Παραδοσιακά στην Ελλάδα τα όρια μεταξύ κυβέρνησης και κόμματος ήταν και είναι εξαιρετικά δυσδιάκριτα. Κόμμα - κυβέρνηση, κυβέρνηση - κόμμα ταυτίζονται και όχι μόνο ταυτίζονται, αλλά δεν υπάρχει καμία προσπάθεια να τηρηθούν κάποια προσχήματα.
Έχει ειπωθεί πολλές φορές ότι ένα από τα προβλήματα της χώρας (και μια από τις βασικές αιτίες της χρεοκοπίας) είναι η νοοτροπία ότι το κράτος αποτελεί φέουδο του όποιου κόμματος κερδίσει την εξουσία.
Αυτή η ταύτιση κόμματος - κράτους στην ουσία αποτελεί μια ακόμα έκφανση του θεσμικού προβλήματος της χώρας. Πολλοί περίμεναν ότι αυτό θα άλλαζε σταδιακά μετά τη χρεοκοπία του 2010 και τις περιπέτειες που ακολούθησαν. Ακόμα περισσότεροι πίστεψαν ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα αλλάζε τα πράγματα προς μια πιο θεσμική κατεύθυνση μετά την αλλοπρόσαλλη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ.
Οπότε η απογοήτευση είναι πολλαπλή βλέποντας τον Κυριάκο Μητσοτάκη, εβδομάδες μετά τη θριαμβευτική επανεκλογή του τον περασμένο Ιούλιο, και μετά το μπαράζ αστοχιών που προηγήθηκε (Τέμπη, Αγχίαλος, πυρκαγιές κ.α.) αντί να επικεντρώνεται στη διακυβέρνηση του τόπου, να εμπλέκεται προσωπικά με την επιλογή και προώθηση υποψηφίων για τις αυτοδιοικητικές εκλογές.
Αλήθεια γιατί ένας πρωθυπουργός, που πρωτίστως έχει θεσμικό ρόλο, και ο οποίος κέρδισε τις εκλογές προ διμήνου να δίνει τέτοια κομματική διάσταση στις τοπικές εκλογές; Για ποιο λόγο να προσπαθεί να επιβάλει τα κομματικά στελέχη της αρεσκείας του στις τοπικές κοινωνίες;
Και όταν ο αρχηγός δίνει τον ρυθμό όλη η κυβέρνηση χορεύει. Έτσι, υπουργοί, υφυπουργοί και άλλοι παρατρεχάμενοι εδώ και εβδομάδες δεν ασχολούνται με τίποτα άλλο πέρα από την προώθηση υποψηφίων της Νέας Δημοκρατίας. Λες και δουλειά τους είναι οι εκλογές.
Κάπως έτσι, ο υπουργός Εργασίας, Άδωνις Γεωργιάδης, έφτασε σε σημείο να δηλώσει, για την περίπτωση που δεν εκλεγεί ο υποψήφιος της Νέας Δημοκρατίας, ότι «ο Δήμος αυτός θα χάσει όλες τις ευκαιρίες του νέου ΕΣΠΑ και του Ταμείου Ανάκαμψης εάν για τα επόμενα 5 χρόνια μείνει με αυτόν τον Δήμαρχο».
Όλα αυτά βέβαια δεν εξοργίζουν μόνο τους αριστερούς αλλά και τους μετριοπαθείς πολίτες που ψήφισαν Κυριάκο Μητσοτάκη ελπίζοντας σε αλλαγές και στην θεσμική ανασυγκρότηση της χώρας και βλέπουν διλήμματα και συμπεριφορές αλά ΣΥΡΙΖΑ.
Καθόλου τυχαία, ο δήμαρχος Χαλανδρίου, Σίμος Ρούσσος, κατά του οποίου μίλησε ο κ. Γεωργιάδης, επανεξελέγη με ποσοστό άνω του 60%, ενώ στις περιοχές που το Μέγαρο Μαξίμου επιχείρησε να επιβάλει τους δικούς του κέρδισαν οι «αντάρτες» της ΝΔ.
Η χώρα βρίσκεται σε μια άτυπη παρατεταμένη προεκλογική περίοδο από τον χειμώνα του 2022 και πολλά πράγματα στην κυβέρνηση και τη δημόσια διοίκηση μπήκαν σε μια κατάσταση υπολειτουργίας, όπως πάντα συμβαίνει στη χώρα.
Και ενώ οι εθνικές εκλογές πραγματοποιήθηκαν προ λίγων μηνών με ένα αποτέλεσμα που ενίσχυσε την κυριαρχία του Κ. Μητσοτάκη, αντί να «τρέχουμε» με τα πολλά προβλήματα και τις μεγάλες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η χώρα, βλέπουμε την κυβέρνηση να παραμένει σε προεκλογικούς ρυθμούς και να ασχολείται υπέρμετρα με τις αυτοδιοικητικές. Και σε λίγους μήνες (Ιούνιος 2024) ακολουθούν και οι ευρωεκλογές.
Πρέπει κάποια στιγμή η κυβέρνηση να κυβερνήσει και να αφήσει το κόμμα να ασχοληθεί με τα του κόμματος.
Και ας ελπίσουμε ότι αυτή τη φορά όντως το «μήνυμα ελήφθη». Διότι μέχρι τώρα, τα πολλαπλά μηνύματα που εκπέμπονται για την κατάσταση της χώρας από την υπόθεση των υποκλοπών, τα Τέμπη, την Αγχίαλο, τις πυρκαγιές, την εγκλμητικότητα κλπ, παρά τις περί του αντιθέτου δηλώσεις, δεν έχουν κατορθώσει να φτάσουν στον Πρωθυπουργό και το επιτελείο του.