Ικανοποίηση επικρατεί τόσο στους ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και στη βρετανική πλευρά για την επίτευξη της ιστορικής συμφωνίας μεταξύ Βρυξελλών και Λονδίνου για τις εμπορικές σχέσεις των δυο πλευρών στην μετά Brexit εποχή. Ο Βρετανός πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον σημείωσε πως με την συμφωνία αυτή η Βρετανία ανακτά τον έλεγχο των συνόρων, των νόμων και των χρημάτων της, ενώ η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν έκανε λόγο για μια δίκαιη και ισορροπημένη συμφωνία.
Την ίδια στιγμή που η Σκωτία επαναλαμβάνει τις διαθέσεις της για αποχώρηση από την βρετανική κυριαρχία καθώς το Brexit έρχεται σε αντίθεση με τα συμφέροντα του λαού της χώρας όπως ανέφερε η πρωθυπουργός Νίκολα Στάρτζεον, οι πρώην πρωθυπουργοί της Βρετανίας Τερέζα Μέι και Ντέιβιντ Κάμερον σημειώνουν πως πρόκειται μια ευπρόσδεκτη συμφωνία.
Η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ χαρακτήρισε «ιστορική» την εμπορική συμφωνία η οποία επετεύχθη μεταξύ της ΕΕ και της Βρετανίας για την μετά Brexit εποχή, δηλώνοντας από το Βερολίνο πως «με τη συμφωνία αυτή βάζουμε τα θεμέλια για ένα νέο κεφάλαιο στις σχέσεις μας». «Η Βρετανία και εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης παραμένει ένας σημαντικός εταίρος για την Γερμανία και για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η συμφωνία είναι ιστορικής σημασίας», σημείωσε χαρακτηριστικά η Γερμανίδα καγκελάριος.
Η Μέρκελ πρόσθεσε ότι το κείμενο της συμφωνίας θα εξεταστεί γρήγορα. Το ομοσπονδιακό υπουργικό συμβούλιο θα συνεννοηθεί τηλεφωνικά τη ερχόμενη Δευτέρα για την γερμανική θέση. «Είμαι πολύ σίγουρη ότι θα έχουμε ένα καλό αποτέλεσμα», είπε ο καγκελάριος.
Βέλγιο, Ιταλία και Ολλανδία χαιρέτισαν την επίτευξη της εμπορικής συμφωνίας μεταξύ της Βρετανίας και την ΕΕ. Ο Βέλγος πρωθυπουργός Αλεξάντερ Ντε Κρο δήλωσε πως η συμφωνία προσφέρει την δυνατότητα διατήρησης μιας ισχυρής σχέσης με το Ηνωμένο Βασίλειο και «παρέχει κρίσιμες εγγυήσεις για δίκαιο ανταγωνισμό με τις εταιρείες μας».
«Στο τέλος, υπάρχει μόνο ένα πράγμα που έχει σημασία για μένα: η διασφάλιση της καλύτερης δυνατής προστασίας για τα οικονομικά συμφέροντα του Βελγίου. Πρέπει να προστατεύσουμε τις βελγικές εταιρείες μας από τον αθέμιτο βρετανικό ανταγωνισμό», δήλωσε Ντε Κρο σε ανακοίνωσή του.
«Με αυτήν τη συμφωνία, μπορούμε να αφήσουμε πίσω μας τις έντονες συνομιλίες των τελευταίων τεσσάρων ετών. Τώρα μπορούμε να εργαστούμε για την οικοδόμηση μιας νέας, ισχυρής σχέσης με το Ηνωμένο Βασίλειο, που υπήρξε ανέκαθεν ένας ιστορικός εταίρος της χώρας μας. Είναι πλέον καιρός να κοιτάξουμε το μέλλον», πρόσθεσε ο Βέλγος πρωθυπουργός.
Από την πλευρά του, ο Ιταλός πρωθυπουργός Τζουζέπε Κόντε χαρακτήρισε «καλά νέα» τη συμφωνία Βρυξελών – Λονδίνου, σημειώνοντας πως η Βρετανία θα παραμείνει ένας κεντρικός εταίρος και σύμμαχος της ΕΕ και της Ιταλίας. «Τα συμφέροντα και τα δικαιώματα των ευρωπαϊκών και επιχειρήσεων και πολιτών είναι διασφαλισμένα», τόνισε ο Κόντε με tweet του. «Εξαιρετικά νέα» ήταν η λιτή αντίδραση του Ολλανδού πρωθυπουργού Μαρκ Ρούτε στην ανακοίνωση της συμφωνίας.
Οι αντιδράσεις στη Βρετανία
Το αντιπολιτευόμενο Εργατικό Κόμμα σκοπεύει να εκφράσει την άποψή του αργότερα για την εμπορική συμφωνία μεταξύ Βρετανίας και Ευρωπαϊκής Ένωσης, ωστόσο εξ αρχής υποστήριζε ότι μια συμφωνία θα ήταν προς το εθνικό συμφέρον, ενώ αναμένονται οι δηλώσεις του ηγέτη του κόμματος Κιρ Στάρμερ που πρόκειται να παραχωρήσει συνέντευξη Τύπου αργότερα σήμερα.
«Από την περίοδο των εκλογών, το Εργατικό Κόμμα προέτρεπε την κυβέρνηση και την ΕΕ να διασφαλίσουν μια εμπορική συμφωνία γιατί εξυπηρετεί το εθνικό συμφέρον μας», ανέφερε ένας εκπρόσωπος των Εργατικών. «Θα παρουσιάσουμε την επίσημη αντίδρασή μας σε εύθετο χρόνο», πρόσθεσε.
Οι πρώην πρωθυπουργοί της Βρετανίας Τερέζα Μέι και Ντέιβιντ Κάμερον, που είχαν παίξει ρόλο στο Brexit στη Βρετανία, χαιρέτισαν σήμερα μια «πραγματικά ευπρόσδεκτη» εμπορική συμφωνία μεταξύ της Βρετανίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
«Η εμπορική συμφωνία είναι πραγματικά ευπρόσδεκτη» αποτελώντας «αναγκαίο βήμα για την οικοδόμηση μιας νέας σχέσης με την ΕΕ ως φίλοι, γείτονες και εταίροι», έγραψε στο Twitter ο Ντέιβιντ Κάμερον, ο οποίος είχε προκηρύξει το δημοψήφισμα για το Brexit το 2016. Η Τερέζα Μέι, η οποία τον διαδέχθηκε και παραιτήθηκε επειδή το Κοινοβούλιο δεν είχε εγκρίνει τη συμφωνία εξόδου της Βρετανίας από την ΕΕ που η ίδια είχε διαπραγματευτεί με τους Ευρωπαίους, υπογράμμισε από την πλευρά της ότι η συμφωνία έφερε «εμπιστοσύνη στις επιχειρήσεις» και συνέβαλε να «διατηρηθεί η ροή του εμπορίου».