Η εκτόξευση στις τιμές εμπορευμάτων, μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η οποία ήρθε να προστεθεί στον ήδη υψηλό πληθωρισμό λόγω της πανδημίας, οδηγεί επενδυτές και οικονομολόγους στην αναζήτηση παραλληλισμών με το ενεργειακό σοκ που βίωσε η παγκόσμια οικονομία στη δεκαετία του ’70 και την ύφεση που ακολούθησε.
Πρόκειται για μία δίκαιη ανησυχία, σύμφωνα με τον Μόρις Όμπστφελντ, πρώην επικεφαλής οικονομολόγο του ΔΝΤ, ο οποίος τονίζει ότι η τρέχουσα περίοδος μοιάζει αρκετά με αυτή της δεκαετίας του ’70, που οδήγησε την παγκόσμια οικονομία σε μία περίοδο στασιμοπληθωρισμού και ύφεσης.
Πάντως οι περισσότεροι οικονομολόγοι εκτιμούν ότι αυτή η εξέλιξη μπορεί να αποφευχθεί, καθώς η παγκόσμια οικονομία είναι αρκετά διαφορετική σήμερα, ενώ σημειώνουν ότι η ασθενέστερη οικονομική ανάπτυξη και ίσως ακόμη και η ύφεση μπορεί να είναι το τίμημα που καταβάλλεται για την καταπολέμηση του πληθωρισμού, με τις αναδυόμενες οικονομίες να είναι ιδιαίτερα ευάλωτες.
Εκτίναξη τιμών για τη βενζίνη στις ΗΠΑ
«Θα έπρεπε να ανησυχούμε περισσότερο για τη σημαντική επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης» παρά για τον πληθωρισμό, δήλωσε ο Καζούο Μόμα, ο οποίος ήταν επικεφαλής της νομισματικής πολιτικής στην Τράπεζα της Ιαπωνίας. Αυτό οφείλεται εν μέρει στο ότι κεντρικές τράπεζες, όπως η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ έχουν διδαχθεί από τον παρατεταμένο πληθωρισμό της δεκαετίας του 1970 και ως εκ τούτου δεν υπάρχει ο κίνδυνος να ακολουθήσουν λανθασμένες πολιτικές, προσθέτει ο Μαρκ Ζάντι, οικονομολόγος της Moody’s Analytics. «Προτιμούν να μας ωθήσουν σε ύφεση νωρίτερα παρά να μπούμε στο σενάριο του στασιμοπληθωρισμού και σε μια πολύ χειρότερη ύφεση αργότερα», εκτιμά ο Ζάντι.
Ένας άλλος βασικός λόγος για τον οποίο οι οικονομολόγοι δεν αναμένουν μια αναζωπύρωση πληθωρισμού της δεκαετίας του 1970 είναι ότι οι εργαζόμενοι δεν θα μπορούν να διαπραγματεύονται τον μισθό τους όπως έκαναν τότε. Στις ΗΠΑ και στο Ηνωμένο Βασίλειο, τα εργατικά συνδικάτα έχουν συρρικνωθεί δραματικά. Ακόμη και στη Γερμανία, όπου διαδραματίζουν μεγαλύτερο ρόλο, υπάρχει προσοχή αυτή τη στιγμή σχετικά με την πίεση για μεγάλες αυξήσεις μισθών.
Πληθωρισμό κοντά στο 9% αναμένουν για τις ΗΠΑ οι οικονομολόγοι
Αυτό σημαίνει ότι η επανάληψη της λεγόμενης ανοδικής σπείρας μισθών-τιμών, η οποία ήταν το κλειδί για την έκρηξη πληθωρισμού της δεκαετίας του 1970, είναι λιγότερο πιθανή. Θέτει επίσης τα νοικοκυριά σε κίνδυνο μεγάλης πίεσης, καθώς τα εισοδήματα αποτυγχάνουν να συμβαδίσουν με τις υψηλότερες τιμές στα σούπερ μάρκετ ή στα βενζινάδικα. Η δεκαετία του 1970 χαρακτηρίστηκε από σειρά προβλημάτων που συνδέονται με το εμπάργκο πετρελαίου του ΟΠΕΚ το 1973 και την ιρανική επανάσταση έξι χρόνια αργότερα.
Από τότε που ο Ρώσος Πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν διέταξε την εισβολή στην Ουκρανία, το κόστος του αργού πετρελαίου ξεπέρασε τα 130 δολάρια το βαρέλι. Η Ρωσία είναι βασικός παραγωγός εμπορευμάτων από σιτάρι και λιπάσματα μέχρι νικέλιο, και οι κυρώσεις υπό τις Ηνωμένες Πολιτείες έχουν αναστατώσει αυτές τις αγορές.
Τόσο τη δεκαετία του 1970 όσο και σήμερα, οι κρίσεις έπληξαν οικονομίες που είχαν ήδη προβλήματα πληθωρισμού. Ο πληθωρισμός στις ΗΠΑ έφθασε τον Φεβρουάριο στο 7,9%, δηλαδή το υψηλότερο επίπεδο από το 1982, ενώ οι αναλυτές του Bloomberg Economics εκτιμούν ότι μπορεί να εκτοξευθεί κοντά στο 9% τον Μάρτιο ή τον Απρίλιο.
Ράλι πληθωριστικών πιέσεων και στην Ευρώπη
Στο παρελθόν υπήρχαν επίσης αρκετές πηγές που στήριζαν την άνοδο του πληθωρισμού. Στη δεκαετία του 1970 υπήρξε η απομάκρυνση από τον κανόνα του χρυσού, που οδήγησε σε υποτίμηση του δολαρίου και το hangover της τόνωσης της δεκαετίας του 1960. Το 2021 λόγω της «κληρονομιάς» της πανδημίας υπήρξε μπλοκάρισμα στις γραμμές εφοδιασμού, μεγάλες κρατικές δαπάνες και χαλαρή νομισματική πολιτική, τρεις βασικές αιτίες για την πυροδότηση των πληθωριστικών πιέσεων. Η Ευρώπη αντιμετώπιζε ήδη μια ενεργειακή κρίση ακόμη και πριν από τη ρωσική εισβολή.
Μια διαφορά είναι ότι οι ανεπτυγμένες οικονομίες είναι πολύ λιγότερο ενεργοβόρες σήμερα απ’ ότι τη δεκαετία του ’70. «Η κατανάλωση πετρελαίου ως ποσοστό του ΑΕΠ είναι πολύ χαμηλότερη και η ενεργειακή απόδοση έχει βελτιωθεί», σημειώνει ο Πολ Ντόνοβαν, επικεφαλής οικονομολόγος της UBS Wealth Management. Και δεν είναι μόνο η ενέργεια, καθώς προσθέτει ότι «μόνο το 20% της τιμής ενός καρβέλιου ψωμιού είναι το σιτάρι». Ωστόσο, ορισμένοι από αυτούς τους αριθμούς ενδέχεται να αλλάξουν στην τρέχουσα κρίση.
Στην Ευρώπη, η οποία προμηθεύεται το μεγαλύτερο μέρος του πετρελαίου και του φυσικού αερίου της από τη Ρωσία, το «ενεργειακό κόστος» στην οικονομία είναι πιθανό να είναι το υψηλότερο από τη δεκαετία του 1970, σύμφωνα με τον Άλεξ Μπράζιερ, πρώην στέλεχος της Τράπεζας της Αγγλίας και σήμερα κορυφαίου στελέχους της BlackRock.
Το τελευταίο κύμα αυξήσεων των τιμών των βασικών εμπορευμάτων σημαίνει μια ακόμη πιο σκληρή πράξη εξισορρόπησης για τους κεντρικούς τραπεζίτες, οι οποίοι πρέπει να αντιμετωπίσουν τους κινδύνους του παρατεταμένου πληθωρισμού και της επιβράδυνσης ή της αντιστροφής της ανάπτυξης.
Ισχυρή άνοδος για την τιμή της βενζίνης και στην Ευρώπη
Στις ΗΠΑ, τουλάχιστον, οι επενδυτές εξακολουθούν να αναμένουν αύξηση των επιτοκίων της Fed. Η στήριξη στη Fed για να χαλιναγωγήσει τις τιμές μπορεί να προκαλέσει περιττή οικονομική ζημιά, δήλωσε η Ιζαμπέλα Βέμπερ, οικονομολόγος στο Πανεπιστήμιο της Μασαχουσέτης Amherst. Τόνισε ότι θα πρέπει να γίνει τουλάχιστον μια σοβαρή συζήτηση για τους κυβερνητικούς ελέγχους στις τιμές των βασικών αγαθών.
Αυτή η πρόταση προκάλεσε μια ζωηρή ανταπόκριση από ορθόδοξους οικονομολόγους όταν η Βέμπερ την έκανε για πρώτη φορά τον Δεκέμβριο, εν μέρει λόγω της ανάμνησης των ελέγχων τιμών της δεκαετίας του 1970 στις ΗΠΑ, αλλά είπε ότι η υπόθεση είναι ακόμη πιο ισχυρή τώρα, καθώς οι τιμές των τροφίμων και της ενέργειας εκτινάσσονται στα ύψη.
Υπάρχουν ενδείξεις ότι οι βασικοί λήπτες αποφάσεων, στην κυβέρνηση και πέραν αυτής, είναι πρόθυμοι να μην επαναλάβουν τα λάθη της δεκαετίας του 1970 αφήνοντας τις τιμές και τους μισθούς να ανεβαίνουν. Στις ΗΠΑ, ο Πρόεδρος Τζο Μπάιντεν έχει προειδοποιήσει τις εταιρείες να μην εκμεταλλευθούν την τρέχουσα κατάσταση. Όταν ανακοίνωσε την απαγόρευση των εισαγωγών ρωσικού πετρελαίου, ο Μπάιντεν είπε ότι η κυβέρνησή του θα εξετάσει εξονυχιστικά τη βιομηχανία βενζίνης για τυχόν σημάδια «υπερβολικών αυξήσεων τιμών ή αύξησης κερδών».
Από την πλευρά των μισθών, σε ορισμένες χώρες - όπως οι ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο - η διαπραγματευτική ισχύς έχει υποχωρήσει τόσο πολύ από τη δεκαετία του 1970 που τα εργατικά συνδικάτα έχουν πολύ μειωμένη δύναμη για διαπραγμάτευση. Η Γερμανία, όπου τα συνδικάτα παραμένουν σχετικά ισχυρότερα, προσφέρει ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα ορισμένων διδαγμάτων.
Μετά το πετρελαϊκό σοκ του 1973, τα εργατικά συνδικάτα πίεσαν για διψήφιες αυξήσεις στους μισθούς, καθώς ο πληθωρισμός είχε φθάσει στο 8%. Όμως αυτό βύθισε την οικονομία στη χειρότερη ύφεση από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και ουσιαστικά τερμάτισε την πλήρη απασχόληση. Τώρα, τα συνδικάτα και οι εργοδότες στρέφονται στην κυβέρνηση για βοήθεια. Η IG Metall, το μεγαλύτερο συνδικάτο της Γερμανίας, και η εργοδοτική ένωση Gesamtmetall άσκησαν πίεση σε μια δήλωση της 4ης Μαρτίου για ένα «συνολικό πακέτο μέτρων» για την αντιστάθμιση του πληθωρισμού.
Άλλες χώρες όπως η Γαλλία και η Ισπανία χρησιμοποιούν επίσης τη δημοσιονομική πολιτική για να μετριάσουν το σοκ του πληθωρισμού, με επιδοτήσεις για να βοηθήσουν τα νοικοκυριά να ανταπεξέλθουν στην αύξηση, κατά κύριο λόγο, των λογαριασμών ρεύματος. Ορισμένοι οικονομολόγοι υποστηρίζουν μια παρόμοια προσέγγιση και στις ΗΠΑ.
Όλα αυτά συνθέτουν μια παγκόσμια οικονομία που είναι πιο ανθεκτική από ό,τι ήταν τη δεκαετία του 1970, σύμφωνα με τον Κρίστοφερ Σμαρτ, στρατηγικό αναλυτή της Barings. Εκτιμά ότι οποιαδήποτε περίοδος στασιμοπληθωρισμού είναι πιθανό να είναι σύντομη. Ωστόσο, λέει, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία έχει πυροδοτήσει «μια πραγματική κρίση που θα διαρκέσει χρόνια και ίσως δεκαετίες».