Με όλα της τα όπλα μπήκε η Fed στη «μάχη» για τη σταθεροποίηση των αγορών, μειώνοντας αιφνιδιαστικά το βασικό επιτόκιο στο μηδέν και ενεργοποιώντας πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης 700 δισ. δολ., για να αντιμετωπίσει τους κλυδωνισμούς που προκαλεί στην παγκόσμια οικονομία η διαχείριση της επιδημίας του κορονοϊού, ιδιαίτερα μετά την κήρυξη κατάστασης έκτακτης ανάγκης στις ΗΠΑ, που σηματοδοτεί μια νέα φάση επιβολής περιοριστικών μέτρων στη μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη.
Η πρώτη αντίδραση των επενδυτών, όμως, ήταν αρνητική. Η έκταση και ένταση των πρωτοβουλιών της Fed δημιούργησαν τον φόβο ότι η κατάσταση στην οικονομία και στις αγορές είναι χειρότερη από όσο είχε εκτιμηθεί, ενώ πολλοί φοβούνται ότι η Fed εξαντλεί τα όπλα της και δεν θα έχει μεγάλες δυνατότητες παρέμβασης στο μέλλον. Τις πρώτες πρωινές ώρες, τα futures των αμερικανικών δεικτών έκαναν «βουτιά» στο κατώτατο επιτρεπόμενο όριο (-5%).
Ο πρόεδρος της Fed, Τζερόμ Πάουελ, απαντώντας στην κριτική περί εξάντλησης των διαθέσιμων εργαλείων της κεντρικής τράπεζας, απέκλεισε το ενδεχόμενο να υιοθετήσει στο μέλλον η Fed πολιτική αρνητικών επιτοκίων, κάτι που δεν έκανε ούτε στη διάρκεια της προηγούμενης κρίσης. Τόνισε, όμως, ότι με μέτρα ανορθόδοξης νομισματικής πολιτικής, όπως η ποσοτική χαλάρωση, η κεντρική τράπεζα εκτιμά ότι θα μπορέσει να αντιμετωπίσει μελλοντικές προκλήσεις.
Το νέο «πακέτο»
Χωρίς να περιμένει την τακτική συνεδρίαση της Τρίτης και Τετάρτης, η Ομοσπονδιακή Επιτροπή Ανοικτών Αγορών (FOMC) ανακοίνωσε χθες το βράδυ ότι μειώνει κατά 1% το federal funds rate, δηλαδή σχεδόν στο μηδέν (εύρος 0% - 0,25%). Η Fed είχε ακολουθήσει πολιτική μηδενικών επιτοκίων από τα τέλη του 2008, μετά την κατάρρευση της Lehman, ως και τα τέλη του 2015. Η νέα κρίση με την επιδημία του κορονοϊού προσλαμβάνει πλέον τέτοιες διαστάσεις, που η αμερικανική κεντρική τράπεζα, μείωσε μέσα σε λιγότερο από δύο εβδομάδες και μάλιστα εκτάκτως συνολικά κατά 1,50%, για να το επαναφέρει στο μηδέν.
Σηματοδοτώντας την αποφασιστικότητά της να μην επιτρέψει να κλιμακωθεί η κρίση ρευστότητας στη χρηματαγορά, η Fed προχωρά, παράλληλα, σε τεράστιες ενέσεις ρευστού:
- Βάσει των νέων αποφάσεων, ο ισολογισμός της κεντρικής τράπεζας θα επεκταθεί κατά 700 δισ. δολ., κυρίως με αγορές κρατικών ομολόγων (500 δισ. δολ.), αλλά και τιτλοποιημένων στεγαστικών δανείων (200 δισ. δολ.) που έχουν την εγγύηση δημόσιων οργανισμών. Η αρχή θα γίνει σήμερα, με αγορές τίτλων αξίας 40 δισ. δολ. Σημειώνεται ότι ήδη είχε ανακοινωθεί μια άλλη εκδοχή ποσοτικής χαλάρωσης από την Fed, καθώς ήδη από την περασμένη εβδομάδα αγόρασε όχι μόνο έντοκα γραμμάτια, αλλά και αμερικανικά κρατικά ομόλογα κάθε διάρκειας και προχώρησε την Παρασκευή σε αγορές αξίας 37 δισ. δολ.
- Για τη διευκόλυνση των τραπεζών, η Fed μειώνει στο μηδέν το ποσοστό των υποχρεωτικών ρευστών διαθεσίμων και αυξάνει στις 90 ημέρες τη διάρκεια των χρηματοδοτήσεών της. Επιπλέον, προχωρά σε μια ένεση ρευστότητας στο παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα, καθώς μειώνει κατά 25 μονάδες βάσης το επιτόκιο στις συμβάσεις swaps δολαρίου, που έχουν συναφθεί από την προηγούμενη κρίση με τις μεγαλύτερες κεντρικές τράπεζες. Σημειώνεται ότι είχαν παρουσιασθεί τις τελευταίες ημέρες προβλήματα έλλειψης ρευστότητας σε δολάρια στο διεθνές σύστημα.
- Πριν από τις σημερινές ανακοινώσεις, η Fed είχε από την προηγούμενη εβδομάδα ανακοινώσει ότι θα προσφέρει ουσιαστικά απεριόριστη ρευστότητα στις τράπεζες με repos κρατικών τίτλων. Αρχής γενομένης από την προηγούμενη εβδομάδα και για άλλες δέκα δημοπρασίες, η Fed έθεσε την οροφή της παροχής ρευστότητας σε κάθε δημοπρασία στα 500 δισ. δολάρια. Θεωρητικά, αν οι τράπεζες αντλήσουν όλη αυτή τη ρευστότητα, η Fed θα χορηγήσει περισσότερα από 5 τρισ. δολ.
Το μόνο εργαλείο της περιόδου της μεγάλης κρίσης του 2008 - 2009 που δεν ενεργοποίησε η Fed είναι η αγορά εταιρικών ομολόγων. Αναλυτές της Bank of America είχαν διατυπώσει την εκτίμηση ότι η Fed θα ενεργοποιούσε άμεσα και ένα πρόγραμμα αγοράς εταιρικών ομολόγων, όπως αυτό που είχε εφαρμόσει στη διάρκεια της μεγάλης κρίσης των αρχών της προηγούμενης δεκαετίας. Με το πρόγραμμα αυτό, η Fed θα μπορούσε να αγοράζει ομόλογα απευθείας από τους εκδότες, δηλαδή τις επιχειρήσεις, αλλά και από τη δευτερογενή αγορά.
Τριγμοί στα... υδραυλικά
Πρώτος στόχος αυτών των παρεμβάσεων είναι να σταθεροποιηθεί η κατάσταση στην αμερικανική χρηματαγορά, καθώς, όπως χαρακτηριστικά λέγεται, έχουν αρχίσει να… τρίζουν τα υδραυλικά του συστήματος της αγοράς, λόγω της μαζικής στροφής στις ασφαλέστερες τοποθετήσεις, δηλαδή σε μετρητά και ομόλογα, ένα φαινόμενο που παραπέμπει στις δύσκολες εποχές της κρίσης του 2008 ή της εποχής της κρίσης χρέους στην ευρωζώνη.
Όπως δηλώνει στο Reuters ο Φραντσέσκο Παπάντια, που ως στέλεχος της ΕΚΤ είχε την ευθύνη για τις παρεμβάσεις στη χρηματαγορά στη διάρκεια της ευρωπαϊκής κρίσης, ο μεγαλύτερος φόβος είναι η έλλειψη ρευστότητας στις αγορές, που είναι προϊόν της ακραίας αβεβαιότητας και των αντιδράσεων πανικού και μπορεί να οδηγήσει στο «πάγωμα» των αγορών. «Δεν έχουμε φθάσει εκεί, αλλά μπορεί να βρεθούμε πολύ γρήγορα», προειδοποιεί ο Παπάντια.
Αυτή η ξαφνική έλλειψη ρευστότητας είχε προκαλέσει, την προηγούμενη εβδομάδα, την άνοδο του διατραπεζικού επιτοκίου στην αμερικανική χρηματαγορά πάνω από τα όρια που είχε θέσει η Fed, μέσω του federal funds rate, κάτι που επισήμανε και ο Τζερόμ Πάουελ, τονίζοντας ότι η κεντρική τράπεζα αντιμετώπισε το πρόβλημα με τις μεγάλες ενέσεις ρευστότητας της προηγούμενης εβδομάδας.
Βασικό μέλημα της Fed είναι να επαναφέρει την ηρεμία στη χρηματαγορά τώρα, πριν αρχίσει να δέχεται την πίεση από τις παρενέργειες της επιδημίας στην ίδια την αμερικανική οικονομία, όπου αναμένεται το επόμενο διάστημα να αρχίσουν να εφαρμόζονται αυστηρά μέτρα περιορισμού της κοινωνικής και οικονομικής δραστηριότητας για να τεθεί υπό έλεγχο η εξάπλωση του κοροϊού.
Η ρευστότητα δεν είναι πανάκεια για τις μετοχές
Επιπλέον, η νομισματική πολιτική της Fed επηρεάζει σοβαρά και την αγορά των μετοχών, καθώς οι παροχές φθηνής ρευστότητας αυξάνουν τα περιθώρια κινήσεων των θεσμικών χαρτοφυλακίων που περιμένουν να προχωρήσουν σε τοποθετήσεις μετά τη μεγάλη πτώση των τιμών.
Είναι χαρακτηριστικό αυτό που συνέβη την Παρασκευή στην Νέα Υόρκη: μετά το διάγγελμα του προέδρου Τράμπ, όπου ανακοίνωσε την επιβολή κατάστασης έκτακτης ανάγκης, περιορίζοντας τις ανησυχίες των επενδυτών για μια «χαλαρή» διαχείριση της κρίσης από τον Λευκό Οίκο, οι επενδυτές προχώρησαν σε μαζικές αγορές μετοχών, αυξάνοντας κατακόρυφα τον τζίρο των συναλλαγών και οδηγώντας τους βασικούς δείκτες σε άνοδο πάνω από 9%.
Πάντως, όπως προειδοποιούν όλοι οι αναλυτές, το γεγονός ότι βρίσκουν καλύτερη πρόσβαση σε ρευστότητα οι επενδυτές δεν σημαίνει ότι οδηγούμαστε αυτόματα στην έναρξη μιας πορείας ανάκαμψης. Αντίθετα, όση ρευστότητα και αν προσφέρουν οι κεντρικές τράπεζες στο… υδραυλικό σύστημα των αγορών, η περίοδος των αναταράξεων δεν θα τελειώσει, όσο θα συνεχίζεται η αρνητική ροή ειδησεογραφίας για την επιδημία του κορονοϊού, η οποία πλέον δεν προέρχεται από την Κίνα, αλλά από τις οικονομίες των ΗΠΑ και της Ευρώπης. Επιπλέον, θα αρχίσει να γίνεται αισθητή και η επίδραση της κρίσης στα οικονομικά αποτελέσματα των επιχειρήσεων, φέρνοντας πρόσθετη πίεση στις μετοχές.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Goldman Sachs, μετά τη «βουτιά» σχεδόν κατά 20% από τα ιστορικά υψηλά, ο δείκτης S&P 500 θα υποχωρήσει περαιτέρω, για να ολοκληρώσει αυτή την καθοδική κίνηση στις 2.450 μονάδες, δηλαδή σχεδόν 10% χαμηλότερα από το κλείσιμο αυτής της Παρασκευής.