Η τελευταία συνεδρίαση της FED αποτέλεσε τη θρυαλλίδα για συνέχιση της εκρηκτικής ανόδου των μετοχικών και ομολογιακών αγορών. Αν και αποφασίστηκε το αμετάβλητο των παρεμβατικών επιτοκίων όπως αναμενόταν και η πόρτα έμεινε ανοικτή από τον πρόεδρο της FED Τζερόμ Πάουελ για μία πρόσθετη αύξηση, εφόσον το υπαγορεύσουν οι συνθήκες, παρατηρείται πραγματική πρόοδος στην υποχώρηση του σκληρού πυρήνα του πληθωρισμού και συνεπώς έχει ήδη αρχίσει η συζήτηση για ενδεχόμενες μειώσεις.
Σύμφωνα δε με το τριμηνιαίο σχεδιάγραμμα εκτιμήσεων των μελών, προβάλλεται για το 2024 η σωρευτική μείωση των επιτοκίων κατά 0,75% από 0,5% του αντίστοιχου σχεδιαγράμματος του Σεπτεμβρίου.
Η επιβεβαίωση της πεποίθησης των αγορών ότι η αύξηση των παρεμβατικών επιτοκίων του Ιουλίου ήταν και η τελευταία αυτού του κύκλου, αναπτέρωσε τις προσδοκίες τους για περισσότερες μελλοντικές μειώσεις σε σχέση με το κλίμα που επικρατούσε πριν την συνεδρίαση. Ο χρόνος της πρώτης μείωσης μάλιστα μετατοπίστηκε νωρίτερα και αναμένεται το Μάρτιο.
Οι πανηγυρισμοί των επενδυτών συνεχίστηκαν και μετά τη συνεδρίαση της ΕΚΤ η οποία μέσω της προέδρου της Κριστίν Λαγκάρντ προσπάθησε να καταστήσει σαφές ότι δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι πληθωρισμός νικήθηκε.
«Οι τιμές έχουν ακόμη ανοδικές διαθέσεις και οι αγορές εργασίας δεν παρέχουν τα σημάδια της επιθυμητής για την κεντρική τράπεζα ψύχρανσης. Άρα δεν είναι ώρα να συζητηθεί το ενδεχόμενο αλλαγής της νομισματικής πολιτικής», ανάφερε η πρόεδρος της ΕΚΤ.
Παρά τη λεκτική διστακτικότητα των κεντρικών τραπεζιτών να κινηθούν στην κατεύθυνση μιας άμεσα επικείμενης νομισματικής χαλάρωσης, οι προθεσμιακές αγορές των ΗΠΑ και της Ευρωζώνης «έτρεξαν» να προεξοφλήσουν περισσότερες μειώσεις επιτοκίων, σε σύγκριση με το διάστημα πριν τις συνεδριάσεις.
Η ΗellasFin AEΠΕΥ εκτιμά ότι η παρατηρούμενη διεύρυνση του χάσματος μεταξύ των εκτιμήσεων των αγορών για 6 μειώσεις της τάξης του 0,25% εντός του 2024 και των κεντρικών τραπεζών (της FED για παράδειγμα για 3 μειώσεις), θα αποτελέσει πηγή έντονων διακυμάνσεων στις αγορές. Αυτό που προτείνει η εταιρεία είναι την εκμετάλλευση των υψηλών διακυμάνσεων και τις υποχωρήσεις των τιμών των ομολόγων. Όπως επισημαίνει: «Στην διάρκεια του 2024 δεν θα πλήξουμε καθόλου».
Στο υπό διαμόρφωση μακροοικονομικό πλαίσιο το τμήμα ερευνών της HellasFin επαναλαμβάνει την εκτίμηση, ότι η αποφυγή μιας ύφεσης στις ΗΠΑ και η προβλεπόμενη αύξηση της κερδοφορίας κατά 11,5% των επιχειρήσεων εντός του 2024, θα οδηγήσει τον S&P 500 σε σαφώς υψηλότερες τιμές σε σχέση με το ιστορικό υψηλό των 4.800 μονάδων.