτικές ανάπτυξης της ΕΕ, τονίζει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις εαρινές οικονομικές προβλέψεις που έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα, αναθεωρώντας προς τα κάτω τις προβλέψεις της για την ανάπτυξη στην ΕΕ και την ευρωζώνη, σε σχέση με τον περασμένο Φεβρουάριο και προς τα πάνω τις προβλέψεις της για τον πληθωρισμό.
Ο πληθωρισμός ενισχύεται από τις αρχές του 2021, τονίζει η Επιτροπή. Από 4,6% σε ετήσια βάση το τελευταίο τρίμηνο του 2021, ανέβηκε στο 6,1% το πρώτο τρίμηνο του 2022, ενώ στην ευρωζώνη εκτινάχθηκε στο 7,5% τον Απρίλιο, το υψηλότερο ποσοστό στην ιστορία της νομισματικής ένωσης. Το 2022 ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη προβλέπεται να φτάσει το 6,1%, πριν υποχωρήσει στο 2,7% το 2023. Για το 2022 συνολικά, αυτό αντιπροσωπεύει μια σημαντική αναθεώρηση προς τα πάνω σε σύγκριση με τις χειμερινές ενδιάμεσες προβλέψεις του Φεβρουαρίου 2022 (3,5%).
Ο πληθωρισμός αναμένεται να κορυφωθεί στο 6,9% το δεύτερο τρίμηνο του τρέχοντος έτους και να υποχωρήσει σταδιακά στη συνέχεια. Για την ΕΕ, ο πληθωρισμός αναμένεται να αυξηθεί από 2,9% το 2021 σε 6,8% το 2022 και να υποχωρήσει στο 3,2% το 2023. Ο μέσος δομικός πληθωρισμός προβλέπεται πάνω από 3% το 2022 και το 2023 τόσο στην ΕΕ όσο και στη ζώνη του ευρώ.
Η Επιτροπή τονίζει ότι οι κίνδυνοι για τις προβλέψεις για την οικονομική δραστηριότητα και τον πληθωρισμό εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την εξέλιξη του πολέμου και ιδιαίτερα από τον αντίκτυπό του στις αγορές ενέργειας.
Σε περίπτωση οριστικής μείωσης του εφοδιασμού φυσικού αερίου από τη Ρωσία, η Επιτροπή εκτιμά ότι οι ρυθμοί αύξησης του ΑΕΠ θα ήταν περίπου 2,5 και 1 ποσοστιαία μονάδα κάτω από την προβλεπόμενη τιμή βάσης το 2022 και το 2023, αντίστοιχα, ενώ ο πληθωρισμός θα αυξανόταν κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες το 2022 και κατά περισσότερο από 1 το 2023.
Επίσης, σε περίπτωση μεγαλύτερων προβλημάτων στις αλυσίδες εφοδιασμού και περαιτέρω αυξήσεων στις τιμές των μη ενεργειακών εμπορευμάτων, ιδίως των τροφίμων, θα οδηγούσαν σε πρόσθετες καθοδικές πιέσεις την ανάπτυξη και ανοδικές πιέσεις τις τιμές. Μεγαλύτερες από τις αναμενόμενες επιπτώσεις δεύτερου γύρου ενόψει ενός εισαγόμενου πληθωριστικού σοκ θα μπορούσαν να επιδεινώσουν τις στασιμοπληθωριστικές δυνάμεις. Οι ισχυρές πληθωριστικές πιέσεις συνοδεύονται επίσης από αυξημένους κινδύνους για τις συνθήκες χρηματοδότησης. Τέλος, ο COVID-19 παραμένει παράγοντας κινδύνου.
Πέρα από αυτούς τους άμεσους κινδύνους, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία οδηγεί σε οικονομική αποσύνδεση της ΕΕ από τη Ρωσία, με συνέπειες που είναι δύσκολο να κατανοηθούν πλήρως σε αυτό το στάδιο.
Ο Πάολο Τζεντιλόνι, Επίτροπος για την Οικονομία, δήλωσε: «Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία προκαλεί ανείπωτα δεινά και καταστροφές, αλλά επιβαρύνει επίσης την οικονομική ανάκαμψη της Ευρώπης. Ο πόλεμος οδήγησε σε άνοδο των τιμών της ενέργειας και σε περαιτέρω διατάραξη των αλυσίδων εφοδιασμού, με αποτέλεσμα ο πληθωρισμός να παραμείνει υψηλότερος για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Η ισχυρή οικονομική ανάκαμψη του περασμένου έτους θα έχει διαρκή θετική επίδραση στους ρυθμούς ανάπτυξης φέτος. Μια ισχυρή αγορά εργασίας, η επαναλειτουργία μετά την πανδημία και το Ταμείο Ανάκαμψης (NextGenerationEU) θα πρέπει να παράσχουν περαιτέρω στήριξη στις οικονομίες μας και να συμβάλουν στη μείωση του δημόσιου χρέους και των ελλειμμάτων. Ωστόσο, αυτή η πρόβλεψη υπόκειται σε υψηλή αβεβαιότητα και κινδύνους που συνδέονται στενά με την εξέλιξη του πολέμου στη Ρωσία. 'Αλλα σενάρια είναι πιθανά σύμφωνα με τα οποία η ανάπτυξη μπορεί να είναι χαμηλότερη και ο πληθωρισμός υψηλότερος από ό,τι προβλέπουμε σήμερα».
Παρά το κόστος των μέτρων για τον μετριασμό των επιπτώσεων των υψηλών τιμών της ενέργειας και για τη στήριξη των ατόμων που εγκαταλείπουν την Ουκρανία, το συνολικό δημόσιο έλλειμμα στην ΕΕ πρόκειται να μειωθεί περαιτέρω το 2022 και το 2023 καθώς τα προσωρινά μέτρα στήριξης για τον COVID-19 συνεχίζουν να αποσύρονται. Από 4,7% του ΑΕΠ το 2021, το έλλειμμα στην ΕΕ προβλέπεται να μειωθεί στο 3,6% του ΑΕΠ το 2022 και στο 2,5% το 2023 (3,7% και 2,5% στη ζώνη του ευρώ).
Μετά τη μείωση το 2021 σε περίπου 90% (97% στη ζώνη του ευρώ) από την ιστορική αιχμή του σχεδόν 92% του ΑΕΠ το 2020 (σχεδόν 100% στη ζώνη του ευρώ), ο συνολικός λόγος χρέους προς ΑΕΠ της ΕΕ είναι προβλέπεται να μειωθεί σε περίπου 87% το 2022 και 85% το 2023 (95% και 93% στη ζώνη του ευρώ, αντίστοιχα), παραμένοντας πάνω από τα προ-COVID-19 επίπεδα.
Επιβράδυνε την ευρωπαϊκή ανάπτυξη ο πόλεμος στην Ουκρανία
«Η προοπτική για την οικονομική ανάπτυξη της ΕΕ πριν από το ξέσπασμα του πολέμου ήταν ότι θα είναι παρατεταμένη και ισχυρή, αλλά η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία έχει θέσει νέες προκλήσεις, κι αυτό μόλις η ΕΕ είχε ανακάμψει από τις οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας. Ασκώντας περαιτέρω ανοδικές πιέσεις στις τιμές των εμπορευμάτων, προκαλώντας ανανεωμένες διαταραχές της προσφοράς και αυξανόμενη αβεβαιότητα, ο πόλεμος επιδεινώνει τους προϋπάρχοντες αντίθετους ανέμους προς την ανάπτυξη», τονίζει η Επιτροπή.
Η αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ τόσο στην ΕΕ όσο και στη ζώνη του ευρώ αναμένεται τώρα στο 2,7% το 2022 και 2,3% το 2023, από 4% και 2,8% (2,7% στη ζώνη του ευρώ) αντίστοιχα στις χειμερινές ενδιάμεσες προβλέψεις του Φεβρουαρίου 2022. Η αύξηση της παραγωγής εντός του έτους μειώθηκε από 2,1% σε 0,8%.
Σύμφωνα με την Επιτροπή, το κύριο πλήγμα για την παγκόσμια οικονομία και την οικονομία της ΕΕ έρχεται από τις τιμές της ενέργειας. Αν και είχαν ήδη αυξηθεί σημαντικά πριν από τον πόλεμο, από τα χαμηλά επίπεδα που καταγράφηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας, η αβεβαιότητα σχετικά με τις αλυσίδες εφοδιασμού έχει πιέσει τις τιμές προς τα πάνω, αυξάνοντας παράλληλα τη μεταβλητότητά τους. Αυτό ισχύει για τα τρόφιμα και άλλα βασικά αγαθά και υπηρεσίες, με την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών να μειώνεται.
Επιπλέον, οι διακοπές στην αλυσίδα εφοδιασμού που προκαλούνται από τον πόλεμο, καθώς και το αυξανόμενο κόστος εισροών για ένα ευρύ φάσμα πρώτων υλών, προσθέτουν στις διαταραχές στο παγκόσμιο εμπόριο που προκαλούνται από τα δραστικά μέτρα περιορισμού του COVID-19 που εξακολουθούν να εφαρμόζονται σε μέρη της Κίνας, επιβαρύνοντας την παραγωγή.
Η αγορά εργασίας εισέρχεται στη νέα κρίση πάνω σε ισχυρές βάσεις, σύμφωνα με την Επιτροπή. Το 2021 δημιουργήθηκαν περισσότερες από 5,2 εκατομμύρια θέσεις εργασίας στην οικονομία της ΕΕ, οι οποίες προσέλκυσαν σχεδόν 3,5 εκατομμύρια περισσότερους ανθρώπους στην αγορά εργασίας. Επιπλέον, ο αριθμός των ανέργων μειώθηκε κατά σχεδόν 1,8 εκατομμύριο άτομα. Τα ποσοστά ανεργίας στο τέλος του 2021 έπεσαν κάτω από τα προηγούμενα χαμηλά ρεκόρ. Οι συνθήκες της αγοράς εργασίας αναμένεται να βελτιωθούν περαιτέρω. Η απασχόληση στην ΕΕ προβλέπεται να αυξηθεί κατά 1,2% φέτος, αν και αυτός ο ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης υποκινείται από την ισχυρή δυναμική το δεύτερο εξάμηνο του περασμένου έτους. Οι άνθρωποι που διαφεύγουν από τον πόλεμο στην Ουκρανία και φθάνουν στην ΕΕ αναμένεται να εισέλθουν στις αγορές εργασίας μόνο σταδιακά, με απτές επιπτώσεις να γίνονται ορατές μόνο από το επόμενο έτος.
Το ποσοστό ανεργίας προβλέπεται να μειωθεί περαιτέρω, σε 6,7% φέτος και 6,5% το 2023 στην ΕΕ και σε 7,3% και 7,0% το 2022 και το 2023 αντίστοιχα στην ευρωζώνη.