Η έρευνα για τη δολοφονία του Σουηδού πρωθυπουργού Ούλοφ Πάλμε, που παραμένει ανεξιχνίαστη από το 1986, δεν πρόκειται να ξανανοίξει, σύμφωνα με σημερινές δηλώσεις εισαγγελέα. Όπως επισημάνθηκε, δεν υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία κατά του βασικού υπόπτου.
Ο Ούλοφ Πάλμε δολοφονήθηκε το 1986 στο κέντρο της Στοκχόλμης, ενώ περπατούσε μετά από κινηματογραφική προβολή με την οικογένειά του. Η υπόθεση προκάλεσε το μεγαλύτερο ανθρωποκυνηγητό στην ιστορία της Σουηδίας και έχει αποτελέσει πηγή για πληθώρα θεωριών συνωμοσίας.
Πριν από πέντε χρόνια, ο Στιγκ Ένγκστρομ, γραφίστας που απεβίωσε το 2000, είχε κατονομαστεί ως βασικός ύποπτος από τον εισαγγελέα της υπόθεσης. Τον Σεπτέμβριο, δημοσιογράφος ζήτησε την επανεξέταση της υπόθεσης, επικαλούμενος τεχνολογικές εξελίξεις. Ωστόσο, όπως τόνισε ο εισαγγελέας Λέναρτ Γκούνε, «οι αποδείξεις δεν επαρκούν για να τον κατονομάσουμε ως δράστη». Συνεπώς, ο φάκελος θα παραμείνει κλειστός.
Ο Ούλοφ Πάλμε υπήρξε κυρίαρχη μορφή στη σουηδική πολιτική σκηνή τις δεκαετίες του 1970 και ’80, συμβάλλοντας καθοριστικά στη διαμόρφωση της σύγχρονης εικόνας της χώρας. Στην εξωτερική πολιτική, είχε ταχθεί κατά του πολέμου στο Βιετνάμ και υποστήριζε αντιαποικιακά κινήματα, ενώ στο εσωτερικό ήταν βασικός αρχιτέκτονας του κοινωνικού κράτους.
Η αποτυχία εντοπισμού του δολοφόνου άφησε έντονο αποτύπωμα στη συλλογική συνείδηση των Σουηδών, δημιουργώντας πλήθος θεωριών συνωμοσίας για τους πιθανούς ενόχους, συμπεριλαμβανομένων της CIA και ακροδεξιών εξτρεμιστών. Ένας μικροεγκληματίας καταδικάστηκε το 1989, αλλά απαλλάχθηκε το επόμενο έτος και πέθανε το 2004.
Ο Ένγκστρομ, που αυτοκτόνησε το 2000, είχε βρεθεί ανάμεσα στους μάρτυρες της δολοφονίας του Πάλμε.