«Στο Κίνημα Αλλαγής δεν κρατάμε ίσες αποστάσεις. Στην πραγματικότητα είναι επιλογή μας να τηρούμε μεγάλες αποστάσεις τόσο από τη Νέα Δημοκρατία, όσο και από τον ΣΥΡΙΖΑ. Γιατί δεν μας αρέσουν και γιατί μας απωθούν οι πρακτικές τους. Μας απωθεί η τεχνητή πόλωση, η οξύτητα, οι ακρότητες, ο λαϊκισμός, οι νεοσυντηρητικές και αυταρχικές αντιλήψεις κι ο διχαστικός τους λόγος», ανέφερε μεταξύ άλλων ο επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας του Κινήματος Αλλαγής Μιχάλης Κατρίνης, μιλώντας στη Βουλή κατά τη συζήτηση για το πόρισμα της εξεταστικής επιτροπής για τη λεγόμενη «λίστα Πέτσα».
Ο κ. Κατρίνης επισήμανε ότι τόσο η ΝΔ όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ εμφορούνται από μια αντίληψη και νοοτροπία ελέγχου των Μέσων Ενημέρωσης. Μάλιστα μίλησε για «καθεστωτική νοοτροπία που εκδηλώνεται και σε άλλους τομείς του δημόσιου βίου».
Ο επικεφαλής της ΚΟ του ΚΙΝΑΛ αναφέρθηκε σε πραγματικά προβλήματα, όπως:
- τη μειωμένη αξιοπιστία και την αίσθηση του χαμηλού βαθμού αυτονομίας της πολιτικής,
- την έλλειψη εμπιστοσύνης των πολιτών απέναντι στα ΜΜΕ,
- την αμφισβήτηση και τη δυσπιστία απέναντι σε μια καθαρά επιστημονική διαδικασία, όπως είναι και όπως θα έπρεπε να είναι οι δημοσκοπήσεις,
- το γεγονός ότι η Ελλάδα βρίσκεται στις χαμηλότερες θέσεις συγκριτικά με τα λοιπά κράτη μέλη της ΕΕ σε ό,τι αφορά στην ελευθερία του τύπου.
Πρότεινε να ενισχυθούν η ανεξαρτησία και οι εξουσίες του ΕΣΡ και κυρίως να ενισχυθεί με το απαιτούμενο προσωπικό, προκειμένου να μπορεί να ασκεί αποτελεσματικό έλεγχο, όχι μόνο για την πολυφωνία, αλλά και για τη διαφάνεια των οικονομικών δεδομένων που συνδέονται με τα ΜΜΕ (χρηματοδότηση, κρατική και ιδιωτική διαφημιστική δαπάνη).
Σχετικά με τις δημοσκοπήσεις, ο Μιχάλης Κατρίνης ζήτησε να ασκείται δειγματοληπτικός και εποπτικός έλεγχος. Επίσης πρότεινε να διαμορφωθεί αποθετήριο δημοσκοπήσεων και ερευνών διαθέσιμο ανά πάσα στιγμή σε open data, όπως συμβαίνει σε άλλες χώρες της ΕΕ.
Ο Μιχάλης Κατρίνης έκλεισε την ομιλία του τονίζοντας: «Όλα αυτά τα ζητήματα συνδέονται με την ποιότητα της Δημοκρατίας μας. Γιατί δεν υπάρχει Δημοκρατία χωρίς ελευθερία του λόγου και πολυφωνία των ΜΜΕ.
Δεν υπάρχει Δημοκρατία και κράτος δικαίου, όταν οι δημοσιογράφοι εργάζονται κάτω από την ορατή ή αόρατη απειλή μιας απόλυσης, όταν αυτός που ασκεί κριτική, διεκδικεί την αυτονομία του ή έχει διαφορετική άποψη στοχοποιείται και οδηγείται σε πολιτική και -σε κάποιες περιπτώσεις- ηθική εξόντωση. Δεν υπάρχει Δημοκρατία όταν δεν υπάρχει διαφάνεια, όταν δεν υφίστανται κανόνες στη διανομή της κρατικής διαφήμισης. Δεν νοείται Δημοκρατία στην οποία η ερευνητική δημοσιογραφία αντιμετωπίζεται ως απειλή. Όπως δεν υπάρχει Δημοκρατία, όταν πνίγεται η φωνή όποιου ή όποιων διαφωνούν με την εκάστοτε εξουσία».