Στο δημόσιο διάλογο για την ελληνική οικονομία και την επαναφορά της σε μια τροχιά μακροχρόνιας και διατηρήσιμης ανάπτυξης, το ανθρώπινο κεφάλαιο της χώρας αναφέρεται ως πολύ σημαντικό πλεονέκτημα προς την κατεύθυνση αυτή. Όμως, είναι γεγονός ότι ποιοτικό ανθρώπινο κεφάλαιο διαθέτουν και άλλες χώρες. Το ζήτημα επομένως είναι να αναλυθούν οι όροι και προϋποθέσεις για την ουσιαστικότερη αξιοποίησή του από το παραγωγικό-επιχειρηματικό σύστημα σε όρους παραγωγής γνώσης και μετατροπής της υφιστάμενης και νέας γνώσης σε καινοτομία.
Σε πρόσφατη μελέτη για τη χαρτογράφηση του εθνικού συστήματος καινοτομίας που εκπόνησε το Εργαστήριο Βιομηχανικής και Ενεργειακής Οικονομίας (ΕΒΕΟ) του ΕΜΠ, για λογαριασμό της «διαΝΕΟσις», η οικοδόμηση ικανοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού αναδείχθηκε ως μία βασική συνιστώσα αυτού του συστήματος. Από την ανάλυση προέκυψαν τα πλεονεκτήματα της χώρας ως προς τη συγκεκριμένη διάσταση αλλά και μια σειρά αδυναμιών και προβλημάτων.
Tο ποσοστό του πληθυσμού ηλικίας 25-34 ετών που είναι απόφοιτοι τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην Ελλάδα ανέρχεται σε 42,5% (Εurostat, 2019), με διαχρονική αύξηση από το 2011 και σταθερά πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ. Μάλιστα, ένα σχετικά υψηλό ποσοστό των Ελλήνων φοιτητών (σε σχέση με τον κοινοτικό μέσο όρο) πραγματοποιούν στο εξωτερικό τις προπτυχιακές και τις μεταπτυχιακές τους σπουδές [Education and Training Monitor, 2019]. Γενικότερα, οι Έλληνες της διασποράς αποτελούν ένα πολύ σημαντικό ανθρώπινο κεφάλαιο για τη χώρα μας και μια δυνητική πηγή ενίσχυσης των επιδόσεών της σε έρευνα, καινοτομία και επιχειρηματικότητα έντασης γνώσης.
Συνεπώς υπάρχει προσφορά προηγμένων δεξιοτήτων από το εκπαιδευτικό σύστημα προς το σύστημα καινοτομίας της χώρας. Όμως ταυτόχρονα διαπιστώνεται υψηλή αναντιστοιχία των προσόντων των εργαζομένων και των απαιτήσεων της αγοράς εργασίας. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την απασχόλησή τους σε θέσεις εργασίας κατώτερες των προσόντων τους ή/και διαφορετικού γνωστικού πεδίου [CEDEFOP, 2018]. Επιπλέον, η τεχνικό-επαγγελματική εκπαίδευση δεν αποτελεί μια ελκυστική επιλογή για τους νέους ενισχύοντας την τάση πλήρωσης των προσφερόμενων θέσεων εργασίας από υποψήφιους υψηλότερων προσόντων.
Πρόσφατη έρευνα του ΣΕΒ (2019), ανέδειξε επίσης την έλλειψη συγκεκριμένων δεξιοτήτων στο ανθρώπινο δυναμικό των επιχειρήσεων, όπως οι δεξιότητες οριζόντιου χαρακτήρα (soft skills) που περιλαμβάνουν την ικανότητα επικοινωνίας και συνεργασίας, τη δημιουργικότητα, την κριτική σκέψη, την προσαρμοστικότητα και την ανάληψη πρωτοβουλίας. Ωστόσο, οι ίδιες οι επιχειρήσεις δεν επενδύουν ικανοποιητικά σε προγράμματα συνεχιζόμενης επαγγελματικής κατάρτισης και ανάπτυξης ψηφιακών δεξιοτήτων, καθώς υπολείπονται σημαντικά του αντίστοιχου μέσου όρου στην ΕΕ (Continuing Vocational Training Survey, 2015; Eurostat, 2019).Τέλος, η μετανάστευση ανθρώπινου δυναμικού υψηλών προσόντων στο εξωτερικό (“brain drain”), σε συνδυασμό με την έλλειψη εισροής Ελλήνων και ξένων επιστημόνων/ερευνητών, έχει συμβάλλει στην απομείωση του αποθέματος δεξιοτήτων και γνώσης στη χώρα.
Προτάσεις για την άμβλυνση αδυναμιών και προβλημάτων
Στο πλαίσιο της αντιμετώπισης και άμβλυνσης των αδυναμιών και προβλημάτων που εντοπίστηκαν προτείνονται οι ακόλουθες κατευθύνσεις:
- Μετασχηματισμός της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης για την επιτυχή μετάβαση του παραγωγικού/επιχειρηματικού συστήματος της χώρας στην οικονομία της γνώσης και στην 4η βιομηχανική επανάσταση μέσω:
- Ενίσχυσης της διδασκαλίας των οικονομικών, της διοίκησης, της επιχειρηματικότητας, και της ανάπτυξης οριζόντιων δεξιοτήτων.
- Ενίσχυση συνεργασίας Πανεπιστημίων με τον επιχειρηματικό και τον δημόσιο τομέα με σκοπό: α) την αναβάθμιση του θεσμού της πρακτικής άσκησης, β) τη συνδιοργάνωση επισκέψεων σε επιχειρήσεις/οργανισμούς, γ) τη συμβολή των επιχειρήσεων σε πλευρές του Προγράμματος Σπουδών, δ) την οργάνωση σεμιναρίων με στελέχη επιχειρήσεων και αποφοίτων με σημαντική επαγγελματική εμπειρία.
- Θεσμοθέτηση μηχανισμών παρακολούθησης και πρόγνωσης των αναγκών του παραγωγικού συστήματος για γνωστικά πεδία και δεξιότητες με σκοπό την κατάλληλη προσαρμογή του αριθμού των εισακτέων.
- Ενίσχυση της εξωστρέφειας και της διεθνοποίησης των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων μέσω της δημιουργίας αγγλόφωνων προγραμμάτων σπουδών και της συνεργασίας με πανεπιστήμια του εξωτερικού.
- Αναβάθμιση της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης σε θεσμό που παρέχει ουσιαστική μόρφωση, καλλιεργεί την κριτική και δημιουργική σκέψη, και τα απαραίτητα εφόδια ψηφιακού μετασχηματισμού της οικονομίας και κοινωνίας. Πιο συγκεκριμένα:
- Αλλαγή μεθόδων διδασκαλίας και ενίσχυση της κουλτούρας καινοτομίας, ανάληψης πρωτοβουλιών, επιχειρηματικότητας και συνεργασίας, καθώς και των αντίστοιχων δεξιοτήτων.
- Ανάπτυξη μιας ευρείας γκάμας ψηφιακών δεξιοτήτων, μέσω και της ουσιαστικής χρήσης των νέων τεχνολογιών σε όλα τα μαθήματα.
- Αναβάθμιση της δευτεροβάθμιας και μεταλυκειακής τεχνικό-επαγγελματικής εκπαίδευσης, στοχεύοντας στη διαμόρφωση προγραμμάτων σπουδών που σχετίζονται με ειδικότητες υψηλής ζήτησης από δυναμικούς και εξωστρεφείς κλάδους της οικονομίας, λαμβάνοντας υπόψη και τις νέες τεχνολογικές (Industry 4.0) και θεσμικές εξελίξεις.
- Ενίσχυση της κατάρτισης του ανθρώπινου δυναμικού των επιχειρήσεων ιδιαίτερα των μικρομεσαίων, με δημόσια στήριξη μακροπρόθεσμου-μόνιμου χαρακτήρα (μέσω άμεσης χρηματοδότησης και παροχής φορολογικών κινήτρων), με σκοπό: α) την ανάπτυξη των ψηφιακών δεξιοτήτων των εργαζομένων, β) την ενίσχυση της κινητικότητας ιδιαίτερα των επιστημόνων, μηχανικών και τεχνικών, και γ) την ενδυνάμωση του θεσμού της μαθητείας.
- Αξιοποίηση των Ελλήνων επιστημόνων της διασποράς:
- Διαμόρφωση ενός μακροχρόνιου – και επαρκώς χρηματοδοτούμενου με ευέλικτες διαδικασίες - σχεδίου προσέλκυσης διακεκριμένων Ελλήνων της διασποράς και ξένων επιστημόνων ως επισκεπτών-ερευνητών.
- Παροχή κινήτρων για τη δικτύωση ή/και την επιστροφή στη χώρα αποφοίτων υψηλών προσόντων που εργάζονται στο εξωτερικό.
Εν κατακλείδι, ένα βασικό ζητούμενο για τη δρομολόγηση μιας ποιοτικής και διατηρήσιμης οικονομικής ανάπτυξης για τη χώρα μας, είναι η επίτευξη ενός ενάρετου κύκλου που περιλαμβάνει αφενός την προσέλκυση νέων και την ενίσχυση των υφιστάμενων δραστηριοτήτων έντασης γνώσης και καινοτομίας, αφετέρου την αντιστροφή του φαινομένου του “brain drain” και την περαιτέρω ενδυνάμωση και αξιοποίηση του ανθρώπινου κεφαλαίου της χώρας μας από το παραγωγικό σύστημα.
*Η Αιμιλία Πρωτόγερου είναι Ερευνήτρια στο Εργαστήριο Βιομηχανικής και Ενεργειακής Οικονομίας ΕΜΠ. Ο Παναγιώτης Παναγιωτόπουλος είναι Μεταδιδακτορικός Ερευνητής στο Εργαστήριο Βιομηχανικής και Ενεργειακής Οικονομίας ΕΜΠ