Σε «πονοκέφαλο» αποκωδικοποίησης των προθέσεων της Fed οδήγησε ο πρόεδρός της Τζερόμ Πάουελ τους επενδυτές σε διεθνές επίπεδο, οι οποίοι προσπαθούν να κατανοήσουν εάν τελικώς η τράπεζα θα γίνει ή όχι πολύ επιθετική στις αυξήσεις επιτοκίων.
Ταυτόχρονα, όμως, δεν φαίνεται ο φόβος αυτός να είναι και τόσο ισχυρός, καθώς ακόμη και στις ευρωπαϊκές αγορές, οι οποίες κινούνται πτωτικά, δεν καταγράφονται διαθέσεις sell off αλλά περισσότερο μία προσπάθεια εκ μέρους των επενδυτών από τη μία πλευρά να μην αυξήσουν την έκθεσή τους και από την άλλη να παραμείνουν ενεργοί στο trading.
Αυτή η εκτίμηση αποτυπώθηκε και στη χθεσινή συνεδρίαση της Wall Street, την οποία χαρακτήρισε έντονη μεταβλητότητα, αλλά και στις σημερινές συνεδριάσεις των ευρωπαϊκών αγορών, οι οποίες ξεκίνησαν με ισχυρή πτώση, για να σβήσουν ενδοσυνεδριακά μεγάλο μέρος της και πλέον, να κινούνται ήπια πτωτικά, με τον Stoxx 600 να υποχωρεί μόλις 0,2%. Με θετικό πρόσημο κινούνται τα futures της Wall Street, με τους τρεις βασικούς δείκτες να ενισχύονται μεταξύ 0,1% και 0,4%. Πτωτικές τάσεις εμφανίζονται στο Χρηματιστήριο Αθηνών, με τον Γενικό Δείκτη να υποχωρεί 0,74%. Στην αγορά ομολόγων, η απόδοση του αμερικανικού 10ετούς - που αποτελεί βαρόμετρο γι' αυτήν- υποχωρεί ελαφρά στο 1,82%, ενώ χθες είχε φθάσει έως και το 1,86%.
Το πρόβλημα δημιουργήθηκε όχι από αυτήν καθ’ αυτήν την ανακοίνωση της Fed, η οποία ήταν ιδιαίτερα ήπια και καθ’ όλα αναμενόμενη, αλλά από τις δηλώσεις του κ. Πάουελ αμέσως μετά την ολοκλήρωση της διήμερης συνεδρίασης της τράπεζας. Η απάντησή του, μετά από σχετική ερώτηση, ότι «υπάρχει αρκετός χώρος για αύξηση των επιτοκίων χωρίς αυτό να βλάψει την αγορά εργασίας», δημιούργησε την αίσθηση ότι η Fed θα μπορούσε να καταστεί ιδιαίτερα επιθετική.
Σύμφωνα με αρκετούς αναλυτές η δήλωση Πάουελ είχε ως βασικό της στόχο να ικανοποιήσει τον Λευκό Οίκο, με τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, σε πρόσφατη συνέντευξή του να ξεκαθαρίζει ότι «είναι δουλειά της Fed να οδηγήσει σε αποκλιμάκωση τον πληθωρισμό». Οι ενδιάμεσες εκλογές στις ΗΠΑ πραγματοποιούνται τον Νοέμβριο και η χώρα έχει ήδη, εισέλθει σε προεκλογική διάθεση, γεγονός που ενισχύει περισσότερο την αβεβαιότητα για τις αγορές.
Ένας ακόμη παράγοντας που φαίνεται να ανησυχεί τους επενδυτές είναι και οι πολύ υψηλές αποτιμήσεις, κυρίως στην τεχνολογία, λόγω και του ράλι που καταγράφηκε το 2021, ενώ στην Ευρώπη το γεωπολιτικό ρίσκο με την «κόντρα» Δύσης και Ρωσίας για την Ουκρανία ενισχύει περισσότερο τη μεταβλητότητα των αγορών, καθώς κρατάει σε υψηλά επίπεδα,πάνω από 90 ευρώ ανά μεγαβατώρα, την τιμή του φυσικού αερίου.
Την πιθανότητα η μεταβλητότητα να διατηρηθεί και το επόμενο διάστημα εξέφρασε και ο Τομπάιας Άντριαν, οικονομικός σύμβουλος και επικεφαλής του τμήματος Νομισματικής Πολιτικής και Αγορών του ΔΝΤ, σε σημερινή συνέντευξή του στο δίκτυο CNBC. Όπως υποστήριξε η διαφαινόμενη διάθεση των κεντρικών τραπεζών να ασκήσουν μία πιο σφιχτή νομισματική πολιτική, προκειμένου να πατάξουν τον πληθωρισμό, μπορεί να οδηγήσει τις ριψοκίνδυνες επενδύσεις, μεταξύ των οποίων και οι μετοχές, σε σημαντικές απώλειες.
«Αναμένουμε πιο σφιχτή νομισματική πολιτική και ως εκ τούτου πιο δύσκολες χρηματοοικονομικές συνθήκες. Αυτό μπορεί να οδηγήσει τα ριψοκίνδυνα assets, όπως οι μετοχές ακόμη και σε sell off», εκτίμησε το στέλεχος του Ταμείου. Σημείωσε ακόμη ότι οι κεντρικές τράπεζες θα πρέπει να βρουν τρόπους ώστε να «περνούν» τα μηνύματα που θέλουν στις αγορές με όσο το δυνατόν πιο σαφή τρόπο, ώστε να μην δημιουργούνται παρανοήσεις που μπορούν να προκαλέσουν πανικόβλητες ρευστοποιήσεις εκ μέρους των επενδυτών.