Η αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων από ορισμένες περιοχές της Συρίας ανοίγει τον δρόμο για μια τουρκική επιχείρηση που επιθυμεί ο πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, αλλά θέτει επίσης την Άγκυρα απέναντι σε μεγάλες προκλήσεις.
Η Τουρκία εποφθαλμιά εδώ και μήνες τις θέσεις που βρίσκονται ανατολικά του Ευφράτη και ελέγχει η κουρδική πολιτοφυλακή των Μονάδων Προστασίας του Λαού (YPG), οργάνωση που πρωτοστάτησε στις μάχες κατά των τζιχαντιστών του Ισλαμικού Κράτους και είχε επί μακρόν την υποστήριξη και την προστασία της Ουάσινγκτον αλλά για την Αγκυρα είναι το μαύρο πρόβατο.
Μετά την ανακοίνωση από τον Λευκό Οίκο χθες, βράδυ Κυριακής, ότι οι αμερικανοί στρατιώτες θα αποχωρήσουν από την περιοχή, πλέον κανένα εμπόδιο δεν ορθώνεται μπροστά στον Ερντογάν. Ωστόσο, το βήμα αυτό αν γίνει, μπορεί να αποδειχθεί παρακινδυνευμένο.
Τι θέλει η Τουρκία;
Οι κουρδικές YPG ήταν η αιχμή του δόρατος στην επιχείρηση ενός διεθνούς συνασπισμού που επέτρεψαν την στρατιωτική ήττα της οργάνωσης Ισλαμικό Κράτος. Οι κούρδοι μαχητές υποστηρίχτηκαν από τις δυτικές χώρες.
Αλλά για την Άγκυρα, οι YPG είναι μια "τρομοκρατική" οργάνωση όπως και το ΙΚ, λόγω των στενών δεσμών τους με το Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν (ΡΚΚ) που διεξάγει από το 1984 έναν αιματηρό ένοπλο αγώνα στο τουρκικό έδαφος.
Σήμερα, η Άγκυρα θέλει να δημιουργήσει μια "ζώνη ασφαλείας" στη βόρεια Συρία. Συγκεκριμένα, πρόκειται κυρίως για τη δημιουργία μιας αποστρατιωτικοποιημένης ζώνης σε βάθος 30 χλμ. μέσα στη Συρία και σε πλάτος 500 χλμ. που θα αρχίζει από τον Ευφράτη και φθάνει έως τα ιρακινά σύνορα και θα χωρίζει τα τουρκικά σύνορα από θέσεις των YPG.
Σήμερα, ο εκπρόσωπος της τουρκικής προεδρίας Ιμπραήμ Καλίν δήλωσε ότι αυτή η "περιοχή ασφαλείας" προορίζεται επίσης για την υποδοχή Σύρων προσφύγων στην Τουρκία, όπου υπάρχουν περισσότερα από τρία εκατομμύρια Σύροι οι οποίοι αναγκάστηκαν να φύγουν από τη χώρα τους μετά την έναρξη της σύγκρουσης.
Αυτό πιθανόν να επιτρέψει στην 'Αγκυρα να υλοποιήσει ταυτόχρονα δύο στόχους: να απομακρύνει την "απειλή" των YPG και να μειώσει τον αριθμό των Σύρων που ζουν στην Τουρκία, δεδομένου ότι το αντισυριακό αίσθημα ολοένα και αυξάνεται.
Διπλωματική νίκη του Ερντογάν;
Η ανακοίνωση του Λευκού Οίκου είναι μια νίκη για τον Ερντογάν που "εργάστηκε σκληρά για να πείσει τον Τραμπ", υπογραμμίζει ο Στίβεν Κουκ, της αμερικανικής ομάδας προβληματισμού Council on Foreign relations.
Tο πράσινο φως της Ουάσινγκτον δόθηκε στον απόηχο μιας τηλεφωνικής επικοινωνίας που είχαν ο Τραμπ και ο Ερντογάν, ο τελευταίος πόνταρε στην προσωπική τους σχέση για να αποσπάσει τη σύμφωνη γνώμη του αμερικανού ομολόγου του παρά τις αντιδράσεις στους κόλπους της αμερικανικής κυβέρνησης.
Από την τουρκική άποψη, "δίνοντας το 'πράσινο φως' τους, οι ΗΠΑ έδωσαν την εντύπωση ότι 'υποχώρησαν' απέναντι στα τουρκικά αιτήματα", εξηγεί στο Γαλλικό Πρακτορείο η Ζανά Ζαμπούρ, ειδική στην τουρκική εξωτερική πολιτική και καθηγήτρια στο Science Po Paris. "Αυτό είναι από μόνο του μια διπλωματική νίκη για τον Ερντογάν".
Ποιες είναι οι δυσκολίες;
Από το 2016, η Τουρκία είχε ήδη πραγματοποιήσει δύο επιχειρήσεις στη βόρεια Συρία, στοχοθετώντας ταυτόχρονα το Ισλαμικό Κράτος και τις κουρδικές Μονάδες Προστασίας του Λαού στην πρώτη, και αποκλειστικά τους κούρδους μαχητές στη δεύτερη.
Αλλά σε αντίθεση με τις δύο παρελθούσες επιχειρήσεις, αυτή που σχεδιάζει σήμερα η Άγκυρα στοχεύει την καρδιά των περιοχών που ελέγχονται από τους Κούρδους, οι οποίοι έχουν πολεμιστές οπλισμένους από την Ουάσινγκτον και σκληραγωγημένους από την εκστρατεία κατά του ΙΚ.
Επιπλέον, η νέα επιχείρηση που σχεδιάζει η Άγκυρα, αφορά μια πολύ πιο μεγάλη περιοχή.
Αυτό "θα δημιουργήσει οικονομικό κόστος, και δεν είναι βέβαιο ότι στο παρόν κλίμα ύφεσης στην Τουρκία, ότι η χώρα θα έχει τα μέσα", σημειώνει η Ζαμπούρ, τονίζοντας επίσης τον "κίνδυνο μιας αντίθεσης στο εσωτερικό από μια κοινή γνώμη που γίνεται όλο και πιο σκεπτικιστική όσον αφορά τη δέσμευση της χώρας της μέσα στο συριακό χάος".
"Στην πραγματικότητα, η Άγκυρα θα είχε προτιμήσει μια συμφωνία με τις Ηνωμένες Πολιτείες για τη δημιουργία μιας ζώνης ασφαλείας στα σύνορα, ένα σενάριο που θα της είχε επιτρέψει να μοιραστεί το βάρος με την Ουάσινγκτον", σύμφωνα με την Ζαμπούρ.
Πώς θα γίνει η διαχείριση των φυλακισμένων τζιχαντιστών;
Αυτό το μεγάλο ερώτημα που απασχολεί τις ευρωπαϊκές χώρες, υπήκοοι των οποίων πολέμησαν στις τάξεις του ΙΚ πριν να πιαστούν αιχμάλωτοι κατά εκατοντάδες από τις κουρδικές δυνάμεις κατά τη διάρκεια της κατάρρευσης της τζιχαντιστικής οργάνωσης.
Εδώ και εβδομάδες, ο Τραμπ πιέζει τις χώρες αυτές για τον επαναπατρισμό των φυλακισμένων στη Συρία υπηκόων τους φθάνοντας στο σημείο να απειλήσει ότι θα αφήσει ελεύθερους τους ευρωπαίους τζιχαντιστές. "Η Τουρκία θα είναι τώρα υπεύθυνη για όλους τους μαχητές του ΙΚ εντός της ζώνης αυτής που πιάστηκαν αιχμάλωτοι τα δύο τελευταία χρόνια", ανακοίνωσε ο Λευκός Οίκος χθες βράδυ.
Αλλά η ξαφνική ανακοίνωση του Τραμπ αφήνει να αιωρείται το ακανθώδες θέμα των όρων αυτής της μεταβίβασης των ευθυνών. Σήμερα ο Ερντογάν δήλωσε ότι η Ουάσινγκτον και η Άγκυρα θα εργαστούν πάνω σε αυτό θέμα. "Τώρα η Τουρκία θα πρέπει να αντιμετωπίσει το ΙΚ, που δείχνει σημάδια μιας προσπάθειας ανασύνταξης", υπογραμμίζει ο Κουκ.
Ο εκπρόσωπος του Ερντογάν δήλωσε σήμερα ότι η Τουρκία "δεν θα αφήσει" το ΙΚ να επανέλθει "υπό οποιαδήποτε μορφή".