Ο πόλεμος στην Ουκρανία, η άμυνα και η ενέργεια, θα είναι τα βασικά θέματα της διήμερης άτυπης Συνόδου Κορυφής που έχει ξεκινήσει στις Βερσαλλίες, στο Παρίσι.
Όσον αφορά την Ουκρανία, οι ευρωπαίοι ηγέτες αναμένεται να συζητήσουν την κατάσταση επί του πεδίου καθώς συνεχίζονται οι μάχες με τις ρωσικές δυνάμεις, αλλά και το ανθρωπιστικό ζήτημα, με την εισροή των προσφύγων στις χώρες της ΕΕ να ξεπερνά τα 2,1 εκατομμύρια. Οι «27» αναμένεται να δεσμευτούν ότι θα συνεχίσουν να παρέχουν ανθρωπιστική και οικονομική υποστήριξη στους πρόσφυγες και στις χώρες που τους φιλοξενούν.
Επιπλέον, θα συζητηθεί η αίτηση της Ουκρανίας, αλλά και της Γεωργίας και της Μολδαβίας, για ένταξη στην ΕΕ. Οι ευρωπαίοι ηγέτες αναμένεται να στείλουν ένα πολιτικό μήνυμα ότι οι χώρες αυτές ανήκουν στην ευρωπαϊκή οικογένεια, ωστόσο δεν αναμένεται να ανάψουν το πράσινο φως για να ξεκινήσει μια διαδικασία ταχείας ένταξης στην ΕΕ.
Σύμφωνα με το σχέδιο συμπερασμάτων, οι «27» αναμένεται να δεσμευτούν να ενισχύσουν τους δεσμούς τους με την Ουκρανία, τη Μολδαβία και τη Γεωργία και να εμβαθύνουν την εταιρική τους σχέση. Τα κράτη-μέλη της ΕΕ είναι διχασμένα μεταξύ εκείνων που θέλουν να προχωρήσει γρήγορα η διαδικασία προσχώρησης της Ουκρανίας και εκείνων που έχουν περισσότερες επιφυλάξεις. «Δεν υπάρχει ταχεία διαδικασία», ανέφερε ευρωπαϊκή πηγή, η οποία εξήγησε ότι η διαδικασία διεύρυνσης είναι χρονοβόρα, επομένως η ιδέα είναι να ενισχυθούν οι δεσμοί με τη χώρα.
Εξάλλου, οι ευρωπαίοι ηγέτες ενδέχεται να συζητήσουν νέα μέτρα κατά της Ρωσίας και να δηλώσουν «έτοιμοι να προχωρήσουν γρήγορα σε περαιτέρω κυρώσεις, αν χρειαστεί». Σύμφωνα με ευρωπαϊκές πηγές, κάποιες χώρες ενδέχεται να θέσουν το θέμα επιβολής εμπάργκο στο ρωσικό φυσικό αέριο και πετρέλαιο, μετά τις αποφάσεις των ΗΠΑ και του Ηνωμένου Βασιλείου, ωστόσο αυτό το μέτρο θεωρείται προς το παρόν απίθανο να εγκριθεί σε επίπεδο ΕΕ.
«Βρισκόμαστε εδώ, στις Βερσαλλίες, στο έκτακτο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στη σκιά του μεγαλύτερου πολέμου που έχει γνωρίσει η ευρωπαϊκή ήπειρος μετά το τέλος του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου», δήλωσε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης κατά την άφιξή του στην άτυπη Σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις Βερσαλλίες.
«Καταρχάς, θέλω να εκφράσω τον αποτροπιασμό μου για όσα συνέβησαν χθες στην Μαριούπολη: οι τραγικές εικόνες που είδαμε με τον βομβαρδισμό ενός μαιευτηρίου. Και να κάνω ακόμα μία φορά μια έκκληση για κατάπαυση του πυρός όσο το δυνατόν πιο σύντομα, αλλά και για ανθρωπιστικούς διαδρόμους έτσι ώστε όσοι θέλουν να εγκαταλείψουν τις εμπόλεμες ζώνες, να μπορέσουν να το κάνουν με ασφάλεια», πρόσθεσε ο πρωθυπουργός.
Και συμπλήρωσε: «Θα έχουμε την ευκαιρία να συζητήσουμε τις σημαντικές επιπτώσεις από αυτή την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Να επαναβεβαιώσουμε, προφανώς, την ενότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την αποφασιστικότητά μας να συνεχίσουμε και να εντείνουμε -αν χρειαστεί- το πλαίσιο των κυρώσεων, έτσι ώστε να ασκήσουμε την μέγιστη δυνατή πίεση στην Ρωσία να προσέλθει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Θα συζητήσουμε, όμως, και τις επιπτώσεις των εξελίξεων, των γεωπολιτικών εξελίξεων, στην αγορά ενέργειας. Θέλω να θυμίσω ότι προχθές έστειλα στην Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής μία επιστολή με την οποία ζητώ ευρωπαϊκή παρέμβαση ώστε να μπει πλαφόν στις τιμές του φυσικού αερίου στη χονδρική αγορά. Απαιτείται μια ευρωπαϊκή αντίδραση έτσι ώστε να προστατεύσουμε καταναλωτές, επιχειρήσεις, αγρότες, από αυξομειώσεις στις τιμές του φυσικού αερίου και κατά συνέπεια της ηλεκτρικής ενέργειας, που δεν υπαγορεύονται από κανόνες προσφοράς και ζήτησης αλλά είναι αποτέλεσμα αποκλειστικά και μόνο κερδοσκοπίας στην αγορά του φυσικού αερίου».
Καταλήγοντας στη δήλωσή του ο Κυριάκος Μητσοτάκης υπογράμμισε: «Θα συζητήσουμε, βεβαίως, και τα ζητήματα που αφορούν τη στρατηγική αυτονομία της Ευρώπης. Η Ελλάδα είναι χώρα η οποία έχει βρεθεί στην πρώτη γραμμή αυτής της συζήτησης. Πιστεύουμε στην ανάγκη η Ευρώπη να ευθυγραμμίσει τη γεωπολιτική της ισχύ με τις οικονομικές της δυνατότητες. Και θα έλεγα ότι οι εξελίξεις στην Ουκρανία -τις τελευταίες 14 ημέρες- αποτέλεσαν ουσιαστικά τη βίαιη «ενηλικίωση» της ηπείρου μας. Και υπάρχει αυτή τη στιγμή η δυνατότητα και διαμορφώνεται, νομίζω, η συναίνεση για να μπορέσουμε να κινηθούμε πολύ πιο γρήγορα, πολύ πιο ουσιαστικά, πολύ πιο αποτελεσματικά σε αυτό το πεδίο.
Και βέβαια να εξαιρέσουμε ένα μέρος ή ενδεχομένως και όλες τις αμυντικές δαπάνες από τους υπολογισμούς του ελλείμματος, έτσι ώστε χώρες όπως η Ελλάδα οι οποίες ιστορικά ξοδεύουν περισσότερα σε αμυντικές δαπάνες από άλλες ευρωπαϊκές χώρες, να μην τιμωρούνται γι' αυτή τους τη στρατηγική επιλογή».