Η εντυπωσιακή ανθεκτικότητα της κερδοφορίας των ελληνικών εισηγμένων εταιρειών, σε συνδυασμό με τις ελκυστικές αποτιμήσεις των μετοχών τους αποτέλεσαν το μεγάλο δέλεαρ που προσέλκυσε μεγάλες τοποθετήσεις ξένων θεσμικών χαρτοφυλακίων, ανεβάζοντας πάνω από τα 100 εκατ. ευρώ τον μέσο ημερήσιο τζίρο στις τελευταίες τέσσερις συνεδριάσεις και οδηγώντας τον Γενικό Δείκτη σε επίπεδα όπου βρισκόταν το μακρινό 2014, πριν τις δραματικές περιπέτειες της εθνικής οικονομίας και της αγοράς το 2015.
Όπως αποκαλύπτουν στοιχεία που δημοσιεύονται στην έκθεση στρατηγικής της HSBC για τις αναδυόμενες αγορές, οι ελληνικές εισηγμένες που μετέχουν στους δείκτες FTSE των αναδυόμενων αγορών είχαν μία από τις μικρότερες πτώσεις κερδών ανά μετοχή στον πρώτο χρόνο της πανδημίας, ενώ σημείωσαν εντυπωσιακή ανάκαμψη το 2021, υπερκαλύπτοντας τις απώλειες της προηγούμενης χρονιάς. Την ίδια στιγμή, η σχέση τιμής/ κερδών (P/E), ένα βασικό μέτρο αποτίμησης των μετοχών, παρέμεινε σε χαμηλά επίπεδα, σε σχέση με τις άλλες αναδυόμενες αγορές.
Όπως φαίνεται στον πίνακα της HSBC, που βασίζεται σε στοιχεία της Factset για το 2020 και στις μέσες εκτιμήσεις των αναλυτών της αγοράς για το 2021 και το 2022, οι ελληνικές εισηγμένες έχασαν το 2020 μόνο το 11,3% των κερδών τους ανά μετοχή (EPS), ενώ εκτιμάται ότι το 2021 ανέκαμψαν θεαματικά, με αύξηση 180,3% στα EPS και προβλέπεται ότι το 2022 θα συνεχίσουν την πορεία ανόδου με μια αύξηση κατά 15,4%.
Αυτές οι επιδόσεις είναι μακράν καλύτερες από τις πιο «κοντινές» στις ελληνικές μετοχές των ευρωπαϊκών αναδυόμενων αγορών, όπου τα κέρδη ανά μετοχή μειώθηκαν κατά 27,6% το 2020, αυξήθηκαν κατά 65,1% το 2021 και προβλέπεται να αυξηθούν μόλις 5,5% το 2022.
Ταυτόχρονα, το P/E των ελληνικών μετοχών παρέμεινε εξαιρετικά ελκυστικό, καθώς διαμορφώθηκε σε 10,9 φορές το 2021 και εκτιμάται ότι θα υποχωρήσει το 2022 σε μονοψήφιο αριθμό (9,4 φορές), δηλαδή πολύ κοντά στον μέσο όρο όλων των αναδυόμενων αγορών και πολύ χαμηλότερα από τις ευρωπαϊκές αναδυόμενες, όπου η σχέση τιμής κερδών εκτιμάται πέριξ των 15 φορών για το 2021 και το 2022.
Η σχέση τιμής/κερδών (P/E) και η ανάπτυξη των κερδών ανά μετοχή (EPS) στις αναδυόμενες αγορές
Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά ανθεκτικής κερδοφορίας και χαμηλών αποτιμήσεων των ελληνικών μετοχών φαίνεται πώς αποτέλεσαν τον ισχυρότερο μαγνήτη επενδυτικών κεφαλαίων από το εξωτερικό, που εισέρρευσαν με γρήγορους ρυθμούς στις πρώτες συνεδριάσεις του 2022, όταν και «χτίζονται» οι θέσεις τους για όλη τη χρονιά (January Effect).
Είναι χαρακτηριστικό ότι η HSBC δεν δίνει απλώς μια σύσταση "overweight" για τις ελληνικές μετοχές, προτρέποντας τους επενδυτές να διαμορφώσουν τις θέσεις τους σε υψηλότερο επίπεδο από τη συμμετοχή των ελληνικών τίτλων στους διεθνείς δείκτες αναδυόμενων αγορών. Αλλά δίνει μια σύσταση... καραμπινάτου "overweight", καθώς προτείνει στους επενδυτές να κρατήσουν θέσεις στην Ελλάδα σε ποσοστό 67% υψηλότερο από το αντίστοιχο ποσοστό συμμετοχής της στους δείκτες (0,5% έναντι 0,3%). Πρόκειται για την πιο «βαριά» σύσταση overweight που δίνει στους επενδυτές η HSBC, με μοναδική εξαίρεση την αγορά της Ουγγαρίας, για την οποία προτείνει στάθμιση 0,6% έναντι συμμετοχής 0,3% στον δείκτη αναδυόμενων αγορών FTSE.
Οι επενδυτικές σταθμίσεις της HSBC
Ξεκίνημα υψηλών ταχυτήτων
Σε αυτό το κλίμα, το ελληνικό χρηματιστήριο έχει κάνει το καλύτερο ξεκίνημα των τελευταίων πολλών ετών το 2022, καθώς με συνοπτικές διαδικασίες, ενίσχυση συναλλαγών και διάχυση ενδιαφέροντος, όχι μόνο έσβησε εντελώς τις απώλειες που προήλθαν την τελευταία διετία του Covid-19, αλλά χθες έκλεισε στο υψηλότερο επίπεδο από τον Δεκέμβριο του 2014!
Μέσα σε ελάχιστες συνεδριάσεις η αγορά υποσκέλισε τη ζημιά από την πανδημία επιστρέφοντας στα επίπεδα που είχε τις τελευταίες ημέρες της διακυβέρνησης Αντώνη Σαμαρά, λίγο πριν προκηρυχτούν εκλογές για τις 25 Ιανουαρίου 2015 όπου και άλλαξε το πολιτικό σκηνικό.
Πρόκειται για έναν κύκλο 85 μηνών, τον οποίο πλέον κλείνει το ελληνικό χρηματιστήριο, πιστοποιώντας ότι κάτι αλλάζει στην οικονομία, στις επιχειρήσεις και ευρύτερα στη χώρα. Η αγορά, με την αναρρίχησή της χθες στις 950 μονάδες κλείνει μια περίοδο που περιελάμβανε δραματικά γεγονότα, όπως το δημοψήφισμα του Ιουλίου 2015, τα capital controls, το κλείσιμο του χρηματιστηρίου για πέντε εβδομάδες (κάτι που έγινε για πρώτη φορά σε καιρό ειρήνης) και τις επικίνδυνες ακροβασίες με το Grexit.
Η αγορά και σύσσωμη η ελληνική οικονομία είναι κάτω από εντελώς διαφορετικό πρίσμα, καθώς η χώρα έχει μπει σε μια διαφορετική τροχιά ανάπτυξης, παρά την πανδημία, ενώ και οι διεθνείς αγορές βρίσκονται σχεδόν τρεις φορές υψηλότερα από τα προ 7ετίας επίπεδά τους.
Παράλληλα, το Χ.Α. κλείνει και τα δύο χρόνια της πανδημίας, καθώς έστω και με παροιμιώδη καθυστέρηση συγκριτικά με τις ξένες αγορές, πλέον ο Γενικός Δείκτης αλλά και μεγάλο τμήμα των μετοχών έχουν υποσκελίσει τη ζημιά που έγινε τη διετία του Covid-19, ανοίγοντας μια νέα εποχή με περισσότερη αισιοδοξία.
Σε κάθε περίπτωση, το ελληνικό χρηματιστήριο δεν κάνει τίποτα άλλο από το να ακολουθεί –έστω και πολύ ετεροχρονισμένα– την κίνηση των διεθνών αγορών, που εδώ και ενάμιση χρόνο έχουν υποσκελίσει τη ζημιά από τον Covid-19, αναρριχόμενες έκτοτε σε διαρκή ιστορικά υψηλά, έχοντας και το 2021 υπερδιπλάσιες αποδόσεις συγκριτικά με το «φτωχό» +10,43% που έκανε το Χ.Α.
Βεβαίως, το «σπάσιμο» των αντιστάσεων και η υπέρβαση της αγοράς που έγινε χθες, θα πρέπει να επιβεβαιωθεί και στη σημερινή και τις επόμενες συνεδριάσεις, ενώ το αλάνθαστο κριτήριο είναι το «φίλτρο των τριών ημερών». Θα πρέπει δηλαδή η αγορά να μην παλινδρομήσει αλλά να κρατήσει την υπέρβαση ώστε να «χτίσει» περαιτέρω πάνω σε αυτήν.
Ο στόχος των 1.000 μονάδων και το ξύπνημα κωδικών λιανικής
Έτσι, επόμενος εφικτός στόχος δεν είναι άλλος από τις 1.000 μονάδες, με τους αναλυτές να σημειώνουν ότι επόμενη ισχυρή αντίσταση εντοπίζεται στις 1.040 μονάδες. Επίπεδα απολύτως βατά για μια αγορά που ο Γενικός Δείκτης – όλα τα τελευταία χρόνια - «αδικεί» ένα μεγάλο μέρος μετοχών, που ήδη κινούνται σε υψηλά 13 ετών (όπως ο ΟΤΕ), ή σε ιστορικά υψηλά (όπως Quest Συμμετοχών, Cenergy Holdings κ.α.).
Ασφαλώς οι τράπεζες βρίσκονται σε υπεραγορασμένα επίπεδα ύστερα από το +12,30% που έχουν κάνει στις έξι πρώτες συνεδριάσεις του 2022, όμως το λίαν θετικό στοιχείο είναι ότι ενώ χθες ο κλάδος έκανε πίσω, στη συνεδρίαση πρωταγωνίστησαν οι μετοχές πραγματικής οικονομίας, τόσο στον Large Cap, όσο και στον Mid Cap αλλά και χαμηλότερα.
Ένα αξιοσημείωτο στοιχείο της αγοράς λοιπόν είναι η διεύρυνση του ενδιαφέροντος για μεγαλύτερο φάσμα του ταμπλό, κάτι που αποδεικνύεται από την τελική συγκομιδή της χθεσινής συνεδρίασης όπου 106 μετοχές ενισχύθηκαν έναντι μόλις 23 που υποχώρησαν, συσχετισμός όχι συνηθισμένος. Όπως σημειώνουν χρηματιστές, η εικόνα της αγοράς και η «παρέλαση» ισχυρών χαρτοφυλακίων όλες τις τελευταίες ημέρες ακολουθείται από το «ξύπνημα» και κωδικών λιανικής, που εσχάτως επανακάμπτουν θέλοντας να προλάβουν το τρένο της αγοράς.
Αυτό δημιουργεί ένα ανατροφοδοτούμενο σκηνικό καθώς καταγράφεται ένα rotation επιλογών, που δημιουργεί μια ενδιαφέρουσα εικόνα, η οποία παραπέμπει σε μια αγορά με αντανακλαστικά, ζωντάνια, τέμπο και εναλλαγές, αντιστρόφως ανάλογη με ό,τι επικρατούσε το προηγούμενο 9μηνο της συσσώρευσης.
Κύριος καταλύτης ποιότητας της κίνησης στο Χ.Α. ασφαλώς είναι η ενίσχυση συναλλαγών το τελευταίο 4ήμερο. Στη συνεδρίαση της Παρασκευής ο τζίρος ξεπέρασε τα 71 εκατ. ευρώ, τη Δευτέρα έφτασε στα 100,82 εκατ., την Τρίτη στα 117,88 εκατ. ευρώ και χθες στα 128,47 εκατ. ευρώ. Δηλαδή μόνο αυτό το τριήμερο έχει διακινηθεί τζίρος 347 εκατ. ευρώ, ενώ μαζί με τη συνεδρίαση της Παρασκευής φτάνουμε στα 419 εκατ. ευρώ μόλις σε τέσσερις συνεδριάσεις.
Οι εισροές είναι σημαντικές, όπως και ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι χθες οι συναλλαγές στις τράπεζες περιορίστηκαν μερικώς συγκριτικά με την Τρίτη, ενώ ενισχύθηκαν κατά πολύ οι κινήσεις σε μετοχές της πραγματικής οικονομίας, τόσο του FTSE 25 όσο και του Mid Cap αλλά και χαμηλότερα. Στον Mid Cap διακινήθηκαν 7,86 εκατ. ευρώ που είναι ένας από τους μεγαλύτερους τζίρους των τελευταίων πολλών ετών.
Όλα τα συμφραζόμενα της χθεσινής συνεδρίασης αντανακλούν τις ισχυρές προσδοκίες ανάπτυξης για το 2022. Επιχειρηματική κινητικότητα, πολλαπλά deals, εξαγορές και συμφωνίες, Ταμείο Ανάκαμψης, αλλά και η βάσιμη πίστη ότι η πανδημία δεν θα προκαλέσει νέα κλεισίματα της οικονομίας, συνηγορούν στη θετική ανάγνωση των εξελίξεων, με την αγορά απλώς να αντανακλά αυτή την εικόνα.
Τα αξιοσημείωτα στατιστικά του 2022
Στις πρώτες εφτά συνεδριάσεις του 2022 ο Γενικός Δείκτης κλείνει θετικά στις έξι εξ αυτών, ενώ συνολικά από τις 20 Δεκεμβρίου η αγορά κλείνει ανοδικά στις δώδεκα από τις 15 συνεδριάσεις που έχουν πραγματοποιηθεί. Εντός του 2022 ο Γ.Δ. ενισχύεται σε ποσοστό 6,39%, ο FTSE 25 κερδίζει 6,98%, ο Mid Cap βρίσκεται στο +5,61%, ενώ ο τραπεζικός δείκτης ηγείται του ράλι κερδίζοντας 12,30%! Με λίγα λόγια, ο τραπεζικός δείκτης μέσα σε εφτά ημέρες ξεπέρασε την επίδοση που είχε (+10,72%) καθ’ όλη τη διάρκεια του 2021!
Στις τράπεζες, ξεχωρίζει με έμφαση η Alpha Bank που ενισχύεται σε ποσοστό 14,21% με συναλλαγές που ξεπερνούν τα 95 εκατ. ευρώ μόνο το τελευταίο 4ήμερο, που σημαίνει ότι έχει διακινήσει σχεδόν το ¼ του συνολικού τζίρου της αγοράς! Η Eurobank κερδίζει 14%, η Εθνική είναι στο +9,41% και η Πειραιώς +8,53%.
Κατά τα λοιπά, χθες ξύπνησαν και πολλά blue chips δίνοντας σημαντικές αποδόσεις με τη Jumbo να κερδίζει 4,99% ανεβάζοντας τα κέρδη από την αρχή του έτους στο +13,65%. Κέρδη 3,97% είχε η Quest Συμμετοχών, άνω του 3% ενισχύθηκαν οι ΕΛΠΕ, Τιτάν, ElvalHalcor κ.ο.κ. Αξίζει να σημειωθεί πως η Τιτάν έχει ένα 6ήμερο ανοδικό σερί με απόδοση +10,31%.
Στις χαμηλότερες αποτιμήσεις, η Intracom Holdings είναι στο +11%, Fourlis +12,73%, EXAE +6,74%, Παπουτσάνης +14,10%, Ευρωπαϊκή Πίστη +16,7%, Μοτοδυναμική +18%, CPI +18,32%, Byte Computer +16,43%, ΑΝΕΚ +15%, Δρομέας +17%, Ίλυδα +14% κ.α.