Σε ζώνη υψηλού κινδύνου για διόρθωση παραμένουν οι αγορές, καθώς οι οικονομίες δεν φαίνεται ότι θα βγουν γρήγορα από το ιδιότυπο καθεστώς «ενεργειακής ομηρίας», που έχει φέρει στο προσκήνιο τις έντονες ανησυχίες για έξαρση του πληθωρισμού και επιβράδυνση της ανάκαμψης μετά την πανδημία.
Η χθεσινή ημέρα ήταν απόλυτα ενδεικτική της έντονης αστάθειας που μεταδίδεται από τις ενεργειακές αγορές στα χρηματιστήρια. Ο ευρωπαϊκός δείκτης Stoxx 600 έφθασε να «γράφει» το πρωί απώλειες άνω του 2%, καθώς προκάλεσαν αναστάτωση οι ακραίες διακυμάνσεις στις τιμές φυσικού αερίου στις ευρωπαϊκές αγορές, με άλμα 40% στην Ολλανδία, που είναι και η αγορά αναφοράς για την ηπειρωτική Ευρώπη και 60% στη Βρετανία.
Μέχρι το κλείσιμο των συναλλαγών στα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια, οι απώλειες είχαν περιορισθεί στο 1%, καθώς ηρέμησαν και τα νεύρα στις αγορές του φυσικού αερίου και αποκλιμακώθηκαν οι τιμές. Μέσα στον Οκτώβριο, ο Stoxx 600 δεν έχει καταφέρει να «σηκώσει κεφάλι», καθώς σημειώνει μικρή πτώση, μετά την υποχώρηση κατά 3,4% τον Σεπτέμβριο, μήνα έναρξης της ευρωπαϊκής ενεργειακής κρίσης.
Στην άλλη όχθη του Ατλαντικού, οι βασικοί χρηματιστηριακοί δείκτες κατάφεραν να ξεπεράσουν τις αρχικές απώλειες και να κλείσουν με μικρή άνοδο, χάρη σε ένα πολιτικό γεγονός, την ανακωχή στη Γερουσία για το όριο χρέους, που απομακρύνει τον άμεσο κίνδυνο αθέτησης πληρωμών από το αμερικανικό Δημόσιο. Όμως, και στις ΗΠΑ οι φόβοι για υψηλές τιμές στην ενέργεια αυτό τον χειμώνα, που θα έδιναν νέα ορμή στον πληθωρισμό, θα περιόριζαν τη δυναμική της ανάπτυξης και θα έφερναν πιο αυστηρή νομισματική πολιτική από την Fed εξακολουθούν να προβληματίζουν έντονα τους επενδυτές.
Τα σύννεφα που έχουν σωρευθεί στον ορίζοντα των μεγάλων χρηματιστηρίων είναι πολλά και απειλούν να φέρουν τη… βροχή της διόρθωσης, αλλά ο παράγοντας της ενέργειας μπορεί να γίνει ο καταλύτης που θα καθορίσει αν θα επιβεβαιωθεί το καλό ή το κακό σενάριο ως το τέλος του έτους.
Τα επίπεδα τιμών σε ΗΠΑ και Ευρώπη είναι κοντά στα ιστορικά υψηλά, όπως και οι αποτιμήσεις με βάση τη σχέση τιμής / κερδών. Όμως, μέχρι τώρα, όπως επισημαίνουν οι αναλυτές της Deutsche Bank, αναφερόμενοι στις αμερικανικές μετοχές, οι εταιρείες για πέντε συνεχή τρίμηνα ανακοίνωναν βελτιωμένα αποτελέσματα πάνω από τις προβλέψεις των αναλυτών και αυτό έδινε μια βάση για να δικαιολογηθούν τα ιστορικά υψηλά των τιμών. Αυτές οι εξαιρετικές επιδόσεις αρχίζουν να «σβήνουν», με αποτέλεσμα να θεωρείται εύλογη μια διόρθωση.
Σε μακροοικονομικό επίπεδο, η ανάκαμψη μετά την πανδημία ήταν αρκετά ισχυρή, αλλά φαίνεται ότι από το καλοκαίρι ήδη αρχίζει να επιβραδύνεται. Παράλληλα, ο πληθωρισμός κερδίζει συνεχώς έδαφος και οδηγεί ήδη την Fed στην απόφαση να αυξήσει το επιτόκια μέσα στο 2022 και όχι το 2023 και να αρχίσει τη μείωση των αγορών ομολόγων πριν το τέλος του έτους. Η ΕΚΤ δεν βιάζεται να κινηθεί στην ίδια κατεύθυνση, είναι όμως σαφές ότι ο πληθωρισμός περιορίζει τα περιθώρια διατήρησης της εξαιρετικά χαλαρής πολιτικής της, κάτι που αναμένεται σύντομα να φανεί μέσω της μείωσης των αγορών ομολόγων.
Σε αυτό το πλαίσιο, οι τιμές της ενέργειας θα κρίνουν την πορεία των εξελίξεων στις οικονομίες και τις αγορές. Αν διατηρηθούν τα προβλήματα στην πλευρά της προσφοράς και αποδειχθεί ότι ο χειμώνας θα είναι βαρύς στο βόρειο ημισφαίριο, το ράλι των τιμών πετρελαίου και φυσικού αερίου πιθανόν να ξεφύγει από τον έλεγχο και να γίνει ο καταλύτης μιας σοβαρής διόρθωσης στις αγορές. «Να προσευχόμαστε για ήπιο χειμώνα», δήλωσε πριν από λίγες ημέρες ο Ευάγγελος Μυτιληναίος, καταγράφοντας με πολύ εύγλωττο τρόπο τη διεθνή ανησυχία για τις εξελίξεις που θα μπορούσε να φέρει ένας κρύος χειμώνας στις σημερινές συνθήκες αστάθειας των ενεργειακών αγορών.
Κατάσταση ομηρίας
Αν οι καιρικές συνθήκες έχουν μείζονα σημασία για την εξέλιξη αυτής της ενεργειακής κρίσης, αφού θα καθορίσουν τη ζήτηση καυσίμων, κρίσιμο ρόλο στις εξελίξεις από την πλευρά της προσφοράς θα έχουν οι δύο ισχυροί άνδρες της παγκόσμιας ενεργειακής σκηνής, ο Ρώσος πρόεδρος Βλ. Πούτιν και ο Σαουδάραβας πρίγκιπας διάδοχος, Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν. Μέχρι τώρα, και οι δύο βασικοί προμηθευτές καυσίμων της παγκόσμιας αγοράς, δείχνουν να επιδιώκουν, για τους δικούς τους λόγους, τη διατήρηση του ιδιότυπου καθεστώτος ομηρίας των αγορών και οικονομιών, που διατηρεί σε πολύ υψηλά επίπεδα τις τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου.
Δεν είναι μυστικό ότι η διαταραχή στην αγορά ενέργειας της Ευρώπης άρχισε τον Σεπτέμβριο, αφού είχε ήδη φανεί από τον Αύγουστο ότι η Gazprom, το μονοπώλιο φυσικού αερίου της Ρωσίας, δεν αύξανε την προσφορά στον βαθμό που χρειαζόταν για να αναπληρωθούν τα ευρωπαϊκά αποθέματα φυσικού αερίου, που είχαν υποχωρήσει σε πολύ χαμηλά επίπεδα μετά τον βαρύ περυσινό χειμώνα. Πίσω από αυτή τη στάση της Ρωσίας, πολλοί αναλυτές βλέπουν ότι ο Βλ. Πούτιν επιχειρεί να παίξει ένα μεγάλο πολιτικό παιχνίδι, χρησιμοποιώντας την ισχύ που του δίνει το γεγονός ότι η Ευρώπη εξαρτάται για το 60% των εισαγωγών φυσικού αερίου από τη Ρωσία.
Οι χθεσινές εξελίξεις επιβεβαίωσαν πλήρως αυτή την ανάγνωση της πολιτικής του Ρώσου προέδρου. Σε συνεδρίαση που μεταδόθηκε από τη ρωσική τηλεόραση, ο Πούτιν προσφέρθηκε μεν να αυξήσει τις εξαγωγές ρωσικού αερίου προς την Ευρώπη, προκαλώντας υποχώρηση των τιμών στην αγορά, αλλά αυτή η προσφορά του συνοδεύθηκε από σκληρούς όρους. Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Αλεξάντερ Νόβακ, τόνισε ότι ένας τρόπος για να αυξηθούν οι εξαγωγές είναι να εγκριθεί γρήγορα η λειτουργία του αγωγού Nord Stream 2, που συνδέει απευθείας τη Ρωσία με τη Γερμανία. Ο Πούτιν είπε ότι μπορούν να αυξηθούν οι εξαγωγές και μέσω της Ουκρανίας, αλλά έσπευσε να τονίσει ότι αυτό είναι αντιοικονομικό και προκαλεί μεγάλη περιβαλλοντική ρύπανση.
Ο αμφιλεγόμενος αγωγός Nord Stream 2, που θα αυξήσει την ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης από τη Ρωσία, έχει ακόμη αρκετό δρόμο για να πάρει έγκριση λειτουργίας από τις γερμανικές αρχές, ενώ παραμένει άλυτο ένα μεγάλο νομικό πρόβλημα, καθώς η ευρωπαϊκή νομοθεσία απαγορεύει ο ίδιος φορέας, εν προκειμένω η Gazprom, να έχει τον έλεγχο του αγωγού και των εξαγωγών αερίου. Η Μόσχα φαίνεται ότι θέλει να αξιοποιήσει την κρίση για να εξασφαλίσει γρήγορη έγκριση της λειτουργίας του αγωγού και με τους δικούς της όρους.
Παράλληλα χθες δημοσιεύθηκε εισήγηση του εισαγγελέα του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, ο οποίος προτείνει να γίνει δεκτή προσφυγή της Gazprom και να αχθεί προς συζήτηση στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο η αίτηση της εταιρείας για ακύρωση της ευρωπαϊκής οδηγίας που δεν επιτρέπει στον κάτοχο ενός αγωγού να είναι ταυτόχρονα και ο προμηθευτής αερίου. Πιθανόν αυτή η εξέλιξη να είναι το προοίμιο μιας συνθηκολόγησης των ευρωπαϊκών αρχών έναντι της Μόσχας.
Ο Πούτιν βρήκε την αφορμή να θέσει και ένα άλλο μόνιμο αίτημα της Ρωσίας, τονίζοντας ότι φταίει η Ευρώπη για τις υψηλές τιμές, επειδή προτίμησε να εγκαταλείψει τα μακροχρόνια συμβόλαια με την Gazprom (έφθαναν έως και τα 25 χρόνια), προτιμώντας τις συναλλαγές στην αγορά. Το μήνυμα προς τους Ευρωπαίους πολιτικούς είναι σαφές: εάν επιθυμείτε ελεγχόμενες τιμές αερίου, θα πρέπει και να δεχθείτε το καθεστώς των μακροχρόνιων συμβολαίων.
Με αυτά τα δεδομένα, η προσφορά Πούτιν για βοήθεια προκειμένου να σταματήσει το ξέφρενο ράλι των τιμών του φυσικού αερίου φαίνεται ότι έχει τόσους και τόσο… δύσπεπτους όρους για την ευρωπαϊκή πολιτική ηγεσία, που δεν είναι δυνατόν να οδηγήσει σε έναν άμεσο συμβιβασμό των δύο πλευρών, ώστε να «ανοίξει η στρόφιγγα» της Gazprom και να ξεπερασθεί αυτή η κρίση.
Σε ό,τι αφορά το πετρέλαιο, ο διάδοχος του θρόνου στη Σαουδική Αραβία φαίνεται επίσης ότι παίζει… σκληρό παιχνίδι, επιδιώκοντας να κρατήσει σε υψηλό επίπεδο τις τιμές, οδηγώντας πολλούς αναλυτές να προεξοφλούν ως πιθανό σενάριο την άνοδο των τιμών του αργού ως τα 100 δολ. το βαρέλι αυτόν τον χειμώνα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο ΟΠΕΚ+ (στον οποίο συμμετέχει και η Ρωσία) αγνόησε πριν από λίγες ημέρες όλες τις εκκλήσεις για αύξηση της παραγωγής και επέμεινε στο σχέδιο που έχει εγκριθεί για σταδιακή αύξηση της παραγωγής κατά 400.000 βαρέλια την ημέρα, το οποίο δεν επαρκεί για να καλυφθεί η ζήτηση που αυξάνεται όσο η παγκόσμια οικονομία ξεπερνά την κρίση της πανδημίας.
Ενδεικτικό της αποφασιστικότητας του Σαουδάραβα πρίγκιπα να κρατήσει σε υψηλά επίπεδα την τιμή του πετρελαίου είναι το γεγονός ότι αγνόησε ακόμη και τις πιεστικές συστάσεις του Αμερικανού προέδρου, Τζο Μπάιντεν για αύξηση της παραγωγής. Οι αναλυτές συμφωνούν ότι είναι πολύ δύσκολο να προβλεφθούν οι επόμενες κινήσεις του Σαουδάραβα πρίγκιπα, ο οποίος στο πρόσφατο παρελθόν απέδειξε ότι είναι πολύ «σκληρός» παίκτης, όταν εξαπέλυσε «πόλεμο» στη Ρωσία με τεράστια αύξηση της παραγωγής από τη Σ. Αραβία, παρά το γεγονός ότι οι κινήσεις του οδήγησαν σε κατάρρευση των τιμών (στις ΗΠΑ έγιναν συναλλαγές ακόμη και σε αρνητικές τιμές!) από την οποία ζημιώθηκε και η ίδια η Σ. Αραβία.
Έτσι, οι αγορές βαδίζουν προς το χειμώνα σε καθεστώς έντονης αβεβαιότητας με επικίνδυνα υψηλό βαθμό συνάρτησης των επόμενων εξελίξεων με τις ασταθείς αγορές ενέργειας και τα πολιτικά παίγνια δύο αυταρχικών ηγετών με ρόλο – κλειδί στην παγκόσμια ενεργειακή αγορά.