Περισσότεροι από τους μισούς δικαιούχους βασικής στήριξης εισοδήματος στη Γερμανία δεν αναζητούν ενεργά εργασία, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του Ιδρύματος Bertelsmann. Οι συμμετέχοντες επικαλέστηκαν ως κύριους λόγους την ύπαρξη ψυχικών ή χρόνιων ασθενειών, καθώς και την έλλειψη κατάλληλων ευκαιριών απασχόλησης.
Συγκεκριμένα, το 57% των ερωτηθέντων ανέφερε ότι δεν επιδίωξε να βρει νέα εργασία τον τελευταίο μήνα. Από αυτούς, το 74% δήλωσε ότι αντιμετωπίζει προβλήματα υγείας, ενώ το 49% υποστήριξε πως υπάρχουν «πολύ λίγες κατάλληλες θέσεις εργασίας». Επιπλέον, το 25,5% θεωρεί ότι η οικονομική του κατάσταση δεν θα βελτιωνόταν μέσω της εύρεσης εργασίας, ενώ το 22% επικαλέστηκε υποχρεώσεις φροντίδας παιδιών ή συγγενών. Ένα 11% δήλωσε ότι αντεπεξέρχεται οικονομικά με «περιστασιακή εργασία».
Η έρευνα αναφέρει ότι 1,8 εκατομμύρια άνθρωποι στη Γερμανία λαμβάνουν βασική εισοδηματική στήριξη και θεωρούνται ικανοί για εργασία. Ο ερευνητής του Ιδρύματος Bertelsmann, Τομπίας Όρτμαν, σημείωσε πως «εάν οι χρόνιες ή ψυχικές ασθένειες δεν προσφέρουν ρεαλιστικές πιθανότητες ένταξης στην αγορά εργασίας, τότε θα πρέπει να εξεταστεί η μετάβαση σε πιο κατάλληλα συστήματα υποστήριξης, όπως η κοινωνική πρόνοια ή η σύνταξη αναπηρίας», ζητώντας μια «εποικοδομητική προσέγγιση».
Αξίζει να σημειωθεί ότι ακόμη και μεταξύ όσων αναζητούν εργασία, μόλις το 6% αφιερώνει τουλάχιστον 20 ώρες εβδομαδιαίως σε αυτήν την προσπάθεια, ενώ το 26% επενδύει έως και εννέα ώρες. Ο ειδικός αγοράς εργασίας του Ιδρύματος, Ρόμαν Βινκ, τόνισε ότι «τα κέντρα εύρεσης εργασίας πρέπει να επαναπροσδιορίσουν τις προσπάθειές τους», υπογραμμίζοντας την ανάγκη για λιγότερη γραφειοκρατία και περισσότερες αποτελεσματικές τοποθετήσεις σε θέσεις εργασίας.