Μόνο μια ημέρα κράτησε η αναλαμπή στο αμερικανικό Χρηματιστήριο και σήμερα οι επενδυτές επέστρεψαν σε κατάσταση πανικού, οδηγώντας ακόμη και 10% χαμηλότερα τον Dow Jones στη διάρκεια της συνεδρίασης, καθώς παραμένει αβέβαιο πόσο βαθιά σε ύφεση θα οδηγήσει την αμερικανική οικονομία η πανδημία του κορονοϊού.
Ο Dow Jones, που επιβαρύνθηκε σοβαρά από την πτώση της Chevron και της Boeing (-20% και -17%, αντίστοιχα) έχασε σήμερα όλα τα κέρδη, της τάξεως του 60%, που είχε αποκομίσει στη διάρκεια της προεδρίας του Τραμπ. Υποχώρησε κατά 6,30%, στις 19,898.92. Ο S&P 500 έπεσε στις 2,407.38 μονάδες, υποχωρώντας κατά -4.82% και ο Nasdaq στις 6,989.84 μονάδες, με ημερήσιες απώλειες -4.70%.
Σε μια σπάνια κίνηση, που δείχνει και πόσο σοβαρή έχει γίνει η κρίση, η απόδοση του 10ετούς ομολόγου εκτινάχθηκε σχεδόν στο 1,20%, σημειώνοντας τη μεγαλύτερη ημερήσια άνοδο από το 1987. Σε «κανονικές» συνθήκες, τα ομόλογα αποτελούν «καταφύγιο» των επενδυτών όταν υποχωρούν οι μετοχές, αλλά τώρα υποχωρούν παράλληλα οι τιμές τους με αυτές των μετοχών, καθώς οι επενδυτές φοβούνται το δημοσιονομικό κόστος που θα έχουν τα μέτρα τόνωσης της οικονομίας, ενώ πολλοί στρέφονται στην ασφάλεια των μετρητών, ρευστοποιώντας μερίδια αμοιβαίων κεφαλαίων διαχείρισης διαθεσίμων, με τους διαχειριστές να υποχρεώνονται σε πωλήσεις ομολόγων.
Παρά το γεγονός ότι η διοίκηση Τραμπ συνεργάζεται με το Κογκρέσο για ένα μεγάλο «τονωτικό» πακέτο μέτρων, ύψους άνω του 1 τρισ. δολ., το οποίο θα περιλαμβάνει και πληρωμές μετρητών στους πολίτες, ύψους 500 δισ. δολ., η νευρικότητα στην αγορά διατηρείται, καθώς θεωρείται βέβαιο ότι φέτος η αμερικανική οικονομία θα περάσει σε ύφεση, για πρώτη φορά από την εποχή της κατάρρευσης της Lehman Brothers.
Βαριές απώλειες για την αμερικανική οικονομία από την επιδημία του κορονοϊού προβλέπει η JP Morgan, παρά το γεγονός ότι ενσωματώνει στις προβλέψεις της σημαντικές παρεμβάσεις τόνωσης της οικονομίας από την κυβέρνηση και την Fed. Σύμφωνα με την κορυφαία αμερικανική τράπεζα, οι ΗΠΑ θα περάσουν φέτος σε βαθιά ύφεση, με το ΑΕΠ να συρρικνώνεται κατά 1,5%.
Πρόκειται για μία από τις πλέον απαισιόδοξες προβλέψεις που έχουν γίνει ως τώρα για τις επιδράσεις της επιδημίας στην αμερικανική οικονομία. Σύμφωνα με την JP Morgan, αυτό το τρίμηνο ο ρυθμός ανάπτυξης θα είναι αρνητικός κατά 4%, ενώ το δεύτερο τρίμηνο, με την κλιμάκωση της επιδημίας, εκτιμά ότι θα συρρικνωθεί το ΑΕΠ κατά 14%.
Στις προβλέψεις αυτές έχει ενσωματωθεί η εκτίμηση ότι η Fed θα συνεχίσει να βρίσκει «δημιουργικούς» τρόπους για να στηρίζει την οικονομία και ότι η διοίκηση Τραμπ και το Κογκρέσο θα συμφωνήσουν για την παροχή δημοσιονομικών τονωτικών μέτρων ύψους 1 τρισ. δολ.
Οι φόβοι για ύφεση και ο «πόλεμος» της Σ. Αραβίας με την Ρωσία στην αγορά πετρελαίου έφεραν σήμερα την τιμή του αμερικανικού αργού σε χαμηλό 18 ετών, με πτώση κατά 16%, στα 22,89 δολάρια το βαρέλι, ενώ ούτε και ο χρυσός απέφυγε την υποχώρηση, χάνοντας 2,35%, για να διαμορφωθεί στα 1.489 δολ./ουγκιά.
Νωρίτερα, το Business Daily μετέδωσε:
Ξεπέρασαν ενδοσυνεδριακά και το 10% οι απώλειες του Dow Jones, για να περιορισθούν γύρω στις 21.00, ώρα Ελλάδος, στο 8,60%, σε άλλη μία δραματική συνεδρίαση στη Νέα Υόρκη, όπου οι επενδυτές κινούνται και πάλι από το φόβο για τις οικονομικές επιπτώσεις της επιδημίας και την πιθανή ανεπάρκεια των μέτρων που λαμβάνει η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ.
Η διαπραγμάτευση διακόπηκε προσωρινά νωρίτερα, όταν έφθασε η πτώση το 7%. Λίγο μετά τις 21.00, ώρα Ελλάδος, ο Dow Jones υποχωρούσε κατά 8,12% στις 19.512 μονάδες, ο S&P 500 κατέγραφε πτώση 7,39% στις 2.342 μονάδες και ο Nasdaq έπεφτε κατά 6,49% στις 6.858 μονάδες.
«Βαρίδι» στο βιομηχανικό δείκτη Dow Jones είναι σήμερα η μετοχή της Boeing, που υποχωρεί σχεδόν κατά 20%, καθώς εκφράζονται φόβοι ακόμη και για δυσκολίες στην εξυπηρέτηση του δανεισμού της, δεδομένου ότι η κρίση πλήττει σοβαρά τον τομέα των αερομεταφορών.
Ένα ανησυχητικό φαινόμενο, καθώς δείχνει τη στροφή των επενδυτών στην ασφάλεια των μετρητών, είναι το γεγονός ότι υποχωρούν ταυτόχρονα οι τιμές μετοχών και ομολόγων. Είναι χαρακτηριστικό ότι η απόδοση του 10ετούς αμερικανικού ομολόγου σημείωσε τη μεγαλύτερη άνοδο από το 1987.
Το βασικό πρόβλημα, όπως τονίζει ο Πολ Ο' Κόνορ της Janus Henderson Investors, είναι ότι δεν υπάρχει η παραμικρή ένδειξη ότι πλησιάζουμε στο σημείο της κορύφωσης των κρουσμάτων του κορονοϊού.
Οι φόβοι για ύφεση είναι τόσο ισχυροί, που το αμερικανικό αργό (WTI) έπεσε σε χαμηλό 18 ετών, με τις προθεσμιακές τιμές να υποχωρούν κατά 17%.
Η κυβέρνηση Τραμπ εξετάζει τη χορήγηση τονωτικής ένεσης στην οικονομία με δαπάνες που θα ξεπεράσουν το 1 τρισ. δολ., αλλά προς παρόν δεν έχουν γίνει γνωστές οι λεπτομέρειες και οι αναλυτές εκφράζουν αμφιβολίες για την επίδραση που θα έχει η πρωτοβουλία αυτή στη ρευστότητα της οικονομίας.
Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ ανακοίνωσε δραστικά μέτρα αξιοποιώντας τα προγράμματα που είχε χρησιμοποιήσει για την αντιμετώπιση της κρίσης του 2008 ώστε να σταθεροποιήσει τις χρηματοπιστωτικές αγορές.
Σημειώνεται ότι Dow Jones έχασε σχεδόν όλα τα κέρδη που καταγράφηκαν από την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ, με τους επενδυτές να αναμένουν περισσότερες κυβερνητικές δαπάνες για να αντισταθμίσουν τον αντίκτυπο του ιού.
Καθώς ο κορονοϊός εξαπλώνεται στις ΗΠΑ, διακόπτονται αλυσίδες εφοδιασμού και επί της ουσίας διακόπτονται όλες οι ταξιδιωτικές μεταφορές, οι επενδυτές έχουν πανικοβληθεί από τις συνέπειες της υγειονομικής κρίσης στην αμερικανική οικονομία.
Το τελευταίο 48ωρο ευρωπαϊκές κυβερνήσεις αλλά και οι ΗΠΑ ανακοίνωσαν μέτρα προστασίας οικονομίας και επιχειρήσεων αρκετών τρισ. δολαρίων, ενώ την ίδια ώρα οι κεντρικές τράπεζες συνεχίζουν να ρίχνουν, σχεδόν σε καθημερινή βάση, δεκάδες δισ. ρευστότητας στο τραπεζικό σύστημα και στις αγορές.
Παράλληλα χώρες όπως οι Γαλλία, Ιταλία και Ισπανία δεν διστάζουν να ανακοινώσουν ακόμη και κρατικοποιήσεις επιχειρήσεων αλλά και μέτρα προστασίας ορισμένων στρατηγικών τομέων για την οικονομία από επιθετικές εξαγορές.
Όμως όλα τα παραπάνω δεν πείθουν τις αγορές, με τους επενδυτές να φοβούνται την επόμενη ημέρα, μετά το πέρας της λαίλαπας της πανδημίας του κορονοϊού και το τι θα αφήσει πίσω της σε επίπεδο οικονομίας, επιχειρήσεων αλλά και κοινωνίας.