Την σταθερή αναπτυξιακή πορεία της ελληνικής οικονομίας επιβεβαιώνει το προσχέδιο του προϋπολογισμού που κατατέθηκε στις Βρυξέλλες, προβλέποντας ανάπτυξη 2,4%, ενίσχυση των επενδύσεων και μείωση του χρέους. Παράλληλα το οικονομικό επιτελείο σημειώνει ότι τα δημοσιονομικά μέτρα που εξαγγέλθηκαν στην ΔΕΘ αναμένεται να μειώσουν τις κοινωνικές ανισότητες και να μειώσουν τη φτώχεια.
Η φορολογική μεταρρύθμιση που βρίσκεται σε εξέλιξη αναμένεται να μειώσει τη φτώχεια έως και 5,5% για τους ηλικιωμένους και να ελαφρύνει τα μεσαία εισοδήματα, ενισχύοντας παράλληλα τη συνολική δημοσιονομική σταθερότητα της χώρας.
Ο κρατικός προϋπολογισμός διατηρεί τις εκτιμήσεις του προσχεδίου που υποβλήθηκε στη Βουλή, προβλέποντας ρυθμό ανάπτυξης 2,4% και ένα πακέτο ελαφρύνσεων και ενισχύσεων ύψους 1,76 δισ. ευρώ. Παράλληλα, το οικονομικό επιτελείο προδιαγράφει άνοδο των επενδύσεων και περαιτέρω μείωση του δημόσιου χρέους, το οποίο εκτιμάται ότι θα υποχωρήσει κάτω από το 140% του ΑΕΠ.
Η ελληνική οικονομία αναμένεται να διατηρήσει την αναπτυξιακή της δυναμική για έκτο συνεχόμενο έτος, καταγράφοντας ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ υψηλότερο από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης. Συγκεκριμένα, η ανάπτυξη προβλέπεται στο 2,2% για το 2025 και στο 2,4% για το 2026. Για σύγκριση, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις εαρινές της προβλέψεις εκτιμά ότι η οικονομία της Ευρωζώνης θα αυξηθεί μόλις κατά 0,9% το 2025 και 1,4% το 2026, ενώ η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, στις εκτιμήσεις του Σεπτεμβρίου 2025, προβλέπει 1,2% και 1,0% αντίστοιχα.
Το ονομαστικό ΑΕΠ της χώρας αναμένεται να αυξηθεί από 249,6 δισ. ευρώ το 2025 σε 260,9 δισ. ευρώ το 2026, ενώ ο πληθωρισμός προβλέπεται να υποχωρήσει από 2,6% το 2025 σε 2,2% το 2026, επιβεβαιώνοντας τάσεις αποκλιμάκωσης των τιμών.
Οι επενδύσεις συνεχίζουν να αποτελούν τον κινητήριο μοχλό της οικονομίας. Ο ρυθμός αύξησής τους αναμένεται να επιταχυνθεί από 4,5% το 2024 σε 5,7% το 2025 και να κορυφωθεί στο 10,2% το 2026. Η ενίσχυση αυτή αποδίδεται τόσο στη συνέχιση της ιδιωτικής επενδυτικής δραστηριότητας όσο και στην υλοποίηση ενός ενισχυμένου προγράμματος δημοσίων επενδύσεων, ύψους 16,7 δισ. ευρώ το 2026, έναντι 14,6 δισ. ευρώ το προηγούμενο έτος.
Το πρωτογενές πλεόνασμα αναμένεται να διαμορφωθεί σε 3,6% του ΑΕΠ το 2025 και να υποχωρήσει ελαφρώς στο 2,8% το 2026. Την ίδια στιγμή, το συνολικό δημοσιονομικό αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης προβλέπεται να κυμανθεί από πλεόνασμα 0,6% του ΑΕΠ το 2025 σε οριακό έλλειμμα -0,1% το 2026.
Παρά τη μικρή αυτή μεταβολή, η πορεία του δημοσίου χρέους παραμένει καθοδική. Σύμφωνα με το προσχέδιο, το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης αναμένεται να μειωθεί στο 137,6% του ΑΕΠ, το χαμηλότερο επίπεδο από το 2010, συνεχίζοντας για έκτο διαδοχικό έτος την ταχύτερη αποκλιμάκωση στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ενίσχυση του εισοδήματος με τα νέα μέτρα
Στο σχέδιο επισημαίνεται ότι οι παρεμβάσεις του νέου προϋπολογισμού στοχεύουν στην ενίσχυση του διαθέσιμου εισοδήματος των πολιτών, με αιχμή τη φορολογική μεταρρύθμιση που ευνοεί τις οικογένειες με παιδιά, τους νέους και τη μεσαία τάξη.
Όπως αναφέρεται στο κείμενο, τα νέα δημοσιονομικά μέτρα οδηγούν σε μείωση των δεικτών φτώχειας και της φορολογικής επιβάρυνσης των πολιτών, ενισχύοντας παράλληλα τη δημοσιονομική σταθερότητα και τη δίκαιη αναπτυξιακή προοπτική της ελληνικής οικονομίας.
Η νέα φορολογική μεταρρύθμιση, που παρουσιάστηκε στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης και πλέον περνά στη φάση υλοποίησης, αναμένεται να έχει άμεσο κοινωνικό αποτύπωμα, μειώνοντας τα ποσοστά φτώχειας και ελαφρύνοντας το φορολογικό βάρος για το σύνολο των πολιτών. Ειδικότερα, προβλέπεται μείωση της φτώχειας έως και 3,3% για οικογένειες με παιδιά και 5,5% για άτομα άνω των 65 ετών, ενώ το συνολικό φορολογικό βάρος περιορίζεται κατά 0,7%.
Το πακέτο μέτρων ύψους 1,76 δισ. ευρώ, το οποίο εξαγγέλθηκε από τον Πρωθυπουργό στη Θεσσαλονίκη και αφορά κυρίως το 2026, εκτιμάται ότι θα συμβάλει στη μείωση του κινδύνου φτώχειας σε ολόκληρο τον πληθυσμό κατά 0,2% για το 2025 και κατά 0,4% για το 2026.
Η ανάλυση του Υπουργείου δείχνει ότι τα μεγαλύτερα οφέλη από τις επερχόμενες φορολογικές αλλαγές θα τα δει η μεσαία τάξη. Για το σύνολο των πολιτών, η ελάφρυνση του φορολογικού βάρους φτάνει κατά μέσο όρο στο 0,7%. Ωστόσο, τα νοικοκυριά με εισοδήματα μεταξύ 20.000 και 40.000 ευρώ θα δουν ακόμη μεγαλύτερη μείωση —περίπου 0,8%— κάτι που, όπως επισημαίνεται, αποτελεί συνειδητό σχεδιασμό της μεταρρύθμισης για τη στήριξη των μεσαίων στρωμάτων.
Αντίθετα, οι φορολογούμενοι με εισοδήματα λίγο πάνω από τις 10.000 ευρώ θα έχουν μικρότερη μείωση του φορολογικού βάρους, της τάξεως του 0,2%, καθώς το μεγαλύτερο μέρος της ενίσχυσης κατευθύνεται στις οικογένειες και στα νοικοκυριά με μεγαλύτερη οικονομική επιβάρυνση.