Η κατάρρευση της πλατφόρμας κρυπτονομισμάτων FTX, με την επακόλουθη σύλληψη του δημιουργού της Σαμ Μπάνκμαν-Φράιντ, δεν αποτελεί αποκλειστική επιτυχία των αρμόδιων διωκτικών αρχών, καθώς ρόλο – κλειδί διαδραμάτισε ο Ράιν Σάλαμ, πρών συνδιευθυντής της FTX Digital Markets, όπως δείχνουν τα επίσημα στοιχεία.
Ο Σάλαμ φρόντισε στις 9 Νοεμβρίου να ενημερώσει τις ρυθμιστικές αρχές στις Μπαχάμες, όπου η FTX έχει την έδρα της, ότι υπήρξαν μεταφορές χρημάτων πελατών της FTX στην εταιρεία Alameda Research (επίσης ιδιοκτησίας του Μπάνκμαν-Φράιντ) προκειμένου να καλυφθούν ζημίες της.
Ισχυρίστηκε, επίσης, ότι πέραν του Μπάνκμαν-Φράιντ, προκειμένου να γίνουν αυτές οι μεταφορές ήταν αναγκαίες οι υπογραφές δύο ακόμη κορυφαίων στελεχών, του πρώην διευθυντικού στελέχους Νισάντ Σιχ και του συνιδρυτή της FTX, Γκάρι Βάνγκ.
Το πρώην στέλεχος της πλατφόρμας υποστήριξε στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς στις Μπαχάμες ότι «τέτοιες μεταφορές δεν επιτρέπονταν και επομένως μπορεί να συνιστούν υπεξαίρεση, κλοπή, απάτη ή κάποιο άλλο έγκλημα», όπως προκύπτει από τα δικαστικά αρχεία.
Η αποκάλυψη προκάλεσε επείγον αίτημα από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς της χώρας, προς τον τοπικό αστυνομικό διευθυντή για έρευνα, σύμφωνα με τα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που περιλαμβάνονται στις δικαστικές καταθέσεις.
Οι καταθέσεις δείχνουν ότι κατά τη διάρκεια αυτής της κρίσιμης περιόδου πριν από την πτώχευση, ο Μπάνκμαν-Φράιντ αντάλλαξε μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου με διάφορους αξιωματούχους στις Μπαχάμες, συμπεριλαμβανομένων της επικεφαλής της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς αλλά και του γενικού εισαγγελέα της χώρας.
Πάντως ο Μπάνκμαν-Φράιντ παραμένει το μόνο ανώτερο στέλεχος που κατηγορείται για εγκλήματα και αντιμετωπίζει την έκδοσή του στις ΗΠΑ από τις Μπαχάμες, ενώ ο νέος επικεφαλής της πλατφόρμας, Τζον Ρέι ΙΙΙ σε χθεσινή κατάθεσή του στο αμερικανικό Κογκρέσο υποστήριξε ότι έχουν εξαφανιστεί περιουσιακά στοιχεία πελατών αξίας αρκετών δισεκατομμυρίων δολαρίων και δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο αυτά να έχουν μεταφερθεί παράνομα στην Alameda.