Σε αναβάθμιση των τιμών – στόχων για Alpha Bank, Εθνική Τράπεζα και Πειραιώς προχωρά με έκθεσή της η Eurobank Equities, μετά τις ανακοινώσεις των μεγεθών γ’ τριμήνου, εκτιμώντας ότι θα συνεχίσουν την πολύ καλή τους πορεία και διατηρώντας τη σύσταση «αγορά».
Πιο αναλυτικά:
- Για την Alpha Bank η τιμή – στόχος είναι στα 2,58 ευρώ από 2,56 ευρώ πριν.
- Για την Εθνική Τράπεζα η τιμή – στόχος είναι στα 11,18 ευρώ από 10,97 ευρώ πριν.
- Για την Πειραιώς η τιμή – στόχος είναι στα 6,31 ευρώ από 6,24 ευρώ πριν, ενώ παραμένει η κορυφαία επιλογή της χρηματιστηριακής.
Σύμφωνα με τους αναλυτές της Eurobank Equities, οι ελληνικές τράπεζες σημείωσαν ένα ακόμη ισχυρό τρίμηνο, ξεπερνώντας τις εκτιμήσεις, χάρη στα υψηλότερα του αναμενόμενου έσοδα από τόκους (NII) και τις σημαντικά χαμηλότερες απομειώσεις. Παρά τους αντίξοους παράγοντες για τα NII, το επιτοκιακό περιθώριο (NIM) διατηρήθηκε σταθερό στο 2,74%, χάρη στα χαμηλά beta καταθέσεων (17% της συνολικής καταθετικής βάσης), τα ανθεκτικά spreads χορηγήσεων (-12 μονάδες βάσης σε ετήσια βάση), τις αυξημένες αποδόσεις από τα επανεπενδυμένα χαρτοφυλάκια ομολόγων και την ισχυρή πιστωτική ανάπτυξη κατά 2,8 δισ. ευρώ σε τριμηνιαία βάση και 6 δισ. ευρώ σε ετήσια, διατηρώντας τα NII εύρωστα.
Η βελτίωση της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού και η ισχυρή παραγωγή προμηθειών -που καθοδηγείται από τη δανειοδοτική δραστηριότητα και την αύξηση των υπό διαχείριση κεφαλαίων κατά περίπου 18% σε ετήσια βάση, στήριξαν περαιτέρω τη δυναμική των λειτουργικών μεγεθών. Η εξαιρετική αποδοτικότητα του τομέα, η οποία αντανακλάται σε δείκτη C/I 33%, ώθησε τα καθαρά κέρδη σε 1,3 δισ. (+7,5% σε τριμηνιαία βάση) και το RoTE σε περίπου 17%, γεγονός που οδήγησε σε αναβάθμιση των προβλέψεων για το 2024.
Η Eurobank ηγήθηκε με ετήσιο RoTEs περίπου 20%, ακολουθούμενη από την ΕΤΕ και την Πειραιώς με περίπου 18% και την Alpha Bank με περίπου 13%- επίπεδα υψηλότερα από τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά (δηλ. περίπου16%). Ακόμη και αν οι ελληνικές τράπεζες παραμένουν πιο ευαίσθητες στις μειώσεις επιτοκίων από τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές, η προβλεπόμενη μείωση κατά 4% του προσαρμοσμένου RoTE έως το 2026 εξακολουθεί να τις αφήνει άνετα ευθυγραμμισμένες με τους μέσους όρους των τραπεζών της περιφέρειας (περίπου12%, από 16% το 2023).
Η πορεία DTC και μερισμάτων
Η διατηρήσιμη κερδοφορία των ελληνικών τραπεζών τροφοδότησε την ισχυρή αύξηση του κεφαλαίου, προσθέτοντας περίπου 40 μονάδες βάσης σε τριμηνιαίο ορίζοντα. Οι δείκτες CET1 είναι τώρα κατά μέσο όρο 16,4%, ευθυγραμμιζόμενοι με τους αντίστοιχους ευρωπαϊκούς δείκτες (CET1: 15,8%, CAD: 19,9% από το 2ο τρίμηνο του '24) και είναι έτοιμοι να ενισχυθούν περαιτέρω μέχρι το 2026.
Οι ελληνικές τράπεζες στοχεύουν να μειώσουν τους δείκτες DTC/CET1 στο 20%-30% έως το 2027 και να επιτύχουν πλήρη διαγραφή έως το 2032-34 (έναντι του 2041). Ακόμη και αν ληφθούν υπόψη οι επιπτώσεις της Βασιλείας IV (20 - 60 μονάδες βάσης) και η επιταχυνόμενη απόσβεση των DTC (29% των πληρωμών), οι δείκτες CET1 προβλέπεται να αυξάνονται κατά περίπου 50 μονάδες βάσης ετησίως. Οι δείκτες πληρωμών είναι προετοιμασμένοι να φθάσουν περίπου το 50% έως το 2025 για όλες τις συστημικές τράπεζες, με την Εθνική Τράπεζα και τη Eurobank να έχουν ήδη καθορίσει το 50% από τα κέρδη του 2024. Οι προσφερόμενες μερισματικές αποδόσεις κυμαίνονται από 7% έως 10% για το 2024, με άνοδο σε 9%-11% έως το 2025-26, ξεπερνώντας συχνά εκείνες των περιφερειακών ευρωπαϊκών ομοειδών (περίπου8%).
Αναβάθμιση εκτιμήσεων για κέρδη
Μετά τα τριμηνιαία κέρδη και το κεφάλαιο, η χρηματιστηριακή προχωρά σε αναβάθμιση των εκτιμήσεων για τα καθαρά κέρδη του 2024 κατά 5%. Παρά τη συνεχή υπέρβαση των εκτιμήσεων για τα κέρδη τα τελευταία τρίμηνα, οι ελληνικές τράπεζες έχουν υποαποδώσει έναντι των περιφερειακών τραπεζών και του δείκτη SX7E κατά περίπου 29% και περίπου 12% από την αρχή του έτους, αντίστοιχα. Σε συνδυασμό, με τις συντηρητικές εκτιμήσεις για την RoTE του 2025 της τάξης του 11%-15%, τις ελκυστικές αποτιμήσεις και τους καταλύτες, όπως η αύξηση των μερισμάτων και οι πιθανές αναβαθμίσεις των κερδών (δεδομένης της συντηρητικής μοντελοποίησης), η επενδυτική υπόθεση παραμένει αρκετά ελκυστική.