Η δεύτερη θητεία του Ντ. Τραμπ στον Λευκό Οίκο αντιμετωπίστηκε με ενθουσιασμό από τα στελέχη των τεχνολογικών κολοσσών καθώς ελπίζουν σε μια διαφορετική σχέση από εκείνη που είχαν με τον Τζο Μπάιντεν. Ο Τραμπ έχει υποσχεθεί να αναιρέσει πολλές από τις πολιτικές του προκατόχου του, με τον Μάσκ να... «τρίβει τα χέρια του», καθώς εκτιμάται ότι θα είναι ο πιο κερδισμένος.
Οι ηγέτες των κορυφαίων εταιρειών τεχνολογίας έσπευσαν να συγχαρούν τον Ντόναλντ Τραμπ για τη σαρωτική εκλογική του νίκη, καθώς προσπάθησαν να ξαναχτίσουν τις γέφυρες με τον εκλεγμένο πρόεδρο, και τον πιο επιδραστικό υποστηρικτή του στη Σίλικον Βάλει, τον Έλον Μάσκ, ενόψει μιας νέας περιόδου για τον κλάδο.
Οι διευθύνοντες σύμβουλοι της Amazon, της Apple, της Google, της Meta και της Microsoft, έσπευσαν να συγχαρούν τον Τραμπ, εν αντιθέσει με την επιφυλακτικότητα που είχαν δείξει στις εκλογές του 2016. Ο Τραμπ είχε εξάλλου και την υποστήριξη μερικών εκ των κορυφαίων στελεχών στην προεκλογική του εκστρατεία, με τον Μασκ να διαθέτει περισσότερα από 130 εκατ. δολάρια υπέρ του νέου προέδρου.
Ο Μαρκ Ζούκερμπεργκ, χαρακτήρισε «ζόρικη» την απάντηση του Τραμπ στην απόπειρα δολοφονίας της 13ης Ιουλίου, ενώ το Facebook αφαίρεσε πολλές από τις προστατευτικές μπάρες του με στόχο την καταπολέμηση της παραπληροφόρησης. Ο ιδιοκτήτης της Washington Post, Τζεφ Μπέζος δεν επέτρεψε στην εφημερίδα να δηλώσει την υποστήριξή της στη Χάρις, παρότι κατά παράδοση υποστήριζε τους Δημοκρατικούς.
Στο παρελθόν και ο Τραμπ ήταν πιο επιθετικός έναντι των τεχνολογικών κολοσσών. Πολλοί δεν ξεχνούν πως, κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας Τραμπ, ο Τζεφ Μπέζος είχε βρεθεί στο στόχαστρο του Αμερικανού προέδρου, ενώ το 2021 είχε στραφεί εναντίον της Google και της Meta κατηγορώντας τους κολοσσούς για αποκλεισμό του.
Οι μεγάλοι της τεχνολογίας ελπίζουν να χτιστούν και πάλι οι γέφυρες καλών σχέσεων, καθώς τα τελευταία χρόνια αντιμετωπίζουν σημαντική ενίσχυση των ρυθμίσεων και έρευνες για παραβάσεις της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας.
Όσον αφορά την τεχνητή νοημοσύνη, ο Τραμπ έχει υποσχεθεί να καταργήσει ένα εκτελεστικό διάταγμα του προέδρου Τζο Μπάιντεν που αποσκοπούσε στη θέσπιση διατάξεων προστασίας από τις εφαρμογές της αναδυόμενης τεχνολογίας.
Οι αλλαγές που έρχονται με τον Τραμπ
Εφαρμογή αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας
Μια δεύτερη διοίκηση Τραμπ μπορεί να είναι πιο φιλική προς τις επιχειρηματικές διασυνδέσεις, αλλά είναι πιθανό να συνεχίσει την επιθετική τακτική έναντι των τεχνολογικών κολοσσών στις αντιμονοπωλιακές υποθέσεις. Ο Τραμπ πάντα είχε μια πολύπλοκη σχέση με την επιβολή της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας.
Η μεγάλη αντιμονοπωλιακή αγωγή κατά της Google, την οποία η εταιρεία έχασε φέτος, κατατέθηκε επί των ημερών του, και ο νέος αντιπρόεδρος Τζ. Ντ. Βανς έχει εκφράσει στο παρελθόν την υποστήριξή του στην Καν της Ομοσπονδιακής Επιτροπής Εμπορίου (FTC), αλλά και στη διάλυση της Google, κάτι που το υπουργείο Δικαιοσύνης του Μπάιντεν δήλωσε ότι μπορεί να επιδιώξει ως μέσο θεραπείας στην υπόθεση του μονοπωλίου.
Ωστόσο η πρόεδρος της FTC, Λίνα Καν θα κληθεί να παραιτηθεί, ανοίγοντας τον δρόμο στον Τραμπ για να διορίσει ένα Ρεπουμπλικανό στην υπηρεσία. Μια εξέλιξη που είχε προαναγγείλει ο Μασκ με μήνυμα στο Χ, γράφοντας ότι «θα απολυθεί σύντομα». Οι κορυφαίοι αξιωματούχοι του υπουργείου Δικαιοσύνης κατά των μονοπωλίων, συμπεριλαμβανομένου του Τζόναθαν Κάντερ, θα αποχωρήσουν επίσης, αφήνοντας την υπηρεσία στα χέρια των προσώπων που θα επιλέξει ο Τραμπ.
Οι συγχωνεύσεις αναμένεται επίσης να είναι πιο εύκολες. Αν και στην πρώτη θητεία Τραμπ είχαν υπάρξει εντάσεις, όπως με τη Visa που πήγε να αγοράσει την Plaid, τώρα αναμένεται να υπάρχει μια πιο φιλική προσέγγιση, επιτρέποντας συχνά μεγάλες συμφωνίες να προχωρήσουν. Είναι χαρακτηριστικό πως μεγάλες συμφωνίες καθυστέρησαν μέχρι τις εκλογές και τώρα θα τρέξουν οι εξελίξεις.
Τεχνητή Νοημοσύνη
Τον Οκτώβριο του 2023, ο Μπάιντεν εξέδωσε εκτελεστικό διάταγμα για την τεχνητή νοημοσύνη και την ανάπτυξή της, αναθέτοντας στις κυβερνητικές υπηρεσίες τη δημιουργία κατευθυντήριων γραμμών για την ανάπτυξη μοντέλων και ζήτησε ένα σαφές πλαίσιο για την υιοθέτηση της ΤΝ από την κυβέρνηση.
Αν και δεν έχει δώσει πολλές λεπτομέρειες, ο Τραμπ έχει χαρακτηρίσει την πολιτική του Μπάιντεν «επικίνδυνη», υποστηρίζοντας ότι εμποδίζει την καινοτομία. Ο Τραμπ έχει πει ότι θα την αντικαταστήσει με «ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης που έχει τις ρίζες της στην ελευθερία του λόγου». Μια κίνηση που θέλει να στηρίξει τον Μασκ, που έχει συγκεντρώσει δισεκατομμύρια δολάρια για να χρηματοδοτήσει τη δική του νεοφυή επιχείρηση, την xAI, ακόμη και αν προειδοποιεί ότι η ανεξέλεγκτη ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης αποτελεί υπαρξιακή απειλή για την ανθρωπότητα.
Υπενθυμίζουμε πως κατά την πρώτη του θητεία, ο Τραμπ εξέδωσε εκτελεστικό διάταγμα για να «ενισχύσει την αμερικανική ηγεσία στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης», το οποίο σημείωνε ότι «η καινοτομία μπορεί να παρεμποδιστεί ή να οδηγηθεί στο εξωτερικό από υπερβολικά περιοριστικούς κυβερνητικούς κανονισμούς». Αλλά αυτό συνέβη πριν η τεχνητή νοημοσύνη γίνει μια από τις πιο καυτές - και πιο προσοδοφόρες - επενδύσεις στη Σίλικον Βάλει.
Τμήματα της ατζέντας του Μπάιντεν για την Τεχνητή Νοημοσύνη θα μπορούσαν να επιβιώσουν, όπως το σχέδιο για περισσότερες υποδομές ΤΝ, καθώς και ο Τραμπ έχει τονίσει την ανάγκη επέκτασης της ενεργειακής ικανότητας των ΗΠΑ για να παραμείνουν ανταγωνιστικές στον τομέα της ΤΝ. Επίσης αναμένεται να διατηρήσει το πρόσφατο νομοθέτημα, που καθιστά την Τεχνητή Νοημοσύνη προτεραιότητα εθνικής ασφάλειας
Τι θα γίνει με τα social media
Οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης ελπίζουν να αποφύγουν την οργή του Τραμπ, ο οποίος τις έχει κατηγορήσει για λογοκρισία και φίμωση του συντηρητικού λόγου. Το 2022, ο Τραμπ είχε δηλώσει ότι αν επανεκλεγεί, θα υπογράψει εκτελεστικό διάταγμα που θα απαγορεύει στις ομοσπονδιακές υπηρεσίες να «συνεργάζονται με οποιονδήποτε οργανισμό, επιχείρηση ή πρόσωπο για να λογοκρίνουν, να περιορίζουν, να κατηγοριοποιούν ή να εμποδίζουν το νόμιμο λόγο των Αμερικανών πολιτών» και θα περιορίσει τα κονδύλια σε πανεπιστήμια που βρέθηκαν να έχουν «εμπλακεί σε δραστηριότητες λογοκρισίας».
Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα θέματα ωστόσο είναι η πιθανή απαγόρευση του TikTok στις ΗΠΑ λόγω ανησυχιών για την εθνική ασφάλεια που συνδέονται με την κινεζική μητρική εταιρεία ByteDance.
Ο Τραμπ ως συνηθίζει έχει αλλάξει αρκετές φορές τη θέση του απέναντι στην κινεζική πλατφόρμα. Είχε προτείνει την απαγόρευση του TikTok όταν ήταν πρόεδρος το 2020. Έκτοτε έχει αλλάξει τη θέση του, υποστηρίζοντας ότι δεν θα απαγόρευε την εφαρμογή επειδή είναι προς το συμφέρον της Αμερικής να διασφαλίσει ότι υπάρχει ανταγωνισμός για το Facebook που έχει επικρίνει ως «εχθρό του λαού».
Το TikTok έχει προσφύγει κατά της κυβέρνησης για να σταματήσει τη νομοθεσία που ψηφίστηκε κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης Μπάιντεν και η οποία θα απαιτούσε από την εφαρμογή να κόψει τους δεσμούς της με την ByteDance ή να κλείσει στις ΗΠΑ μέχρι τα μέσα Ιανουαρίου.
Δεν είναι σαφές πώς θα γλιτώσει την πλατφόρμα από την εφαρμογή ενός νέου ομοσπονδιακού νόμου - που τώρα δεσμεύεται από δικαστική αμφισβήτηση - ο οποίος θα απαγόρευε το TikTok χωρίς πώληση έως τις 19 Ιανουαρίου, μια ημέρα πριν από την ορκωμοσία του. Πάντως οι Αμερικανοί υποστηρίζουν λιγότερο μια πιθανή απαγόρευση από ό,τι πριν από ένα χρόνο, σύμφωνα με στοιχεία της Pew Research που δημοσιεύθηκαν τον Σεπτέμβριο και έδειξαν ότι μόνο το 32% τάσσεται υπέρ, από 50% τον Μάρτιο του 2023.
Εξαγωγές και αγορά ημιαγωγών
Η εκλογή Τραμπ φέρνει σημαντική αβεβαιότητα για την πολιτική των ΗΠΑ στον τομέα των ημιαγωγών, η οποία υπό τον Μπάιντεν περιελάμβανε δαπάνες δεκάδων δισεκατομμυρίων για την εγχώρια κατασκευή τσιπ, ενώ επιβλήθηκαν εμπορικοί και επενδυτικοί περιορισμοί ώστε να αντιμετωπιστεί η κινεζική υπεροχή σε κρίσιμα ηλεκτρονικά εξαρτήματα. Ο Τραμπ πρόσφατα καταφέρθηκε εναντίον του Chips and Science Act, τονίζοντας ότι οι δασμοί κατά των ξένων κατασκευαστών τσιπ θα ήταν πιο αποτελεσματικοί από τις άμεσες επιδοτήσεις για την αναζωογόνηση της αμερικανικής παραγωγής ημιαγωγών
Στο διεθνές μέτωπο, ο Τραμπ έχει υποσχεθεί σαρωτικούς δασμούς στις κινεζικές εξαγωγές και πιθανότατα θα αυξήσει τους δασμούς στα τσιπ παλαιότερης γενιάς, τους οποίους ο Μπάιντεν αύξησε στο 50%. Μπορεί επίσης να αυστηροποιήσει τους περιορισμούς στις εξαγωγές προηγμένων ημιαγωγών, ένα μέτρο του Μπάιντεν που έχει τις ρίζες του στην πρώτη κυβέρνηση του Τραμπ, αν και οι διπλωμάτες και οι λομπίστες της βιομηχανίας προετοιμάζονται για μια σειρά από πιθανότητες, δεδομένου του συναλλακτικού χαρακτήρα της εξωτερικής πολιτικής του Τραμπ.
Ίσως το μεγαλύτερο ερώτημα είναι πώς θα προσεγγίσει ο Τραμπ την Ταϊβάν, την καρδιά της παγκόσμιας βιομηχανίας τσιπ. Έχει ισχυριστεί ότι η Ταϊβάν «έκλεψε» την αμερικανική επιχείρηση ημιαγωγών και υποστήριξε ότι το νησί θα πρέπει να πληρώνει περισσότερα για τη δική του ασφάλεια. Το διακύβευμα είναι τεράστιο: Μια κινεζική εισβολή στην Ταϊβάν -όπου παράγεται πάνω από το 90% των προηγμένων τσιπ- θα αποτελούσε πλήγμα 10 τρισ. δολαρίων για την παγκόσμια οικονομία.