Άλμα στο μέλλον επιχειρεί να πραγματοποιήσει το υπουργείο Εθνικής Άμυνας με το νομοσχέδιο για την αμυντική καινοτομία που εγκρίθηκε την περασμένη Πέμπτη από το υπουργικό συμβούλιο.
Ακολουθώντας τα μοντέλα του Ισραήλ και του Ηνωμένου Βασιλείου, με το νέο νομοσχέδιο επιχειρείται για πρώτη φορά στην ιστορία των Ενόπλων Δυνάμεων να συνδεθούν οι ανάγκες τους με την εγχώρια αμυντική βιομηχανία και η Ελλάδα από χώρα – αγοραστής να γίνει επιτέλους χώρα – παραγωγός οπλικών συστημάτων, ώστε οι υψηλές αμυντικές δαπάνες της χώρας να βοηθούν στην ανάπτυξη παραγωγικής βάσης και στη δημιουργία εγχώριας προστιθέμενης αξίας.
Το νομοσχέδιο, για το οποίο το επόμενο βήμα είναι να τεθεί σε δημόσια διαβούλευση, προβλέπει την ίδρυση του Ελληνικού Κέντρου Ανάπτυξης Καινοτομίας (ΕΛΚΑΚ), το οποίο θα προωθεί την καλλιέργεια του εγχώριου Οικοσυστήματος Αμυντικής κατά τα διεθνή πρότυπα Καινοτομίας, με έμφαση στις προηγμένες τεχνολογίες διττής χρήσης (dual use tech), καθώς και την ανάπτυξη χρηματοδοτικών και μη χρηματοδοτικών εργαλείων για τη μεταφορά τεχνολογίας μεταξύ των καινοτόμων/νεοφυών επιχειρήσεων και αμυντικών βιομηχανιών.
Στόχος όλων αυτών είναι επιτέλους να αναπτυχθεί και στην Ελλάδα η ανάλογη τεχνολογία ώστε να μπορέσουν οι Ένοπλες Δυνάμεις να προμηθευτούν και να εξοπλιστούν με τα απαραίτητα νέα εξοπλιστικά συστήματα όπως π.χ. τα drones που είναι πλέον σε πρώτη χρήση από όλους τους στρατούς του εξελιγμένου κόσμου. Το παράδειγμα της Ουκρανίας έχει γίνει πλέον μάθημα σε όλες τις Ένοπλες Δυνάμεις για τη χρησιμότητα που έχουν αυτά τα πολύ απλά και φθηνά και εύχρηστα οπλικά συστήματα και πόσο χρήσιμα μπορούν να φανούν.
Η στροφή των αμυντικών βιομηχανίων σε τεχνολογίες διττής χρήσης είναι διεθνές φαινόμενο, καθώς πλέον υπάρχουν τεχνολογικά επιτεύγματα διαθέσιμα σε χαμηλές τιμές στους καταναλωτές, που μπορούν ταυτόχρονα να χρησιμοποιηθούν για την ανάπτυξη οπλικών συστημάτων. Με τον τρόπο αυτό, περιορίζεται κατά πολύ το κόστος των εξοπλισμών για τις κυβερνήσεις.
Το ΕΛΚΑΚ θα συσταθεί ως ανώνυμη εταιρεία, όπου μέτοχοι είναι το Ελληνικό Δημόσιο σε ποσοστό 67% και η «Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών και Περιουσίας ΑΕ» (Υπερταμείο) με 33%.
Το Ελληνικό Κέντρο θα χρηματοδοτείται από το Ταμείο Καινοτομίας Εθνικής Άμυνας (με πόρους που προέρχονται από ποσοστό τουλάχιστον 1,5% του εξοπλιστικού προγράμματος, δηλαδή 27 εκατ. ευρώ μ/ο ετησίως), το Ταμείο Ανάπτυξης Εθνικής Άμυνας (ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια, Venture capitals, 5-10 εκατ. ευρώ από το Υπερταμείο και κεφάλαια ιδιωτών) και από προγράμματα χρηματοδότησης της ΕΕ και του ΝΑΤΟ (ευρωπαϊκά προγράμματα ΕΤΑ, EIC Accelerator, Horizon, Προγράμματα ΝΑΤΟ DIANA, NIF κ.ά.).
Το ΕΛΚΑΚ θα παίρνει αιτήματα από τα γενικά επιτελεία για την αντιμετώπιση κάποιας επιχειρησιακής ανάγκης και στη συνέχεια θα διερευνά εάν μπορεί να ικανοποιηθεί από τους φορείς του οικοσυστήματος καινοτομίας και θα προτείνει τεχνολογική λύση. Στη συνέχεια, η λύση θα εγκρίνεται από το Συμβούλιο Αρχηγών Γενικών Επιτελείων (ΣΑΓΕ) και θα επιστρέφει στο ΕΛΚΑΚ προκειμένου να γίνει ο απαραίτητος διαγωνισμός μεταξύ εταιρειών. Η εταιρεία που θα επιλέγεται θα αναπτύσσει το πρωτότυπο, το οποίο θα περνάει από δοκιμές από τις Ένοπλες Δυνάμεις, που θα μπορούν να το αποδεχθούν, να το απορρίψουν ή να προτείνουν βελτιώσεις.
Όπως όλα δείχνουν, το ΕΛΚΑΚ μπορεί να γίνει μία πρώτης τάξεως ευκαιρία για να αξιοποιηθεί πλήρως η ελληνική αμυντική βιομηχανία μαζί με τα πανεπιστήμια και άλλους επιστημονικούς φορείς, ώστε επιτέλους η Ελλάδα να σταματήσει να αγοράζει οπλικά συστήματα από το «ράφι», καθώς τα δέκα χρόνια της οικονομικής κρίσης κατάφεραν να αποδυναμώσουν σε μεγάλο βαθμό αυτόν τον τομέα της οικονομίας.
Ωστόσο, ο φόβος που υπάρχει στον ελληνικό επιχειρηματικό κόσμο της άμυνας είναι κατά πόσον στο πλαίσιο της διαγωνιστικής διαδικασίας, μία ελληνική εταιρεία θα μπορεί να συναγωνιστεί παγκόσμιους κολοσσούς ή κατά πόσον οι ελληνικές εταιρείες θα έχουν «προβάδισμα», ώστε να παράγουν ένα σύστημα για να μείνει τεχνογνωσία και κέρδος και στη χώρα μας.
Να σημειωθεί ότι, ενώ ο υπουργός Εθνικής Άμυνας Νίκος Δένδιας μιλά συνεχώς για την ελληνική αμυντική βιομηχανία και ετοιμάζει ένα νομοσχέδιο το οποίο την αφορά άμεσα, ωστόσο δεν έχει συναντηθεί από τότε που ανέλαβε τα καθήκοντά του με εκπροσώπους της, ώστε να ακούσει και τις δικές τους προτάσεις πάνω στο θέμα. Οπότε θα είναι πολύ ενδιαφέρον όταν ξεκινήσει η δημόσια διαβούλευση για το εν λόγω νομοσχέδιο να δούμε τι έχουν να καταθέσουν οι επιχειρηματίες του κλάδου.