Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είναι έτοιμη να προσαρμόσει την πολιτική της στις ανάγκες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έπειτα από την πανδημία του κορονοϊού, ωστόσο οι μεταρρυθμίσεις σε επίπεδο χωρών είναι πιο σημαντικές, υποστήριξε ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ, Λούις ντε Γκίντος, σε συνέντευξή του στην ιταλική εφημερίδα La Stampa.
«Το αντίδοτο της κρίσης δεν θα είναι η νομισματική πολιτική, αλλά οι μεταρρυθμίσεις και οι προϋπολογισμοί των εθνικών οικονομιών», είπε, τονίζοντας ότι παρά το γεγονός ότι η ΕΚΤ ενήργησε «γρήγορα και αποτελεσματικά», οι αρνητικές επιδράσεις της πανδημίας στην Ευρώπη θα ήταν πιο περιορισμένες αν η ΕΕ ήταν πιο ενοποιημένη σε οικονομικό και νομισματικό επίπεδο.
Παράλληλα, ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ σημείωσε ότι υπάρχουν ακόμη πολλές αβεβαιότητες και ερωτηματικά όσον αφορά την ανάκαμψη της ευρωπαϊκής οικονομίας.
«Το πιο ανησυχητικό πράγμα είναι ότι φαίνεται να προβάλλει μία ανάκαμψη δύο ταχυτήτων. Η πτώση ήταν μεγάλη παντού, αλλά σε ορισμένες χώρες ήταν μεγαλύτερη. Υπάρχει μία ομάδα πιο ανθεκτικών οικονομιών που αντέδρασαν καλύτερα από άλλες. Για την ομάδα αυτή, το ΑΕΠ θα αυξηθεί για τον λόγο αυτό με ταχύτερο ρυθμό. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε μία ανάπτυξη δύο ταχυτήτων στην Ευρώπη. Πρέπει να το παρακολουθούμε στενά αυτό», σημείωσε.
Χαρακτήρισε πρόωρη τη συζήτηση για τη δημιουργία μίας «κακής τράπεζας» στην οποία θα μεταβιβάζονταν τα «κόκκινα δάνεια» των τραπεζών της Ευρωζώνης, καθώς πρέπει να προηγηθεί η ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης με το ενιαίο πλαίσιο εγγύησης καταθέσεων.
Όσον αφορά τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια και το ενδεχόμενο μίας μεγάλης αύξησης αυτών εξαιτίας του κορονοϊού, ο ντε Γκίντος αναφέρθηκε σε ανάλυση που έκαναν τα στελέχη της ΕΚΤ, σύμφωνα με την οποία τα σχήματα κρατικών εγγυήσεων για δάνεια, αν αναπτυχθούν πλήρως, θα μπορούσαν να μεταφέρουν κατά μέσο όρο περίπου το 30% των απωλειών που θα έχουν οι τράπεζες στον δημόσιο τομέα των χωρών της Ευρωζώνης. «Ο αντίκτυπος των μη εξυπηρετούμενων δανείων θα ήταν μειωμένος, ακόμη και αν αυτά αναμένεται να αυξηθούν», πρόσθεσε.
Τέλος, ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ σημείωσε ότι μετά τα αρχικά γραφειοκρατικά προβλήματα, οι εθνικές εγγυήσεις για τον δανεισμό των επιχειρήσεων της Ευρωζώνης άρχισαν να λειτουργούν. «Αρχικά υπήρχαν πράγματι πολλές αμφιβολίες καθώς και γραφειοκρατικά εμπόδια. Δεν ήταν ένα εύκολο έργο. Τώρα, ωστόσο, οι εθνικές εγγυήσεις έχουν αρχίσει να λειτουργούν. Η ρευστότητα ρέει. Αποφύγαμε τα χειρότερα», κατέληξε.