Κρίσιμη και ενδεχομένως καθοριστική για τη συνέχεια ίσως αποδειχτεί η τελευταία ολοκληρωμένη εβδομάδα του Οκτωβρίου για τις χρηματιστηριακές αγορές, καθώς μαζί με όλους τους υπόλοιπους αρνητικούς καταλύτες, όπως τα εξαιρετικά υψηλά επιτόκια, έχει ενσκήψει το γεωπολιτικό ρίσκο και ο φόβος γενίκευσης του πολέμου στη Μέση Ανατολή, με ό,τι μπορεί να συνεπάγεται αυτό.
Τα πάντα είναι ρευστά διεθνώς και το επενδυτικό περιβάλλον… ναρκοθετημένο, καθώς ανά πάσα στιγμή μπορεί να υπάρξει ανάφλεξη πρωτοφανούς μεγέθους, την ώρα που επίκειται η χερσαία επιχείρηση από την πλευρά του Ισραήλ, η οποία προς το παρόν καθυστερεί ύστερα από αίτημα της αμερικανικής πλευράς, ώστε να δοθούν περαιτέρω περιθώρια απελευθέρωσης ομήρων.
Έτσι οι αγορές βρίσκονται υπό το κράτος του φόβου που φέρνει το γεωπολιτικό ρίσκο και το ενδεχόμενο γενικευμένης σύρραξης στην πιο «ευαίσθητη» και κρίσιμη ενεργειακά περιοχή του πλανήτη. Αυτός είναι και ο λόγος, μαζί βεβαίως με τις αποδόσεις ρεκόρ στα ομόλογα, που σύμφωνα με το πρακτορείο Bloomberg οι μετοχές την περασμένη εβδομάδα είχαν μια… ομοιογενή συμπεριφορά – κυρίως πτωτική, χωρίς να ανταποκρίνονται στα καλά αποτελέσματα που ανακοίνωναν οι αμερικανικοί όμιλοι.
Την ώρα που τα κέρδη που ανακοινώνονται είναι πάνω από τις προβλέψεις για το 80% των εταιρειών που έχουν κάνει ανακοινώσεις στις ΗΠΑ, οι μετοχές είχαν αγελαία συμπεριφορά, κάτι που μαρτυρά ότι οι επενδυτές εστίαζαν στη μεγάλη εικόνα και στην ευρύτερη γεωπολιτική ανησυχία.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον το ελληνικό χρηματιστήριο, που έχει συμπληρώσει δύο θετικές - ανοδικές εβδομάδες, βάζοντας ένα φραγμό στον κατήφορο που είχε οδηγήσει το Γ.Δ. έως τις 1.105 μονάδες, καλείται να δείξει μικρή ή μεγαλύτερη αυτονόμηση ξανά, καθώς από σήμερα έχει «προίκα» την αναβάθμιση του ελληνικού αξιόχρεου από τον ισχυρό οίκο Standard and Poor’s την περασμένη Παρασκευή.
Πρόκειται για τον πρώτο οίκο που τον Απρίλιο του 2010 έριξε στο… καναβάτσο και στην κατηγορία junk την ελληνική οικονομία, με όλα τα συνεπακόλουθα, οπότε η τωρινή αναβάθμιση, έχει μεγάλη ουσιαστική αλλά και συμβολική αξία. Μολονότι η συγκυρία είναι δυσμενής, πρόκειται για μια ιστορική εξέλιξη για τη χώρα μας, την οικονομία, τις επιχειρήσεις, τις τράπεζες και το χρηματιστήριο.
Μετά τον μικρότερης εμβέλειας καναδικό οίκο DBRS, πλέον και η ελίτ των οίκων, η S&P βάζει την Ελλάδα ξανά στην πρώτη κατηγορία. Τα ελληνικά assets θα είναι πλέον επιλέξιμα από μεγάλους θεσμικούς, τα ομόλογα πλέον θα παίζουν στην πρώτη κατηγορία, ενώ και το χρηματιστήριο, αργά ή γρήγορα, νομοτελειακά θα ωφεληθεί, καθώς από το δεύτερο μισό του 2024, θα περιμένει και την αναβάθμισή του στις ανεπτυγμένες αγορές.
Ο οίκος τοποθέτησε το ελληνικό αξιόχρεο σε καθεστώς επενδυτικής βαθμίδας και σε ΒΒΒ- από ΒΒ+, δίνοντας σταθερό outlook. Πρόκειται για τον πρώτο από τους τρεις μεγάλους οίκους αξιολόγησης (Fitch, Moody's, S&P) που δίνει το investment grade στη χώρα μας.
Εξηγώντας τους λόγους της αναβάθμισης, η S&P τονίζει πως τα δημόσια οικονομικά της χώρας βελτιώνονται, ενώ από την κρίση του 2009-15 έχει καταγραφεί σημαντική πρόοδος στην αντιμετώπιση των οικονομικών και δημοσιονομικών ανισορροπιών. Οι πρόσθετες δομικές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις, σε συνδυασμό με τα κεφάλαια της ΕΕ, θα στηρίξουν ισχυρή ανάπτυξη έως το 2026, υποστηρίζοντας και τη συνεχιζόμενη μείωση του χρέους, τονίζει ο οίκος.
Την περασμένη εβδομάδα, σύσσωμες οι διεθνείς αγορές, σε Ασία, Ευρώπη και Αμερική κινήθηκαν πτωτικά, όμως το Χ.Α. έδειξε στοιχεία αυτονόμησης και άμυνας, κλείνοντας το πενθήμερο με άνοδο 0,45%. Ο FTSE 25 ενισχύθηκε κατά 1,08%, ο Mid Cap κέρδισε 0,44%, ενώ ο τραπεζικός δείκτης ξεχώρισε με έμφαση έχοντας άνοδο 2,79%. Σε επίπεδο Οκτωβρίου οι απώλειες του κεντρικού δείκτη διαμορφώνονται στο -2,85%, ενώ από τις αρχές του 2023 τα κέρδη του Γ.Δ. ανέρχονται στο +26,36%. O FTSE 25 σε επίπεδο τρέχοντος έτους ενισχύεται κατά 28,12%, ο Mid Cap είναι στο +34,37%, ενώ ο τραπεζικός κλάδος κρατάει κέρδη 47,21%.
Ηλ. Ζαχαράκης: Οι αναβαθμίσεις θα φέρουν κεφάλαια από παθητικά funds
Σε χθεσινό σημείωμα, ο διευθύνων σύμβουλος της Fast Finance ΑΕΠΕΥ Ηλίας Ζαχαράκης στέκεται στο γεγονός της αναβάθμισης τονίζοντας πως πλέον είναι δεδομένο ότι στην αγορά θα εισρεύσει νέο χρήμα σε βάθος χρόνου, ενώ το… στοίχημα είναι αν βραχυπρόθεσμα μπορέσουμε να αποκτήσουμε μία καλύτερη ανοδική τάση κόντρα στις ξένες αγορές ή θα συνεχίσουμε να κινούμαστε αμυντικά μέχρις ότου βρούμε σωστό βηματισμό με τους άλλους.
Τονίζει πως «από πλευράς δανεισμού η χώρα έχει καταφέρει να έχει καλύτερα επιτόκια από την Ιταλία και περίπου ίδια με την Ισπανία κάτι που θεωρείται μεγάλη επιτυχία. Το 2024 η χώρα εύκολα μπορεί να βγει και να αναχρηματοδοτήσει κοντά στα 9 δισ. ή και να φτιάξει ένα επιπλέον μαξιλάρι αν θέλει. Από την άλλη, από εδώ και πέρα θα έχουμε μόνιμα επαναξιολογήσεις του Χ.Α. από τους οίκους γεγονός που θα φέρνει νέα κεφάλαια προς επένδυση το επόμενο διάστημα από παθητικά funds.
Το timing των πακέτων του ΤΧΣ παίζει τον ρόλο του με τις διεργασίες να έχουν ήδη ξεκινήσει. Έχουμε τονίσει ότι η στάση αναμονής των ξένων κεφαλαίων έχει να κάνει με τα πακέτα, μιας και μία αγορά τόσο ρηχή όσο η δική μας μπορεί να τους στοιχίσει ακριβά αν αρχίσουν από τώρα να κινούνται επιθετικά στο ταμπλό. Το αρνητικό είναι ότι τα υψηλά επιτόκια φαίνεται ότι θα μείνουν για μεγάλο διάστημα μιας και ο πληθωρισμός φαίνεται να είναι ανθεκτικός και να μην αφήνει τις κεντρικές τράπεζες να αλλάξουν ρότα. Άλλωστε μην ξεχνάμε πως τα τελευταία πολλά χρόνια είχαμε σχεδόν μηδενικά επιτόκια γεγονός που έφτιαξε λίπος σε πολλές εταιρείες».
Αναφορικά με τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή ο χρηματιστής τονίζει πως «σίγουρα επηρεάζουν την ψυχολογία αρνητικά, μιας και ο φόβος για διάχυση δεν είναι αμελητέος. Έτσι μέρος των επενδυτών τόσο στο χρηματιστήριο όσο και στην πραγματική οικονομία “μαζεύονται” μέχρι να περάσει ο κίνδυνος ή να σταθεροποιηθεί η κατάσταση.
Η τιμή του χρυσού είναι αυτή που δείχνει ότι ο φόβος έχει ανέβει σε υψηλά επίπεδα μιας και λειτουργεί σαν επενδυτικό καταφύγιο σε δύσκολες περιόδους. Άλλωστε το χρυσάφι έχει μαζέψει τεχνικές δυνάμεις και δείχνει ότι το επόμενο διάστημα μπορεί να κάνει μεγάλη ανοδική κίνηση».
Σχετικά με τα τεχνικά δεδομένα ο κ. Ζαχαράκης τονίζει πως «η αγορά μας κινείται περισσότερο αμυντικά το τελευταίο διάστημα, ενώ ο τραπεζικός κλάδος είναι αυτός που μέχρι στιγμής κάνει την διαφορά με τους υπόλοιπους να περιμένουν μία κατοχύρωση των πολύ κοντινών αντιστάσεων για να δώσουν με την σειρά τους αγοραστικά σήματα. Ο ΓΔ χρειάζεται μία κατοχύρωση των 1.185 μονάδων για μια ανοδική λύση. Σε κάθε περίπτωση και εφόσον οι ξένες αγορές συνεχίζουν την πτωτική τους πορεία ο Γ.Δ. δεν πρέπει να χάσει την ζώνη των 1.160 μονάδων, καθώς αυτό θα τον έφερνε στα πρόσφατα χαμηλά του.
Καλώς ή κακώς το Ελληνικό χρηματιστήριο είναι σε τελείως διαφορετικό βηματισμό από τους ξένους χωρίς, αυτό να σημαίνει ότι είναι απαραίτητα αρνητικό. Σίγουρα επηρεαζόμαστε από τους ξένους παρόλα αυτά όπως έχουμε σημειώσει μπορεί να είμαστε πιο αμυντικοί στις πτώσεις και πιο επιθετικοί στις ανόδους. Μάλιστα ενδέχεται να είμαστε και πιο μπροστά χρονικά από τις μεγάλες κινήσεις κάτι που μπορεί να μας κάνει να κορυφώνουμε ή να υποχωρήσουμε νωρίτερα. Το μόνο σίγουρο είναι ότι σημαντικά κεφάλαια θα πέσουν στην αγορά κάτι που με μεγάλη σιγουριά μπορεί να μας πάει σε αισθητά υψηλότερα επίπεδα. Αυτή την στιγμή βιώσαμε και βιώνουμε την πρώτη σοβαρή διόρθωση μετά από πολύ μεγάλο διάστημα. Μένει να δούμε πότε θα τελειώσει για να μας δώσει την επόμενη μεγάλη κίνηση».
Μ. Χατζηδάκης: Ζωντανή η μακροπρόθεσμη ανοδική τάση
Από την πλευρά του, ο υπεύθυνος ανάλυσης της Beta Χρηματιστηριακή Μάνος Χατζηδάκης τονίζει πως «ο Γενικός Δείκτης κράτησε ζωντανή την μακροπρόθεσμη ανοδική τάση με έξι διαδοχικά κλεισίματα στο όριο της χρονοσειρά των 200 ημερών. Είναι εντυπωσιακή η άρνηση της αγοράς να πληρώσει χαμηλότερα επίπεδα τιμών κάτω από την «κόκκινη γραμμή» του εκθετικού μέσου όρου των 200 ημερών, αγοράζοντας χρόνο για μια ανοδική διαφυγή. Σε αυτή την πορεία αναμονής, ο MACD έμεινε αγορασμένος και προς το παρόν αποτελεί την μόνη βραχυπρόθεσμη θετική ένδειξη αντιστροφής του Γενικού Δείκτη.
Πολύ σύντομα ο Γενικός Δείκτης θα βρεθεί αντιμέτωπος με τον κινητό μέσο όρο των 30 ημερών ο οποίος έχει κατερχόμενη πορεία (1.194 μονάδες) και η σύγκλιση ενδεχομένως να δώσει αφορμή για διαφυγή προς την μία ή την άλλη κατεύθυνση. Όπως και να έχει η συσσώρευση ήταν απαραίτητη συνθήκη για να αποτοξινωθεί το κλίμα των έντονων διακυμάνσεων και να αποκλιμακωθεί η πίεση που είχε διάρκεια έξι εβδομάδες».