Συνεχίστηκε και τον Μάιο η αποκλιμάκωση του πληθωρισμού τόσο στην Ελλάδα όσο και στην ευρωζώνη, βάσει της εκτίμησης για τον Εναρμονισμένο Δείκτη Τιμών Καταναλωτή που δημοσιοποίησε η Eurostat.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ευρωπαϊκής στατιστικής υπηρεσίας ο πληθωρισμός στην Ελλάδα υποχώρησε στο 4,1% από 4,5% που ήταν τον Απρίλιο, ενώ για το σύνολο της ευρωζώνης αποκλιμακώθηκε στο 6,1% από 7% που ήταν τον προηγούμενο μήνα.
Σε ό,τι αφορά τον δομικό ΕνΔΤΚ, στον οποίο δεν περιλαμβάνονται οι τιμές τροφίμων, προϊόντων καπνού και ενέργειας, για την ευρωζώνη έφθασε στο 5,3% από 5,6% που ήταν τον Απρίλιο, ενώ εάν εξαιρεθούν μόνο οι τομείς τροφίμων και ενέργειας διαμορφώθηκε στο 6,9% από 7,3% που ήταν τον Απρίλιο.
Η πορεία του πληθωρισμού τον Μάιο
Όπως σημειώνει στην ανακοίνωσή της η Eurostat τα τρόφιμα, το αλκοόλ και ο καπνός αναμένεται να έχουν τον υψηλότερο ετήσιο ρυθμό τον Μάιο (12,5%, έναντι 13,5% τον Απρίλιο), ακολουθούμενα από τα μη ενεργειακά βιομηχανικά αγαθά (5,8%, σε σύγκριση με 6,2% τον Απρίλιο), τις υπηρεσίες (5,0%, έναντι 5,2% τον Απρίλιο) και την ενέργεια (-1,7% έναντι 2,4% τον Απρίλιο).
Η υποχώρηση του πληθωρισμού αποτελεί μία θετική είδηση αλλά παραμένει πολύ υψηλότερα από το επίπεδο του 2% που έχει θέσει ως στόχο η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, γεγονός που δεν βοηθά ώστε να υπάρξει παύση στην αύξηση των επιτοκίων.
Οι αναλυτές εκτιμούν ότι η ΕΚΤ θα προχωρήσει σε μία ακόμη αύξηση επιτοκίων κατά 0,25% στις 15 Ιουνίου που είναι η επόμενη συνεδρίασή της. Μάλιστα ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ, Λουίς ντε Γκίντος σε χθεσινές του δηλώσεις υπογράμμισε ότι ο πληθωρισμός δεν έχει ακόμη «νικηθεί» και χρειάζονται επιπλέον κινήσεις εκ μέρους της κεντρικής τράπεζας. «Νομίζω ότι βρισκόμαστε στη σωστή πορεία», σημείωσε ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ, για να προσθέσει, όμως, ότι «πρέπει να εξετάσουμε πολύ προσεκτικά την εξέλιξη του δομικού πληθωρισμού».
Η πορεία του πληθωρισμού στα κράτη - μέλη της ευρωζώνης
Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής λένε ότι η επαναφορά της αύξησης των τιμών καταναλωτή στο στόχο του 2% είναι απαραίτητη για τη στήριξη της οικονομικής επέκτασης και της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, καθώς και οι δύο τομείς αισθάνονται τις επιπτώσεις της αύξησης των επιτοκίων.
Η διολίσθηση της Γερμανίας σε ύφεση μετά την πανδημία υπογράμμισε την ευπάθεια της μεγαλύτερης οικονομίας της ηπείρου - ακόμη και αφού δαπάνησε πολλά για να προστατεύσει τα νοικοκυριά από την εκτίναξη των λογαριασμών ενέργειας μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Η ΕΚΤ, εν τω μεταξύ, προειδοποίησε αυτή την εβδομάδα ότι η αυστηρότερη πολιτική αφήνει τις χρηματοπιστωτικές αγορές σε κίνδυνο αρνητικών σοκ και δοκιμάζει την ανθεκτικότητα των νοικοκυριών, των εταιρειών, των κυβερνήσεων και του τομέα των ακινήτων. Το επίκεντρο, ωστόσο, παραμένει η αντιμετώπιση των τιμών, η οποία περιλαμβάνει όχι μόνο την αύξηση του κόστους δανεισμού, αλλά και τη διατήρησή του από τη στιγμή που θα φτάσει στην κορύφωσή του.
«Ναι, ο γενικός πληθωρισμός υποχωρεί καθώς αρχίζουμε να βλέπουμε τα σοκ των τροφίμων και της ενέργειας να διαλύονται», εκτίμησε σε έκθεση η BlackRock. «Αλλά σαφώς ο πληθωρισμός των υπηρεσιών, οι βασικοί δείκτες, συνεχίζουν να δείχνουν επιμονή στις τιμές και αυτό υποδηλώνει ότι η ΕΚΤ θα πρέπει να διατηρήσει τα επιτόκια σε περιοριστικό έδαφος για αρκετό καιρό».