Πολιτικοί αναλυτές και όσοι αρέσκονται στην ανάγνωση των δημοσκοπήσεων συμφωνούν ότι πιο ασφαλές στοιχείο από την «παράσταση νίκης» σε κάθε έρευνα δεν υπάρχει.
Είναι το εύρημα εκείνο που αποτυπώνει την πραγματική εικόνα για το πώς βλέπουν οι πολίτες τα πολιτικά πράγματα και αυτό το οποίο -διαχρονικά- έχει επιβεβαιωθεί πανηγυρικά από το αποτέλεσμα της εκάστοτε εκλογικής αναμέτρησης.
Λίγη σημασία έχουν τα ποσοστά των κομμάτων -που εμπεριέχουν έτσι και αλλιώς και το περιθώριο του στατιστικού λάθους- όσο η αίσθηση των πολιτών για το ποιος θα είναι ο νικητής στην κάλπη και κυρίως η βεβαιότητά τους για το ποιος θα είναι ο… ηττημένος.
Προφανώς από μόνο του αυτό το στοιχείο δεν ακυρώνει τα υπόλοιπα δημοσκοπικά ευρήματα, ούτε τα ποιοτικά χαρακτηριστικά που προκύπτουν από τις απαντήσεις των ψηφοφόρων.
Τα κόμματα φυσικά έχουν κάθε λόγο να προτάσσουν στην επιχειρηματολογία τους, την πτώση των ποσοστών των αντιπάλων τους σε συγκεκριμένους τομείς της πολιτικής, να αναδεικνύουν τη δυσαρέσκεια των πολιτών για ζητήματα της καθημερινότητάς τους και από την άλλη, να «φωτίζουν» ως συγκριτικό τους πλεονέκτημα, την έστω και μικρή άνοδο του ποσοστού τους, σε σχέση με την αμέσως προηγούμενη δημοσκόπηση της ίδιας εταιρίας.
Στην τελική ευθεία για την εκλογική αναμέτρηση, όλοι ή σχεδόν όλοι εμφανίζονται περίπου εκ προοιμίου «νικητές». Φαινόμενο διαχρονικό, αναμενόμενο και κατά μία έννοια επιβεβλημένο. Άλλωστε, κανείς δεν παίρνει μέρος σε μια εκλογική διαδικασία για να χάσει και όλοι δηλώνουν ετοιμοπόλεμοι για την Κυριακή των εκλογών.
Το απαιτεί η πραγματικότητα και κυρίως το επιζητούν τα κομματικά στελέχη και οι ψηφοφόροι τους. Κάτι σαν ενέσεις τόνωσης του ηθικού, συσπείρωσης της βάσης του κόμματος και σάλπισμα του προεκλογικού αγώνα. «Σκληρό ροκ» το έλεγαν τα παλαιότερα χρόνια…
Με δεδομένο ωστόσο ότι εκτός συγκλονιστικού απροόπτου θα χρειαστούν τουλάχιστον δύο εκλογικές αναμετρήσεις -λόγω αδυναμίας σχηματισμού κυβέρνησης από την πρώτη Κυριακή, εξαιτίας της απλής αναλογικής- ακούγεται έως και «ηττοπαθές» το σενάριο, να υπάρξει κυβερνητικό σχήμα από το δεύτερο, το τρίτο ή ακόμα και από το τέταρτο σε δύναμη κόμμα.
Το σενάριο διακινείται και ανακυκλώνεται, με το κάθε ένα από τα μικρότερα κόμματα να «ποντάρει» για διαφορετικούς λόγους σε συγκεκριμένες επιδιώξεις. Όλοι -ανεξαρτήτως μεγέθους- επιζητούν τον ρόλο του ρυθμιστή των πολιτικών εξελίξεων.
Για το δεύτερο κόμμα όμως, μια τέτοια συζήτηση, δημιουργεί την αίσθηση ή ακόμα και την πεποίθηση στο εκλογικό ακροατήριο ότι περίπου έχει αποδεχτεί την μοίρα του και ως «ηττημένο» κατεβαίνει στον στίβο του προεκλογικού αγώνα.
Στη σχετική αρθρογραφία μια τέτοια προοπτική βαφτίστηκε ήδη ως «κυβέρνηση ηττημένων» και ως τέτοια την αντιμετωπίζουν ήδη όλα τα γαλάζια στελέχη.
Παιχνίδια με τις λέξεις θα πει κάποιος! Σε ποιον θα τολμήσουμε να ποντάρουμε; θα αναρωτηθεί κάποιος άλλος.
Η ανθρώπινη φύση δύσκολα δέχεται την απογοήτευση, ακόμα και τη θέση του «νικημένου» αν αυτή του επιφυλάσσει η πραγματικότητα.
Δεν ξεγελιέται πάντως από εκείνον που επιλέγει να δώσει τη μάχη με κατεβασμένα τα χέρια, ως «ηττημένος»…