Προτάσεις για την αντιμετώπιση του ιδιωτικού χρέους για να πάρουν ανάσα νοικοκυριά και επιχειρήσεις, παρουσίασε η τομεάρχης Οικονομικών του ΣΥΡΙΖΑ και βουλευτής Επικρατείας Εφη Αχτσιόγλου σε συνέντευξή της στην «Εφ.Συν.».
Ψηλά στην ατζέντα του ΣΥΡΙΖΑ σύμφωνα με την βουλευτή είναι η απευθείας στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και η παροχή επιδόματος έκτακτης ανάγκης στα ευάλωτα νοικοκυριά που μαζί με τις στοχευμένες φορολογικές ελαφρύνσεις, την αναπλήρωση των μισθών και τη διασφάλιση των θέσεων εργασίας. Ως χρυσή ευκαιρία χαρακτηρίζει η κ. Αχτσιόγλου το «παράθυρο» που έχει ανοίξει για να ηττηθεί η πολιτική της σκληρής λιτότητας στην Ευρώπη, αφού αυτό που προέχει τη δεδομένη χρονική στιγμή είναι να κρατηθούν όρθιες η κοινωνία και η οικονομία.
Αναλυτικά η συνέντευξη:
Ας υποθέσουμε ότι αύριο είστε στην κυβέρνηση. Τι διαφορετικό θα κάνετε για την άμεση αντιμετώπιση της πανδημίας και των συνεπειών της;
- Πρώτον, θα ενισχύαμε άμεσα και ολόπλευρα το δημόσιο σύστημα υγείας: μόνιμες προσλήψεις γιατρών και νοσηλευτικού προσωπικού, αύξηση των μισθών τους, προσθήκη κλινών ΜΕΘ, δωρεάν μαζικά τεστ για τον πληθυσμό.
- Δεύτερον, θα ενισχύαμε τη δημόσια παιδεία και τις δημόσιες συγκοινωνίες: μόνιμες προσλήψεις εκπαιδευτικών και οδηγών, παροχή βασικής υλικής υποδομής στους μαθητές για την τηλεκπαίδευση, περισσότερα λεωφορεία στους δρόμους, συχνότερα δρομολόγια.
- Τρίτον, θα προχωρούσαμε στην άμεση στήριξη της πραγματικής οικονομίας, δηλαδή των εργαζομένων, με αναπλήρωση μισθών και κανόνες για τη διατήρηση των θέσεων και των σχέσεων εργασίας, με πλήρη κάλυψη του δώρου Χριστουγέννων, στη στήριξη των επιχειρήσεων, ιδίως των μικρών και των μεσαίων, με απευθείας επιχορήγηση, στην παροχή εισοδήματος έκτακτης ανάγκης οριζόντια στους πολίτες των μεσαίων και κατώτερων εισοδηματικών στρωμάτων με κριτήριο τη δομή του νοικοκυριού.
Και πώς ορίζεται για εσάς η επιστροφή της οικονομίας στην κανονικότητα; Πείτε μας τις 5-6 προτεραιότητες που θα εφαρμόζατε.
Απαριθμώ, λοιπόν, όπως μου ζητήσατε:
- Πρόγραμμα άμεσης ανάγκης για την πανδημία: Ενίσχυση του δημόσιου συστήματος υγείας, παιδείας και των μέσων μαζικής μεταφοράς, επιδότηση της εργασίας με αναπλήρωση των μισθών, προστασία των θέσεων και των σχέσεων εργασίας, μη επιστρεπτέα ενίσχυση στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, εισόδημα έκτακτης ανάγκης στα νοικοκυριά.
- Κατάργηση του νέου πτωχευτικού νόμου και ακύρωση των αντεργατικών ρυθμίσεων για απλήρωτες υπερωρίες, παρεμπόδιση συλλογικών συμβάσεων εργασίας, παραβίαση 8ώρου κ.λπ.
- Παρέμβαση στις τράπεζες για διοχέτευση ρευστότητας στην πραγματική οικονομία, με αλλαγή και του σχετικού νόμου για το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ).
- Στοχευμένες φοροελαφρύνσεις στα μεσαία και χαμηλά εισοδήματα.
- Ολιστικό σχέδιο ρύθμισης του ιδιωτικού χρέους με μερικό κούρεμα βασικής οφειλής.
Η επόμενη μέρα, όπως δυσοίωνα προβλέπει η αγορά, θα αφήσει πίσω της ερείπια στην οικονομία και στον προϋπολογισμό. Ξεκινώντας από το δημόσιο χρέος που καλπάζει με ρυθμό πάνω από 200% του ΑΕΠ, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι έτοιμος να διεκδικήσει μια νέα αναδιάρθρωση;
Το ζήτημα του δημόσιου χρέους δεν είναι αυτή τη στιγμή που μιλάμε άμεσο πρόβλημα καθώς με τη ρύθμιση του Αυγούστου του 2018 που πέτυχε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ έχει δημιουργηθεί ένας καθαρός διάδρομος για την επόμενη δωδεκαετία τουλάχιστον.
Αρα προσχηματικά η κυβέρνηση επικαλείται τον κίνδυνο πιθανής αφερεγγυότητας της χώρας στο προσεχές διάστημα για να δικαιολογήσει την επιλογή μη στήριξης του κοινωνικού κράτους και συγκράτησης των δημόσιων δαπανών και να απειλήσει την κοινωνία με νέα μνημόνια. Προσέξτε ποιος είναι ο πραγματικός κίνδυνος: με την άρνηση της κυβέρνησης να ακολουθήσει μια γενναία πολιτική αύξησης των δαπανών, οδηγεί τη χώρα σε βαθύτατη ύφεση, μηδενίζει τις πιθανότητες άμεσης ανάκαμψης και αυτό μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τη δυναμική του δημόσιου χρέους.
Αυτή τη στιγμή, λοιπόν, η κυβέρνηση με τις επιλογές της πυροβολεί τα πόδια της χώρας. Σε ό,τι όμως αφορά τις διεκδικήσεις της χώρας, πρέπει να συμφωνήσουμε ότι ο στόχος για πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% αποτελεί σήμερα παρελθόν, πράγμα που δεν συμμερίζεται η Ν.Δ. Σε κάθε περίπτωση το ζήτημα μιας νέας αναδιάρθρωσης του χρέους, όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά συνολικά για τις χώρες του Νότου, είναι ανοικτό με δεδομένους τους κλυδωνισμούς που επιφέρει στην παγκόσμια οικονομία η κρίση του COVID-19.
Και με το Σύμφωνο Σταθερότητας τι πρέπει να γίνει; Η πανδημία το έβαλε στον πάγο, αλλά είναι δυνατό μετά την κρίση η ευρωζώνη να επιστρέψει στους ίδιους κανόνες για έλλειμμα και χρέος; Ποια είναι η δική σας πρόταση;
Η στάση της Ευρώπης είναι ουσιωδώς διαφορετική στην κρίση αυτή σε σχέση με τη χρηματοπιστωτική κρίση. Σήμερα δεν απαντά ακόμη στην κρίση με πολιτικές λιτότητας, αλλά με κινητοποίηση μηχανισμών δαπανών, με μερική αμοιβαιοποίηση του χρέους μέσω του έκτακτου προγράμματος της ΕΚΤ, με προτροπή για επεκτατικούς προϋπολογισμούς, με αναστολή του Συμφώνου Σταθερότητας.
Αυτή η μετατόπιση, έστω κι αν είναι παροδική, δημιουργεί μια ρωγμή την οποία πρέπει όλες οι προοδευτικές και αριστερές δυνάμεις να εκμεταλλευτούμε διεκδικώντας συνολική αλλαγή στο οικονομικό παράδειγμα. Δεν μπορεί να υπάρξει επιστροφή στους ασφυκτικούς κανόνες των δημοσιονομικών περιορισμών. Οταν στο επίκεντρο σήμερα είναι το πώς θα κρατήσουμε όρθιες την κοινωνία και την οικονομία, δεν μπορεί στην έξοδο από το τούνελ να μας περιμένουν προγράμματα λιτότητας και δημοσιονομικής ασφυξίας, όπως συχνά απειλεί η κυβέρνηση για να δικαιολογήσει τη στρατηγική της επιλογή μη ουσιαστικής στήριξης των εργαζομένων και των μικρών επιχειρήσεων.
Και στη μεγάλη συζήτηση που θα ανοίξει στην Ευρώπη της επόμενης ημέρας ανάμεσα σε αυτούς που θα επιμένουν να ξαναγυρίσουμε πίσω στα ίδια αδιέξοδα και σε αυτούς που θα ζητάνε μια νέα οικονομική πολιτική με στόχο τη δίκαιη ανάπτυξη και τη μείωση των ανισοτήτων, ο ΣΥΡΙΖΑ θα δώσει όλες του τις δυνάμεις υπέρ του δεύτερου δρόμου. Το κρίσιμο είναι να έχει η χώρα μια κυβέρνηση που θα ταχθεί υπέρ του δεύτερου δρόμου. Κι αυτό δεν πρόκειται να το κάνει η Ν.Δ.
Όλες οι προβλέψεις συγκλίνουν στην εκτίμηση ότι η ύφεση θα κινηθεί φέτος σε διψήφια ποσοστά. Εσείς τι λέτε;
Αυτό πια μοιάζει μάλλον βέβαιο. Το ερώτημα δεν είναι τι προβλέπει κανείς σήμερα αλλά το αν θα μπορούσε να είχε πράξει διαφορετικά η κυβέρνηση για να συγκρατηθεί το ΑΕΠ. Η Ν.Δ. με συγκλονιστική αλαζονεία απέρριψε αυτονόητες προτάσεις στήριξης της πραγματικής οικονομίας. Αρνήθηκε και εξακολουθεί να αρνείται ουσιαστικά τον ορισμό της αντικυκλικής πολιτικής. Εξαρχής θεωρούσε ότι το να δαπανήσει το κράτος στις συνθήκες αυτές για να στηρίξει το εισόδημα των νοικοκυριών, των εργαζομένων, των επαγγελματιών, θα ισοδυναμούσε με πέταμα χρημάτων σε μαύρη τρύπα. Αφαίρεσε εντελώς από την εξίσωση τον μόνο παράγοντα που δεν αφαιρείται. Το ΑΕΠ. Και τελικά κατάφερε και την κοινωνία να μη στηρίξει επαρκώς και να βαθύνει την ύφεση, με αποτέλεσμα να διογκώσει το έλλειμμα ως ποσοστό του ΑΕΠ. Το πιο σοβαρό πρόβλημα είναι ότι με τις επιλογές της όχι απλώς δεν δημιούργησε, αλλά ουσιαστικά κατήργησε τις δυνατότητες για γρήγορη ανάκαμψη το 2021, διογκώνοντας την ανεργία, οδηγώντας τις μικρές επιχειρήσεις σε κλείσιμο, φτωχοποιώντας μεγάλο μέρος των εργαζομένων και των επαγγελματιών, διαμορφώνοντας δηλαδή συνθήκες μη εύκολα αναστρέψιμες. Κι αυτό δεν είναι ζήτημα ανικανότητας, αλλά στρατηγικής κατεύθυνσης. Την επιδιώκει αυτή την αναδιάρθρωση της αγοράς η Ν.Δ., με δημιουργία ανακυκλώσιμου και φτηνού εργατικού δυναμικού και με μια νέα συσσώρευση υπέρ λιγοστών μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων.
• Από την 1η Ιανουαρίου του 2021 μπαίνει σε εφαρμογή ο νέος Πτωχευτικός Κώδικας. Πιστεύετε ότι υπάρχουν ακόμη περιθώρια βελτίωσης ακόμα και τώρα που έχει ψηφιστεί;
Οχι, ο συγκεκριμένος νόμος δεν μπορεί να βελτιωθεί. Οδηγεί όλους, νοικοκυριά, μισθωτούς, συνταξιούχους, ελεύθερους επαγγελματίες, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, σε γενικευμένες πτωχεύσεις και απώλεια περιουσίας. Ολοι πτωχεύουν, χάνουν όλη την περιουσία τους και την πρώτη κατοικία τους, εξουδετερώνονται πλήρως. Ο νόμος αυτός σε κάθε στιγμή θα ήταν απαράδεκτος. Αλλά ειδικά σε αυτή τη συγκυρία, με τους πολίτες να σωρεύουν χρέη και την κυβέρνηση ουσιαστικά να τους μετατρέπει μαζικά σε μελλοντικούς υποψήφιους προς πτώχευση, είναι κοινωνικά καταστροφικός και εκδικητικός και πρέπει να καταργηθεί.
Σας κατηγορεί η κυβέρνηση ότι με την «αχρείαστη ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών» το 2015 επιβαρύνατε τους φορολογούμενους και προκαλέσατε προβλήματα όπως αυτό που έχει προκύψει με την Πειραιώς και τα μετατρέψιμα ομόλογα. Τι προτείνετε σήμερα για την Πειραιώς και τις τράπεζες; Τάσσεστε υπέρ μιας κανονικής κρατικοποίησης;
Αυτοί που όταν δίναμε τη μάχη της διαπραγμάτευσης το 2015 για να μπορέσουμε να θέσουμε ένας τέλος στις πολιτικές της ακραίας λιτότητας που οι ίδιοι είχαν υπογράψει και επιβάλει στην ελληνική κοινωνία καλούσαν τους πολίτες να αποσύρουν τις καταθέσεις τους από τις τράπεζες και καλούσαν την ΕΚΤ να κλείσει την παροχή ρευστότητας στις ελληνικές τράπεζες, αυτοί που έκαναν την πρώτη και δεύτερη ανακεφαλαιοποίηση των δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ και υπέγραψαν το καταστροφικό PSI, πάει πολύ να θέλουν να βγουν και από πάνω. Η κυβέρνηση οφείλει να αφήσει τις υπεκφυγές και τις μεθοδεύσεις σε σχέση με την Τράπεζα Πειραιώς και να προστατεύσει τα συμφέροντα του Δημοσίου. Γιατί οι μέχρι τώρα κινήσεις της δείχνουν πως ενδιαφέρεται αποκλειστικά και μόνο για την εξυπηρέτηση των ιδιωτικών συμφερόντων των τραπεζιτών. Ο ΣΥΡΙΖΑ δήλωσε ξεκάθαρα τη θέση του, η τράπεζα να πληρώσει τα τοκομερίδια που οφείλει στο ελληνικό Δημόσιο. Αν δεν μπορεί, το Δημόσιο αποκτά το πλειοψηφικό πακέτο μετοχών. Οποιαδήποτε άλλη επόμενη κίνηση είναι μεθόδευση εις βάρος του Δημοσίου.
Γενικότερα τώρα για το ζήτημα των τραπεζών, χρειάζεται συνολική αλλαγή πολιτικής. Δεν μπορεί την ώρα που λαμβάνουν τεράστια ρευστότητα, οι τράπεζες να εφαρμόζουν οριζόντια πολιτική αποκλεισμού, οι 6 στις 10 επιχειρήσεις να μην έχουν πρόσβαση σε αυτές και η ρευστότητα να δίνεται σε πέντε επιχειρηματικούς ομίλους. Χρειάζεται, πρώτον, παρέμβαση στην κατεύθυνση των δανείων που δίνονται υπό την εγγύηση του ελληνικού Δημοσίου, και υπό το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο τούτο μπορεί να συμβεί – είναι επιλογή της Ν.Δ. να μην το κάνει. Δεύτερον, αλλαγή του νόμου του ΤΧΣ για καλύτερη προάσπιση των συμφερόντων του Δημοσίου. Τρίτον, ανάληψη του management μιας συστημικής τράπεζας από το Δημόσιο με αξιοποίηση των μετοχών του, ώστε, σε συνδυασμό με τη λειτουργία της αναπτυξιακής τράπεζας, ο χρηματοπιστωτικός τομέας να διαδραματίσει τον ρόλο που οφείλει στην ελληνική οικονομία.