Οι ΗΠΑ και ο Καναδάς επέκριναν την Κίνα για τις κυρώσεις που επέβαλε το Πεκίνο ως αντίποινα στο πλαίσιο διαμάχης για καταπάτηση ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην κινεζική επαρχία Σιντζιάνγκ.
Σε μια συντονισμένη κίνηση, οι ΗΠΑ, η Ευρωπαϊκή Ένωση, η Βρετανία και ο Καναδάς επέβαλαν την Δευτέρα κυρώσεις σε Κινέζους αξιωματούχους και οργανισμούς για κακομεταχείριση της κυρίως μουσουλμανικής μειονότητας των Ουιγούρων.
Το Πεκίνο ανακοίνωσε χθες κυρώσεις σε βάρος δύο αξιωματούχων από την επιτροπή θρησκευτικής ελευθερίας της αμερικανικής κυβέρνησης, ενός Καναδού βουλευτή καθώς και της επιτροπής ανθρωπίνων δικαιωμάτων του καναδικού Κοινοβουλίου, επικαλούμενο τις κυρώσεις της Ουάσινγκτον και της Οτάβας που, σύμφωνα με την Κίνα, «βασίζονται σε φήμες και παραπληροφόρηση».
Ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν καταδίκασε την κίνηση αυτή. «Οι απόπειρες του Πεκίνου να εκφοβίσει και να κάνει να σιωπήσουν αυτοί που μιλούν υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών συμβάλλουν μόνο στον αυξανόμενο διεθνή εξονυχιστικό έλεγχο επί της συνεχιζόμενης γενοκτονίας και των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας στη Σιντζιάνγκ», δήλωσε ο Μπλίνκεν.
Ο Καναδός πρωθυπουργός Τζαστίν Τριντό είπε ότι οι κυρώσεις είναι «απαράδεκτες ενέργειες». «Οι κυρώσεις της Κίνας είναι μια επίθεση στη διαφάνεια και την ελευθερία έκφρασης --αξίες στην καρδιά της δημοκρατίας μας», έγραψε ο Τριντό σε ανάρτηση του στο Twitter.
Η Κίνα είχε ήδη ανταπαντήσει στη Βρετανία και την ΕΕ με αντίποινα νωρίτερα αυτή την εβδομάδα.