Έναν οκταετή κύκλο στη διάρκεια του οποίου πέρασε δια πυρός και σιδήρου, μέσα από ένα σπάνιο συνδυασμό αρνητικών καταλυτών και δυσμενών εξελίξεων που… στοίχειωσαν για χρόνια την αγορά και την έφεραν στη μεγαλύτερη απαξίωση της ιστορίας, κλείνει η εγχώρια χρηματιστηριακή αγορά με την αναρρίχηση σε επίπεδα όπου βρισκόταν ξανά τον Δεκέμβριο του 2014.
Αυτή η οκταετία τα είχε όλα. Ακροβασίες με το Grexit και φλερτ επιστροφής στη δραχμή, capital controls, κλείσιμο τραπεζών και χρηματιστηρίου, δημοψήφισμα, την πιο οδυνηρή παγκόσμια πανδημία των τελευταίων εκατό ετών, έναν πόλεμο στο κατώφλι της Ευρώπης και τη χειρότερη κρίση στην ενέργεια τη σύγχρονη εποχή!
Εν μέσω αυτού του αρνητικού μωσαϊκού, το Χ.Α. «βούτηξε» δύο φορές κάτω από το όριο των 500 μονάδων, μία τον Φεβρουάριο του 2016 όταν κατήλθε στις 420 μονάδες, που είναι αρνητικό ρεκόρ 32 ετών και μία τον Μάρτιο του 2020 λόγω του σοκ του Covid-19. Πλέον, το Χ.Α. κερδίζει σχεδόν 100% από εκείνες τις περιόδους, επιστρέφοντας χθες, ύστερα από οκτώ χρόνια και 97 μήνες πλησίον του ορίου που είχε στις 8 Δεκεμβρίου 2014, επί διακυβέρνησης Αντ. Σαμαρά, όταν ο Γ.Δ. είχε κλείσει στις 1.035,08 μονάδες.
Η αγορά λοιπόν, σημειολογικά και ουσιαστικά, έκλεισε έναν μεγάλο κύκλο πτώσης και βρίσκεται, πλέον, στο κατώφλι των 1.000 μονάδων. Πρόκειται ασφαλώς για μια κομβική συγκυρία για το ελληνικό χρηματιστήριο, το οποίο δείχνει ότι αφήνει πίσω μια μακρά περίοδο μεγάλων κλυδωνισμών και αρνητικών αναταράξεων που κλόνισαν όλη την αγορά, την οικονομία και την επιχειρηματικότητα.
Χθες το Χ.Α. πραγματοποίησε την καλύτερη συνεδρίαση του 2023 και μια από τις πιο πειστικές και «γεμάτες» των τελευταίων μηνών, πετυχαίνοντας κλείσιμο στις 981,26 μονάδες με άνοδο 1,33%. Πλέον ο Γ.Δ. απέχει σχεδόν 2% από το σημειολογικό όριο των 1.000 μονάδων και όπως δείχνουν τα πράγματα και η δυναμική της αγοράς, σύντομα θα δοκιμάσει και αυτό το όριο, καθώς η άνοδος έρχεται με πολύ καλά ποιοτικά στοιχεία, με κυριότερο τις πολύ αυξημένες συναλλαγές.
Το ΧΑ βρίσκεται σε μια εντελώς διαφορετική συγκυρία σήμερα, καθώς η χώρα έχει βγει από τα μνημόνια και την επιτήρηση, οι τράπεζες έχουν «καθαρίσει» κατά το μεγαλύτερο ποσοστό από τα «κόκκινα» δάνεια, οι εισηγμένες παρουσίασαν το 2022 την κορυφαία χρήση της ιστορίας τους, ενώ η ελληνική οικονομία φαίνεται ότι θα διατηρήσει την αναπτυξιακή της δυναμική, καθώς άρχισε ήδη να υποδέχεται τα τεράστια κεφάλαια από το Ταμείο Ανάκαμψης.
Β. Χαρατσής: Το ελληνικό χρηματιστήριο είναι ακραία υποτιμημένο
Παρά την άνοδο που έχει σημειωθεί, η πεποίθηση των ανθρώπων της αγορές είναι ότι το ΧΑ παραμένει υποτιμημένο. «Η ελληνική χρηματιστηριακή αγορά είναι πάρα πολύ υποτιμημένη συγκριτικά με τις διεθνείς αγορές. Το 2008, πριν τη χρεοκοπία της Lehman Brothers, η μέση κεφαλαιοποίηση των ευρωπαϊκών χρηματιστηρίων ήταν στο 84% του ΑΕΠ, ενώ ακριβώς εκεί ήταν και η ελληνική αγορά. Τώρα, η μέση κεφαλαιοποίηση των ευρωπαϊκών αγορών συγκριτικά με το ΑΕΠ βρίσκεται στο 90%, ενώ η ελληνική αγορά είναι μόλις στο 30%».
Αυτά επισημαίνει στο BusinessDaily.gr ο διευθύνων σύμβουλος της Beta Χρηματιστηριακή και Γενικός Γραμματέας του ΣΜΕXΑ (Σύνδεσμος Μελών Χρηματιστηρίου Αθηνών) Βαγγέλης Χαρατσής, απαντώντας στο ερώτημα για το αν η ελληνική αγορά θα μπορέσει –αυτή τη φορά– να «πιάσει» και να διαπεράσει το όριο των 1.000 μονάδων.
«Οι 1.000 μονάδες αποτελούν μόνο ένα ψυχολογικό όριο, έχουν μόνο ψυχολογική σημειολογία για την αγορά και δεν αποτελούν ένα τεχνικό επίπεδο. Αν λοιπόν η ελληνική αγορά κάνει κίνηση να κλείσει – έστω και μερικώς, το gap συγκριτικά με τις ξένες αγορές, τότε θα μπορούσε κάλλιστα να βρίσκεται στις 1.400 ή στις 1.500 μονάδες», συμπληρώνει ο χρηματιστής.
Συνεχίζοντας ο κ. Χαρατσής επισημαίνει πως «όλες οι διεθνείς αγορές έχουν ξεκινήσει πολύ καλά τη χρονιά, πηγαίνοντας κόντρα στην αρνητική ψυχολογία που επικρατούσε έως πρότινος και έως τα τέλη σχεδόν του 2022, εν μέσω μπαράζ αρνητικών εκθέσεων και αναλύσεων για το πως θα κινηθεί το 2023. Όμως, οι αγορές ως γνωστόν δεν εκπληρώνουν αυτό που πιστεύουν οι πολλοί, έτσι και τώρα, εκπλήσσουν θετικά».
Ο χρηματιστής ξεχωρίζει τους λόγους της καλύτερης εικόνας του Χ.Α. έναντι των ξένων, τονίζοντας πως «υπήρχαν και υπάρχουν λόγοι υπεραπόδοσης. Είναι οι ίδιοι λόγοι που μας κράτησαν το 2022, όταν διεθνώς καταγράφηκε πτώση. Υπάρχει μια σειρά από παράγοντες και καταλύτες που διαφοροποιούν την ελληνική αγορά όπως:
1) Η ελληνική αγορά είναι θωρακισμένη από τις μεταβολές των επιτοκίων και όλες αυτές τις αναταράξεις, καθώς είμαστε “κλειδωμένοι” με μέσο επιτόκιο δανεισμού στο 1,5% έως το 2030.
2) Η ενεργειακή κρίση δεν επηρεάζει στο βαθμό που επηρεάζει άλλες οικονομίες την Ελλάδα, γιατί είμαστε μια οικονομία που δεν βασίζεται στη βιομηχανία, αλλά στην παροχή υπηρεσιών.
3) Υπάρχουν πολύ σημαντικές εισροές ισχυρών κεφαλαίων από το Ταμείο Ανάκαμψης, που σε μια οικονομία με το μέγεθος της ελληνικής, μπορούν να κάνουν τη διαφορά.
4) Οι τρεις από τις τέσσερις ελληνικές τράπεζες (πλην της Eurobank) διαπραγματεύονται με σοβαρό discount έναντι των αντίστοιχων ευρωπαϊκών.
5) H ελληνική οικονομία έχει μπροστά της την προοπτική της αναβάθμισης και της ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας. Αυτό έχει πρώτη και πιο άμεση αντανάκλαση στον τραπεζικό κλάδο που είναι αυτός που καθρεφτίζει τη βελτίωση των δεδομένων μιας οικονομίας, αυτός που αντανακλά το βελτιωμένο επενδυτικό προφίλ.
«Κλειδί» η μεγάλη αύξηση των συναλλαγών
Ένα από τα χαρακτηριστικά των ημερών είναι και τα μεγάλα πακέτα που αλλάζουν χέρια στις τράπεζες αλλά και σε blue chips της πραγματικής οικονομίας, όπως έγινε πρόσφατα με τη ΓΕΚ Τέρνα, τη ΔΕΗ, αλλά και τη Mytilineos (Fairfax).
Τα πακέτα πιστοποιούν τη δραστηριοποίηση πολύ ισχυρών «παικτών», καθώς σχεδόν σε όλες τις συνεδριάσεις του νέου έτους υπάρχει πολύ μεγάλη κινητικότητα, μετοχικές ανακατατάξεις που επιβεβαιώνουν το ενδιαφέρον για την ελληνική αγορά. Μετά τα πολύ μεγάλα πακέτα που έγιναν την περασμένη εβδομάδα σε Alpha Bank και Πειραιώς, χθες ήταν η σειρά της Eurobank στην οποία στις δημοπρασίες έγινε πακέτο 15 εκατ. τεμαχίων αξίας 17,7 εκατ. ευρώ, που αφορά στο 0,4% του συνόλου των μετοχών της.
Είναι σαφές ότι η αγορά προεξοφλεί κάτι… δυνατό, με πρώτη σκέψη ασφαλώς μια πιθανή αναβάθμιση από τον οίκο Fitch στις 27 Ιανουαρίου.
Ο Γ.Δ. στις δέκα πρώτες συνεδριάσεις του 2023 ενισχύεται σε ποσοστό 5,54% -έχοντας ξεπεράσει το +4,08% που έκανε στο σύνολο του 2022– ο FTSE 25 κερδίζει 5,89%, ο Mid Cap είναι στο +5,07%, ενώ ο τραπεζικός δείκτης ενισχύεται σε ποσοστό 12,91%.
Ευνοϊκά για τον τραπεζικό κλάδο λειτουργεί και το μπαράζ των θετικών εκθέσεων – αναλύσεων που δημοσιεύονται τελευταία από εγχώριους αλλά και διεθνείς οίκους. Η JP Morgan εστιάζει στην απόφαση του ΤΧΣ να προχωρήσει σε αποεπένδυση στις τράπεζες, κάτι που αποτελεί θετική είδηση και δίνει momentum στον κλάδο, ενώ η Εθνική Χρηματιστηριακή κάνει λόγο για «μεγάλο comeback των ελληνικών τραπεζών» και αναβαθμίζει τις τιμές στόχους.
Πιο συγκεκριμένα, διατυπώνει τιμή-στόχο τα 2,35 ευρώ για την Πειραιώς από 1,85 ευρώ πριν, με περιθώρια ανόδου 48%, για την Eurobank το 1,40 ευρώ από 1,35 ευρώ προηγουμένως με περιθώρια ανόδου 22%, και για την Alpha Bank το 1,55 ευρώ από 1,45 ευρώ πριν, με περιθώριο ανόδου 36%.