Λιγότερο από μία εβδομάδα κράτησε η ευφορία των αγορών αναφορικά με τη διάθεση των κορυφαίων κεντρικών τραπεζών της υφηλίου και κυρίως των ΕΚΤ και Fed για επιθετικές μειώσεις επιτοκίων το 2024.
Το έναυσμα γι’ αυτήν την αισιοδοξία – με αρκετά μέλη των διοικήσεων των δύο κεντρικών τραπεζών να τη χαρακτηρίζουν ως «υπερβολική»- ξεκίνησε μετά τις δηλώσεις του επικεφαλής της Fed, Τζερόμ Πάουελ με τους traders να αυξάνουν τα στοιχήματα ότι η πρώτη μείωση θα καταφθάσει έως τον Μάρτιο του 2024 και ότι συνολικά για το επόμενο έτος αυτή θα φθάσει στις 75 μονάδες βάσης.
Οι traders εμφανίστηκαν ακόμη πιο αισιόδοξοι αναφορικά με την ΕΚΤ, εκτιμώντας ότι θα προχωρήσει σε έξι μειώσεις, έκαστη κατά 0,25%, εντός του 2024.
Η πρώτη που έδωσε το σήμα για «προσγείωση» της αισιοδοξίας των αγορών, ήταν η επικεφαλής της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, η οποία στη συνέντευξή της, μετά τη συνεδρίαση της ΕΚΤ, την περασμένη Πέμπτη ξεκαθάρισε ότι δεν υπήρξε συζήτηση για μείωσης επιτοκίων, ενώ επεσήμανε ότι δεν μπορεί να κηρύξει τη νίκη κατά του πληθωρισμού και επανέλαβε ότι η ΕΚΤ αποφασίζει τη νομισματική πολιτική της δεσμευόμενη από τα δεδομένα και όχι από την εκάστοτε χρονική στιγμή.
Οι αγορές άρχισαν, σχεδόν αμέσως, να μειώνουν την αισιοδοξία τους, με αυτές της Ευρώπης στη σημερινή συνεδρίαση να εμφανίζουν ήπια πτωτική κίνηση κοντά στο -0,30%, θορυβημένες και από δηλώσεις κορυφαίων στελεχών τόσο της Fed όσο και της ΕΚΤ.
Λάθος η υπέρμετρη αισιοδοξία
Την Παρασκευή ο Γ. Νάγκελ, επικεφαλής της γερμανικής Bundesbank, υπογράμμισε ότι είναι ακόμη πολύ νωρίς για να εξετάζεται το ενδεχόμενο μείωσης επιτοκίων. «Υπάρχει μεγάλη πιθανότητα μετά από 10 αυξήσεις επιτοκίων να έχουμε φτάσει στο ζενίθ των επιτοκίων. Κατά την άποψή μου, είναι πολύ νωρίς για να σκεφτούμε πότε θα μπορούσαν ενδεχομένως να γίνουν μειώσεις επιτοκίων. Θα αποφασίσουμε με βάση τα δεδομένα τι πρόκειται να συμβεί κατά τη διάρκεια του έτους. Έχουμε ακόμα αρκετό δρόμο μπροστά μας έως ότου ο πληθωρισμός επιστρέψει στον στόχο της ΕΚΤ για 2%», σημείωσε.
Ακολούθησε ο συνάδελφός του από την Κεντρική Τράπεζα της Εσθονίας, Μ. Μούλερ, ο οποίος σημείωσε ότι «δεν υπάρχει κανένας λόγος να εξετάσουμε είτε μια πρόσθετη αύξηση των επιτοκίων είτε μια μείωση των επιτοκίων στο εγγύς μέλλον. Τώρα, πάνω απ’ όλα, είναι απαραίτητο να περιμένουμε υπομονετικά πριν από τις επόμενες αποφάσεις για σαφέστερες ενδείξεις ότι το ποσοστό πληθωρισμού στη ζώνη του ευρώ θα μειωθεί πράγματι μόνιμα στο 2% εντός εύλογου χρονικού διαστήματος. Ταυτόχρονα, είναι δύσκολο να πιστέψουμε ότι η κεντρική τράπεζα μπορεί να επιτύχει μια τέτοια αίσθηση εμπιστοσύνης τόσο γρήγορα όσο περιμένουν σήμερα οι επενδυτές στις χρηματοπιστωτικές αγορές».
Σε σημερινές του δηλώσει ο επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας της Σλοβενία, Μπ. Βάσλε, υποστήριξε ότι οι συνθήκες χρηματοδότησης μπορεί να μην είναι πλέον αρκετά περιοριστικές, δεδομένης της πτώσης των αποδόσεων των ομολόγων και των προσδοκιών για μείωση των επιτοκίων κατά 150 μονάδες βάσης το 2024. «Οι προσδοκίες της αγοράς για μειώσεις των επιτοκίων είναι πρόωρες κατά την άποψή μου, τόσο όσον αφορά την έναρξη των μειώσεων όσο και το σύνολο των κινήσεων. Η τιμολόγηση της αγοράς έχει μειώσει το επίπεδο του περιορισμού και αυτή η πρόσφατη διευκόλυνση που έχει τιμολογηθεί στα επιτόκια δεν συνάδει με τη στάση που ενδείκνυται για την επιστροφή του πληθωρισμού στο στόχο», σημείωσε.
Στο ίδιο μήκος κύματος έχουν κινηθεί και κορυφαία στελέχη της Fed. Ο επικεφαλής της Ομοσπονδιακής Τράπεζας της Ατλάντα, Ρ. Μπόστικ, υποστήριξε ότι η Fed όντως θα προχωρήσει σε μείωση επιτοκίων το 2024, αλλά αυτό δεν πρόκειται να συμβεί πριν από το γ’ τρίμηνο. Ο πρόεδρος της Fed του Σικάγο, Α. Γκούλσμπι, επεσήμανε ότι είναι υπερβολικό να εξετάζεται το ενδεχόμενο μείωσης των επιτοκίων έως ότου οι αξιωματούχοι πειστούν ότι ο πληθωρισμός βρίσκεται σε πορεία χαμηλότερη του στόχου του.
Ο πρόεδρος της Fed της Νέας Υόρκης Τζον Γουίλιαμς δήλωσε στο CNBC ότι είναι πολύ νωρίς για τους αξιωματούχους να αρχίσουν να σκέφτονται τη μείωση του κόστους δανεισμού, καθώς εξετάζουν αν η πολιτική είναι αρκετά περιοριστική για να επαναφέρει τον πληθωρισμό στο 2%.
Επιπρόσθετα η επικεφαλής της Fed του Κλίβελαντ, Λ. Μπόστικ, συνέστησε, σήμερα, στις αγορές να μην προτρέχουν και να μην είναι τόσο αισιόδοξες για το πότε θα συμβεί η πρώτη μείωση επιτοκίων. «Η επόμενη φάση δεν είναι πότε θα μειωθούν τα επιτόκια, αν και οι αγορές βρίσκονται σε αυτό το σημείο. Πρόκειται για το πόσο καιρό πρέπει να παραμείνει περιοριστική η νομισματική πολιτική, ώστε να είμαστε σίγουροι ότι ο πληθωρισμός θα βρίσκεται σε αυτή τη βιώσιμη και έγκαιρη πορεία επιστροφής στο 2%», σημείωσε σε συνέντευξή της στους Financial Times.