Με επίρριψη ευθυνών στον νέο πρόεδρο Στέφανο Κασσελάκη και τη νέα ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ για απομάκρυνση από την Αριστερά συνόδευσε τη δήλωση με την οποία έκανε γνωστή την αποχώρησή του από τον ΣΥΡΙΖΑ, ο πρώην πρόεδρος της Βουλής, Νίκος Βούτσης. Ο κ. Βούτσης σημειώνει ότι είναι η ώρα της ευθύνης και προσθέτει ότι «η διαδικασία συλλογικής συζήτησης και σύνθεσης έχει καταστεί απαγορευτική με όρους πολιτικής ενσυναίσθησης και αξιοπρέπειας για πολλούς από εμάς» για να καταλήξει: «Ουδέποτε σιώπησα και στις σωστές και στις λάθος αποφάσεις ή και στις κριτικές ή ριζικές αντιπαραθέσεις, στις οποίες κατά καιρούς συμμετείχα. Όλοι και όλες κρινόμαστε».
Η δήλωση αποχώρησης του Νίκου Βούτση από τον ΣΥΡΙΖΑ:
«Δεν θα παραστώ στην αυριανή συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής εφόσον με την παρούσα επιστολή μου δεν θα είμαι πλέον μέλος του κόμματος, του οποίου υπήρξα συνιδρυτής και συνδιαμορφωτής της ταυτότητας και των πολιτικών του μέχρι και σήμερα.
Εκτιμώ ότι το κόμμα μας, αντί της αναγκαίας ανασύνταξης με πανστρατιά όλων των δυνάμεων του, υφίσταται πλέον δυστυχώς μια κατάσταση που προσομοιάζει σε πολιτική ανήκεστο βλάβη. Διαμορφώνεται, με αποκλειστική ευθύνη του νέου προέδρου και της περί αυτόν νέας ηγετικής ομάδας ένα κόμμα, που ανομολόγητα προσώρας απομακρύνεται από την Αριστερά και θα διαγκωνίζεται συν τω χρόνω στο χώρο του πολιτικού Κέντρου. Με προφανή αλλοίωση ιδεολογικών, ταυτοτικών αλλά και προγραμματικών ζητημάτων, τα οποία μέχρι πριν από λίγο καιρό αποτελούσαν το συλλογικό πλαίσιο αποφάσεων για τη δημιουργία ενός σύγχρονου, ανοικτού και αυτονόητα δημοκρατικού κόμματος της Ριζοσπαστικής Αριστεράς, διακυβέρνησης και κοινωνικών αγώνων, ικανό να υπερασπιστεί και να ανασυνθέσει τις καλύτερες παραδόσεις της Αριστεράς.
Είναι ώρα ευθύνης για όλες και όλους μας και είμαι σίγουρος ότι καθένας με αγωνία θέλει να ασκήσει αυτήν την ευθύνη. Σε ότι με αφορά λαμβάνω την απόφασή μου με βάση τις αξίες της «ηθικής της ευθύνης» με την οποία προσπάθησα να συμπορευθούμε και να συμβάλω με απόψεις, πάντοτε μέσα στα όργανα του κόμματος. Όπως βεβαίως και με την υπεράσπισή τους στο δημόσιο χώρο και ιδιαίτερα μέσα στη Βουλή, εφ’ όλης της ύλης των κορυφαίων ζητημάτων, που προέκυψαν και ως Αξιωματική Αντιπολίτευση απέναντι στην πολιτική και το καθεστώς της Νέας Δημοκρατίας του κ. Μητσοτάκη.
Προφανώς, όλα τα παραπάνω είτε ως κινδύνους μετάλλαξης του κόμματος, είτε ως στοιχεία απολογιστικών στην πορεία μας και στη συζήτηση για τον αναγκαίο αναστοχασμό, θα έπρεπε και το έχουμε κάνει στο παρελθόν να τα συζητήσουμε συλλογικά και συντροφικά μέσα στο κόμμα μας. Επ’ αυτού μάλιστα νομίζω ότι δεν μπορεί κανείς να μου υποδείξει ότι λειτούργησα διαφορετικά και από ηγετικές θέσεις επί δεκαετίες.
Η παραπάνω όμως διαδικασία συλλογικής συζήτησης και σύνθεσης έχει καταστεί απαγορευτική με όρους πολιτικής ενσυναίσθησης και αξιοπρέπειας για πολλούς από εμάς.
Μέρα με τη μέρα τείνει να ηγεμονεύσει η κουλτούρα, αν είναι δυνατόν στο κόμμα της Ανανεωτικής Αριστεράς, για αναζήτηση ευθυνών σε διαχρονικούς δήθεν «υπονομευτές» που στοχοποιούνται ανοικτά με τα ονοματεπώνυμα δεκάδων βασικών στελεχών του κόμματος. Εξάλλου συντηρείται κλίμα για κυνήγι μαγισσών, κλίμα εχθροπάθειας και συνακόλουθα αναζήτησης του «αδιαμεσολάβητου Μεσσία», για τη συνεχή φυγή προς τα μπρος με την αποδοχή ότι «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα».
Τα παραπάνω είναι γνωστά διότι και ιστορικά στην «εποχή των τεράτων» διαμόρφωναν το σχετικό «αφήγημα», που και στους χώρους της Αριστεράς αποτυπώθηκε σε καταδικασμένες εκ των υστέρων, γκρίζες και μαύρες σελίδες.
Ουδέποτε σιώπησα και στις σωστές και στις λάθος αποφάσεις ή και στις κριτικές ή ριζικές αντιπαραθέσεις, στις οποίες κατά καιρούς συμμετείχα.
Όλοι και όλες κρινόμαστε.»