Διχασμένοι και ακόμη προβληματισμένοι εμφανίζονται οι επενδυτές στις διεθνείς αγορές, καθώς οι συνεχείς παρεμβάσεις των αρχών για να στηριχθεί το τραπεζικό σύστημα δεν έχουν πείσει πλήρως για την υπέρβαση αυτής της αναταραχής.
Το γεγονός, δε, ότι στις ΗΠΑ οι τράπεζες δανείστηκαν από τη Fed το ποσό των 152,85 δισ. δολαρίων έως τις 15 Μαρτίου, από μόλις 4,58 δισ. δολάρια μία εβδομάδα πριν στον απόηχο της κατάρρευσης της Silicon Valley Bank, δείχνει ότι την πίεση που δέχεται η ρευστότητα των τραπεζών. Αξίζει να σημειωθεί ότι πρόκειται για ποσό – ρεκόρ, καθώς το προηγούμενο ήταν 111 δισ. δολάρια και καταγράφηκε κατά τη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008. Εάν στο παραπάνω ποσό προστεθούν και τα 11,9 δισ. δανεισμού μέσω του νέο προγράμματος της Fed, Bank Term Funding Program, το συνολικό ποσό «ανεβαίνει» στο επίπεδο των 164,8 δισ. δολαρίων.
Παράλληλα η λήξη παραγώγων συνολικής αξίας 2,7 τρισ. δολαρίων στη Wall Street, έρχεται να προσθέσει ακόμη έναν παράγοντα ανησυχίας και μεταβλητότητας στις αγορές, ενώ οι διαχειριστές κεφαλαίων θα πρέπει είτε να κλείσουν τις τρέχουσες θέσεις τους είτε να ανοίξουν νέες, κάτι που θα δείξει και τις διαθέσεις των μεγάλων επενδυτών για τις αγορές.
Την ίδια ώρα οι UBS και Credit Suisse εμφανίζονται αρνητικές στο ενδεχόμενο συγχώνευσής τους, καθώς πέραν όλων των άλλων θα δημιουργούσε αρκετά προβλήματα και στον τρόπο λειτουργίας των δύο τραπεζών, ενώ οι ελβετικές αρχές, αν και δεν αποκλείουν ένα τέτοιο ενδεχόμενο, ανησυχούν και για το γεγονός ότι αυτή η κίνηση θα μπορούσε να οδηγήσει σε απώλεια αρκετών θέσεων εργασίας.
Η «γραμμή ζωής» ύψους 30 δισ. δολαρίων που προσέφεραν 11 κορυφαίες αμερικανικές τράπεζες στη First Republic Bank, μετά από παρέμβαση και τις Αμερικανίδας υπ. Οικονομικών Τζάνετ Γέλεν, δεν έχει απομακρύνει εντελώς την ανησυχία για την τράπεζα.
Οι πιέσεις για τη μετοχή της Credit Suisse επανήλθαν, καθώς σήμερα υποχωρεί 3,81%, ενώ απώλειες άνω του 4% εμφανίζει η μετοχή της First Republic Bank στις προσυνεδριακές συναλλαγές της Wall Street.
Οι αναλυτές σε αρκετές περιπτώσεις σπεύδουν να καθησυχάσουν τους επενδυτές, υποστηρίζοντας ότι δεν βρισκόμαστε αντιμέτωποι με φαινόμενα ανάλογα με αυτά της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008, καθώς από τη μία πλευρά οι ίδιες οι τράπεζες διαθέτουν υγιείς και θωρακισμένους ισολογισμούς και από την άλλη οι αρμόδιες αρχές έχουν «πάρει το μάθημά τους» και πλέον διαθέτουν πολύ περισσότερα εργαλεία για να αντιμετωπίσουν τα όποια προβλήματα υπάρξουν.
Αυτό άλλωστε ήταν το μήνυμα που έστειλε χθες η επικεφαλής της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, τονίζοντας ότι η κεντρική τράπεζα όχι μόνο διαθέτει μία ισχυρή εργαλειοθήκη παρέμβασης, αλλά και ότι είναι πρόθυμη και ικανή να δημιουργήσει και νέα προγράμματα, όπως το απέδειξε κατά τη διάρκεια της πανδημίας, με το έκτακτο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων ΡΕΡΡ.
Σε επίπεδο δεικτών ο Stoxx 600 εμφανίζει κέρδη 0,60%, ενώ άνοδο 0,55% σημειώνει ο DAX, με τον FTSE 100 να ενισχύεται 0,95%. Αντίθετα έντονη είναι η μεταβλητότητα και η σχεδόν συνεχής εναλλαγή πρόσημων στα futures της Wall Street, με τον S&P 500 κυμαίνεται από το -0,08% έως και το +0,40%.
Υπεραπόδοση για το ΧΑ
Στο παραπάνω περιβάλλον ανησυχίας και προσεκτικών κινήσεων η εγχώρια αγορά έως ένα βαθμό διαχωρίζει τη θέση της και κινείται καλύτερα από την Ευρώπη.
Ο Γενικός Δείκτης στις 12:27 έχει κέρδη 1,07% στις 1.042,99 μονάδες, με την αξία των συναλλαγών να φθάνει στα 28,1 εκατ. ευρώ. Στο +1,57% ο δείκτης υψηλής κεφαλαιοποίησης, με τον δείκτη μέσης κεφαλαιοποίησης να ενισχύεται 0,74%.
Οι τράπεζες εμφανίζονται έτοιμες να αναλάβουν, εκ νέου τη σκυτάλη, με τον κλαδικό δείκτη να έχει κέρδη που ξεπερνούν το 3%. Άνοδος 2,18% για την Alpha Bank, με τη Eurobank να ενισχύεται 5,28%, την Εθνική Τράπεζα στο +1,23%, ενώ 0,52% υψηλότερα κινείται η Τρ. Πειραιώς.
Ώθηση στην άνοδο προσφέρουν και οι μετοχές των ΟΤΕ και ΟΠΑΠ με κέρδη που ξεπερνούν το 2%, ενώ πιο ήπια είναι τα κέρδη για Coca-Cola HΒC και ΔΕΗ που ενισχύονται 0,21% και 0,63% αντίστοιχα.