Εβδομάδα αναταράξεων, λόγω της αιφνίδιας έξαρσης του γεωπολιτικού ρίσκου αλλά και εξελίξεων για την ελληνική αγορά ήταν αυτή που παρήλθε, με το ελληνικό χρηματιστήριο να κλείνει με σημαντικά κέρδη, βάζοντας τέρμα σε ένα σερί έξι διαδοχικά πτωτικών εβδομάδων, που έφεραν το Γενικό Δείκτη σε υπερπουλημένα επίπεδα.
Ήταν μια εβδομάδα σημαντικής αύξησης του τζίρου, καθώς οι μέσες ημερήσιες συναλλαγές ανήλθαν στα 124,2 εκατ. ευρώ (αυξημένες κατά 50,1% έναντι της αμέσως προηγούμενης καθώς πέρασε και το πακέτο του 1,40% που κατείχε το ΤΧΣ στη Eurobank, ενώ μετά από καιρό είχαμε ανακοινώσεις κάποιων deals, κυρίως στον ευρύτερο χώρο της ακίνητης περιουσίας.
Ο Γ.Δ. παρά τη σημαντική πτώση 2,19% της Δευτέρας και -1,07% της Παρασκευής, κατάφερε να κλείσει με άνοδο 2,88%, κάτι που επιβεβαιώνει ότι αυτή η εβδομάδα είχε μεγάλες συγκινήσεις, εν μέσω αναταράξεων και μεταβλητότητας. Ο τραπεζικός δείκτης με τη σειρά του, παρά την πτώση 4,80% τη Δευτέρα και 1,13% την Παρασκευή, έβγαλε το πενθήμερο με άνοδο 3,90% βελτιώνοντας σημαντικά την εικόνα του.
Έτσι, σε επίπεδο έτους ο Γ.Δ. ενισχύεται σε ποσοστό 25,80%, ο FTSE 25 κερδίζει 26,75%, ο Mid Cap είναι στο +33,48%, ενώ ο τραπεζικός δείκτης στο +43,05%.
Η αγορά έδειξε αντανακλαστικά αυτοσυντήρησης καθώς αντέδρασε με εμφατικό τρόπο από τα χαμηλά των 1.105,15 μονάδων της Δευτέρας φτάνοντας έως το υψηλό των 1.206,94 μονάδων ενδοσυνεδριακά την Πέμπτη, καλύπτοντας μια απόσταση 100 και πλέον μονάδων.
Από το απόγευμα της Πέμπτης επανήλθαν μερικώς οι πωλητές καθώς τα κέρδη ήταν ιδιαίτερα μεγάλα για να αγνοηθούν, ενώ οι ρευστοποιήσεις συνεχίστηκαν και την Παρασκευή, αν και στο φινάλε υπήρξε περιορισμός απωλειών. Η συνεδρίαση της Παρασκευής χαρακτηρίστηκε από την κατακόρυφη μείωση του τζίρου που κατήλθε στα 74 εκατ. ευρώ έναντι 120 εκατ. ευρώ την Πέμπτη, κάτι που δείχνει ότι δεν υπήρξε διάθεση να σηκωθούν σημαντικά κεφάλαια από την αγορά.
Όμως η αγορά δεν μπορούσε να μην επηρεαστεί από το διεθνές κλίμα, καθώς οι ασιατικές αγορές έκλεισαν το πρωί με πτώση έως 2,33%, οι ευρωπαϊκές αγορές υποχωρούν έως 1,18%, ενώ μεικτά είναι τα πρόσημα στη Wall Street. Η τιμή του πετρελαίου ενισχύθηκε και πίεσε τις αγορές, μετά την επιβολή κυρώσεων από τις ΗΠΑ σε δύο ναυτιλιακές εταιρείες που παραβίασαν το πλαφόν τιμής για το ρωσικό πετρέλαιο.
Σε μια συγκυρία λοιπόν όπου τα πάντα είναι ραγδαία ευμετάβλητα, οι αμυντικές – συντηρητικές κινήσεις κέρδισαν έδαφος. Άλλωστε, αρκεί ένα Σαββατοκύριακο, όπως απέδειξε το προηγούμενο, για να ανατραπούν τα πάντα. Την Παρασκευή 6 Οκτωβρίου τα δεδομένα για τις αγορές, το γεωπολιτικό ρίσκο, τη μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή ήταν άλλα, όμως από το Σάββατο το πρωί και την επίθεση της Χαμάς, ο κόσμος άλλαξε. Σε βαθμό που ίσως δεν μπορούμε καν να φανταστούμε προς το παρόν.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, ο Γ.Δ. έκλεισε στις 1.169,66 μονάδες με πτώση 1,07%, έχοντας χαμηλό ημέρας στις 1.160,85 μονάδες (-1,82%). Ο FTSE 25 έφτασε να υποχωρεί έως 1,90% ενώ έκλεισε με πτώση 1,17% στις 2.853,81 μονάδες, ενώ ο Mid Cap υποχώρησε κατά 0,68% στις 1.883,96 μονάδες ενώ έφτασε να χάνει 1,53%. Τέλος ο τραπεζικός δείκτης έκλεισε στις 916,34 μονάδες με πτώση 1,13%, ενώ είχε χαμηλό ημέρας στις 904,82 μονάδες (-2,37%).
Στο χώρο του Large Cap πτώση κοντά στο 5% είχε η Jumbo, η Cenergy Holdings υποχώρησε κατά 4,43%, ενώ άνω του 1% έχασαν οι Πειραιώς, Lamda Development, Viohalco, Alpha Bank, Aegean Airlines, Τέρνα Ενεργειακή κ.α. Στον Mid Cap πτώση άνω του 2% είχαν οι ΕΧΑΕ, Dimand και AVAX, ενώ άνω του 1% υποχώρησαν οι Intracom Holdings, Fourlis, ΟΛΠ, Ideal Holdings, Profile και Intrakat. Στο σύνολο της αγοράς 44 μετοχές είχαν άνοδο έναντι 77 που υποχώρησαν.
Ο τραπεζικός δείκτης έκλεισε την εβδομάδα με άνοδο 3,90% και από τις αρχές του έτους κερδίζει 43,05%.
Η συνολική αξία των συναλλαγών στις συνεδριάσεις αυτής της εβδομάδος διαμορφώθηκε στα 621,710 εκατ. ευρώ, ενώ η μέση ημερήσια αξία συναλλαγών διαμορφώθηκε στα 124,342 εκατ. ευρώ από 82,374 εκατ. ευρώ την προηγούμενη εβδομάδα.
Η συνολική κεφαλαιοποίηση της αγοράς την εβδομάδα αυτή αυξήθηκε κατά 1,736 δισ. ευρώ και διαμορφώθηκε στα 79,598 δισ. ευρώ, ενώ από τις αρχές του έτους είναι αυξημένη κατά 13,736 δισ. ευρώ.