Διατήρηση της σφιχτής νομισματικής πολιτικής αλλά και στροφή σε πιο αυστηρή δημοσιονομική πολιτική, προκειμένου να περιοριστούν οι πληθωριστικές πιέσεις αλλά και να διασφαλιστεί η ορθή πορεία ελλείμματος και χρέους συστήνει για την ευρωζώνη το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο σε έκθεσή του.
Σύμφωνα με το ΔΝΤ «οι προοπτικές για τον πληθωρισμό και η υψηλή αβεβαιότητα σχετικά με την επιμονή του πληθωρισμού υποδηλώνουν ότι θα χρειαστεί μια πιο περιοριστική στάση από ό,τι σήμερα, η οποία θα διατηρηθεί για μια διαρκή περίοδο, για να διατηρηθούν οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό αγκυρωμένες και να επιστρέψει ο πληθωρισμός στο στόχο εγκαίρως».
Το ΔΝΤ καλεί τις χώρες της περιοχής να περιορίσουν τις δημόσιες δαπάνες και το μπλοκ να καταλήξει γρήγορα σε συμφωνία για τη μεταρρύθμιση της οικονομικής και δημοσιονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ. «Η δημοσιονομική πολιτική πρέπει να παραμείνει αυστηρή το 2023, 2024. Γιατί; Για να μειωθεί η συνολική ζήτηση, να μειωθεί ο πληθωρισμός και να ασκηθεί πίεση στα επιτόκια να μειωθούν, ώστε να μπορέσουμε να μειώσουμε τους κινδύνους για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και φυσικά να θέσουμε υγιή θεμέλια για την ανάπτυξη», δήλωσε η γενική διευθύντρια του ΔΝΤ, Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα.
Το Ταμείο, επίσης, προειδοποιεί ότι η «χαλάρωση των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις» - που επιτρέπουν στα μέλη της ΕΕ να χορηγούν επιδοτήσεις ή φορολογικά κίνητρα για να ταιριάζουν με αυτά που προσφέρονται αλλού - «θα μπορούσε ενδεχομένως να οδηγήσει σε υψηλό δημοσιονομικό κόστος καθώς και σε οικονομικές αναποτελεσματικότητες και στρεβλώσεις».
Αναφέρει ακόμη ότι η οικονομία της ζώνης του ευρώ επέδειξε αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα στον απόηχο της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία και του μεγαλύτερου σοκ των όρων εμπορίου εδώ και αρκετές δεκαετίες, χάρη στην ισχυρή πολιτική αντίδραση. Ωστόσο, η οικονομική δραστηριότητα έχει εξασθενήσει και ο πληθωρισμός -αν και σταδιακά υποχωρεί- παραμένει σε υψηλά επίπεδα. Οι πρόσφατες αναταράξεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές υπογραμμίζουν την ανάγκη συνεχούς παρακολούθησης των τρωτών σημείων, περαιτέρω αύξησης των κεφαλαιακών αποθεμάτων και ολοκλήρωσης της χρηματοπιστωτικής αρχιτεκτονικής της Ένωσης. Οι διαρθρωτικές πολιτικές θα πρέπει να επικεντρωθούν στην υλοποίηση της πράσινης μετάβασης και στην αντιμετώπιση της διαρθρωτικά αδύναμης αύξησης της παραγωγικότητας.