Νέο ράλι στις αποδόσεις των ομολόγων για το σύνολο των κρατών – μελών της ευρωζώνης αλλά και για αυτά του αμερικανικού Δημοσίου δημιουργεί η προσδοκία των αγορών ότι η Fed θα προχωρήσει αύριο σε αύξηση επιτοκίων κατά τουλάχιστον 0,75%, ενώ και η ΕΚΤ θα ακολουθήσει ανάλογη νομισματική πολιτική.
Η απόδοση για το γερμανικό 10ετές έφθασε έως και το 1,9220%, το υψηλότερο επίπεδο από το 2013, ενώ ισχυρά ανοδική κίνηση ακολούθησε και αυτή του ελληνικού 10ετούς που έφθασε έως και το 4,544%, δηλαδή στο υψηλότερο επίπεδο από το διάστημα 2017 – 2018, ενώ του ιταλικού έως και το 4,2%. Για το αμερικανικό 10ετές η απόδοση εκτινάχθηκε έως και το 3,569%.
Η εκτίναξη των αποδόσεων, ιδιαίτερα για οικονομίες όπως η ελληνική και ιταλική, προκαλεί μεγάλο πονοκέφαλο στα οικονομικά επιτελεία καθώς το κόστος δανεισμού έχει φθάσει πλέον κοντά σε επικίνδυνα επίπεδα, ενώ το νέο πρόγραμμα που έχει ανακοινώσει η ΕΚΤ, το ΤΡΙ, αν και σε επίπεδο εξαγγελιών εμφανίζεται ιδιαίτερα χρήσιμο, σε επίπεδο χρήσης δεν έχει ακόμη διευκρινιστεί απόλυτα η διαδικασία, ενώ το συνοδεύουν πολύ συγκεκριμένες αυστηρές δεσμεύσεις και προϋποθέσεις.
Η συνεχιζόμενη αύξηση των επιτοκίων από της Κεντρικές Τράπεζες, προκειμένου να τιθασεύσουν τον πληθωρισμό, δημιουργεί αρκετά δύσκολες συνθήκες στις αγορές ομολόγων, ενώ σημαντική είναι η διεύρυνση και των spreads για το ελληνικό 10ετές που ξεπέρασε τις 260 μονάδες, σε μία ακόμη ένδειξη ότι η αγορά κρατικών ομολόγων της ευρωζώνης εμφανίζει ξεκάθαρες ενδείξεις κατακερματισμού.
Όλα δείχνουν ότι η χθεσινή προσπάθεια του αντιπροέδρου της ΕΚΤ, Λ. ντε Γκίντος, να καθησυχάσει τις αγορές δεν είχε επιτυχία, ο οποίος επανέλαβε ότι οι αυξήσεις των επιτοκίων θα είναι άμεσα συνδεδεμένες με τα μακροοικονομικά δεδομένα που θα έχει στην κατοχή της η τράπεζα. Την ίδια ώρα, πάντως, η Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών (ΒIS), κάλεσε τις Κεντρικές Τράπεζες να προχωρήσουν δυναμικά σε αυξήσεις των επιτοκίων τους, αγνοώντας τις αρνητικές συνέπειες που αυτό θα επιφέρει στο μέτωπο της ανάπτυξης.
Στην έκθεση της ΒΙS υπογραμμίζεται ακόμη ότι ο κίνδυνος ύφεσης όσο και ο κίνδυνος χρέους αυξάνονται, αλλά υποστηρίζει ότι η μείωση του αυξανόμενου παγκόσμιου πληθωρισμού παραμένει πρωταρχικής σημασίας.