Μπορεί να έχει ανακοινωθεί εδώ και ημέρες το προσωρινό κλείσιμο των 800 και πλέον εστιατορίων της αλυσίδας ταχυφαγίων Mc Donald's στη Ρωσία, εν μέσω μάλιστα της μαζικής φυγής των πολυεθνικών, όμως το γεγονός αυτό έχει δημιουργήσει μία μαύρη αγορά, καθώς στη ρωσική ιστοσελίδα μικρών αγγελιών Avito εμφανίστηκαν ξαφνικά πολλοί οι οποίοι πουλούν Big Macs και άλλα είδη από τον κατάλογο των McDonald’s σε τιμές πολλαπλάσιες από αυτές που θα πλήρωνε κανείς στο εστιατόριο.
Χαρακτηριστικό είναι ότι ένας πωλητής από τη Μόσχα διαφημίζει ένα Big Mac στα 30 δολάρια, την ώρα που το burger αυτό συνήθως κοστίζει 135 ρούβλια στη Ρωσία ή περίπου 1 δολάριο.
Το ποσό προκύπτει με βάση τις συναλλαγματικές ισοτιμίες. Στη Ρωσία, το μπέργκερ κοστίζει συνήθως 135 ρούβλια ή περίπου 1 δολάριο, σύμφωνα με τον δείκτη Big Mac του The Economist.
Ένας άλλος διαφήμισε ένα «Πρωινό McDonald's», που περιλαμβάνει McMuffins, τηγανίτες πατάτες και σάλτσες το οποίο πουλούσε για περίπου 18 δολάρια. Σε μια καταχώριση μεταφρασμένη στα αγγλικά, ο πωλητής είπε ότι τα προσφέρει σε «όσους θέλουν να απολαύσουν μια τελευταία γεύση περασμένης εποχής»
Ένας πωλητής διαφημίζει ένα γυάλινο ποτήρι των McDonald’s στα 74 δολάρια. Το κλείσιμο των McDonald's προκάλεσε έντονη αντίδραση των Ρώσων τις τελευταίες ημέρες, ενώ ο CEO είπε πως έιναι άγνωστο πότε θα ξανανοίξουν τα εστιατόρια της αμερικανικής αλυσίδας.
Εδώ και λίγα εικοσιτετράωρα τα προϊόντα της αμερικανικής εταιρείας πωλούνται μέσω διαδικτύου, με τις τιμές τους να έχουν εκτοξευτεί σε απίστευτα ύψη.
Η είδηση της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας τους στα καταστήματα της McDonald’s προκάλεσε μεγάλες αντιδράσεις στη Ρωσία, με ουρές να σχηματίζονται έξω από τα εστιατόρια, καθώς οι Μοσχοβίτες έτρεξαν για να πάρουν μία τελευταία γεύση του fast food πριν από το κλείσιμο.
Στα δυτικά media εμφανίστηκαν επίσης φωτογραφίες από Ρώσους που έχουν γεμίσει το ψυγείο τους με burgers από τα McDonald’s.
Ο CEO της McDonald’s, Chris Kempczinski, είπε σε ενημερωτικό του σημείωμα προς τους εργαζομένους στις 8 Μαρτίου ότι είναι αδύνατο να προβλέψει πότε θα ανοίξουν και πάλι τα καταστήματα της αλυσίδας, όμως η εταιρεία παρακολουθεί στενά την κατάσταση.