Στόχο να «ξεκλειδώσει» επενδύσεις που θα αυξήσουν την διείσδυση των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα της χώρας βάζει το ΥΠΕΝ, που ετοιμάζει νομοθετική ρύθμιση προκειμένου να «ξεχωρίσει την ήρα από το στάρι». Την ώρα που ο ΟΟΣΑ εντοπίζει καθυστέρηση στην αύξηση των ΑΠΕ στη χώρα, η κυβέρνηση φαίνεται πως προετοιμάζεται να αυξήσει και άλλο τους στόχους για την πράσινη μετάβαση που θα περιλαμβάνονται στο αναθεωρημένο ΕΣΕΚ. Ωστόσο, η υπερπροσφορά συνδέσεων με πολλές επενδύσεις – φαντάσματα σε συνδυασμό με την περιορισμένη χωρητικότητα των δικτύων μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας θέτουν εν αμφιβόλω τα αποτελέσματα.
Το «έμφραγμα» στην αγορά δημιουργούν «βαλτωμένες» επενδύσεις για τις οποίες έχουν γίνει αιτήματα σύνδεσης αλλά δεν ολοκληρώνονται. Το πρόβλημα είχε περιγράψει πολύ γλαφυρά πριν από μερικούς μήνες, την άνοιξη του 2022, ο αντιπρόεδρος του ΑΔΜΗΕ, κ. Ιωάννης Μάργαρης, ο οποίος είχε τονίσει ότι μέσα σε λιγότερο από 1,5 χρόνο υπήρξε έκρηξη νέων αιτημάτων σύνδεσης ΑΠΕ που έφθασαν τα 19,3 GW, αριθμός σχεδόν ίσος με τον ήδη κατειλημμένο χώρο (19,6 GW). Σύμφωνα με τον κ. Μάργαρη, ο διαθέσιμος ηλεκτρικός χώρος ανέρχεται σε περίπου 17 GW, ενώ το 2030, μετά τα έργα του Διαχειριστή θα φθάσει τα 28,6 GW για τη λειτουργία ΑΠΕ σε ολόκληρο το Σύστημα Μεταφοράς.
Παρά την αύξηση αυτή που θα φθάσει το 70% του χώρου συγκριτικά με σήμερα το σύνολο της ισχύος των σταθμών ΑΠΕ σε λειτουργία, με Οριστικές Προσφορές Σύνδεσης, τα αιτήματα έκδοσης Οριστικών Προσφορών Σύνδεσης και η δέσμευση του νέου ηλεκτρικού χώρου που δημιουργούν οι νησιωτικές διασυνδέσεις, ανέρχεται ήδη σε 40,9 GW ξεπερνώντας κατά πολύ τους στόχους του ΕΣΕΚ που ακόμα και στα σενάρια που εξετάζονται αυτή την περίοδο στη διαδικασία αναθεώρησής του θα φθάσουν έως τα 30 GW το 2030.
Παρά τους φιλόδοξους αυτούς στόχους, σήμερα έργα σχεδόν 9 γιγαβάτ από τα συνολικά 12 που έχουν λάβει Οριστικούς Όρους Σύνδεσης από τον ΑΔΜΗΕ είναι «παγωμένα» καθώς δεν έχουν προχωρήσει στο επόμενο βήμα αδειοδότησης και απλώς καταλαμβάνουν χώρο στο σύστημα μεταφοράς, έναντι άλλων επενδύσεων που δεν μπορούν να προχωρήσουν στη θέση τους.
Με την κυβέρνηση να έχει θέσει ψηλά το ζήτημα της πράσινης μετάβασης και της εξοικονόμησης ενέργειας, το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας προετοιμάζει νομοσχέδιο με στόχο να περιορίσει τη «ζημιά» που κάνουν στο σύστημα τα «βαλτωμένα» έργα ΑΠΕ, θέτοντας συγκεκριμένα χρονικά πλαίσια και να διευκολύνει, έτσι, επενδύσεις που έχουν τη δυναμική υλοποίησης.
Ένα βασικό μέτρο που προκρίνεται είναι η θέσπιση χρονικού ορίου τριών μηνών από την ψήφιση του νομοσχεδίου για τα έργα που έχουν πάρει οριστική προσφορά σύνδεσης έως και τις 31 Δεκεμβρίου 2020 προκειμένου να προχωρήσουν σε αίτηση για σύμβαση σύνδεσης. Παράλληλα, για εκείνα που προχώρησαν σε αυτό το βήμα εντός της προηγούμενης διετίας το διάστημα θα είναι 6 μήνες ενώ, τέλος, τον έναν χρόνο θα φθάνει το περιθώριο για τα έργα που θα παίρνουν όρους σύνδεσης από φέτος.
Το πρόβλημα από το «έμφραγμα» στο δίκτυο εντοπίζει και η ετήσια έκθεση του ΟΟΣΑ για τη χώρα και συστήνει την αύξηση των σχετικών έργων για την αναβάθμιση και επέκταση του δικτύου μεταφοράς ηλεκτρικού ρεύματος. Ενδεικτικές της καθυστέρησης της χώρας είναι και οι σχετικές αναφορές στην έκθεση πως η Ελλάδα κατάφερε να ξεπεράσει τον ευρωπαϊκό μέσο όρο στην αύξηση της διείσδυσης των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα αλλά παραμένει πίσω συγκριτικά με τις περισσότερες χώρες του ΟΟΣΑ.
Τονίζει, δε, πως αν η Ελλάδα θέλει να φθάσει τους στόχους που θέτει μέσω του ΕΣΕΚ για την ενεργειακή μετάβαση θα πρέπει να παρουσιάσει σχετικές επενδύσεις που θα υλοποιηθούν τέσσερις φορές ταχύτερα συγκριτικά με την περασμένη δεκαετία ενώ, συστήνει, επίσης, να ξεμπλοκάρουν οι «έξυπνοι» μετρητές καθώς και τα διμερή συμβόλαια. Ωστόσο, σημειώνει πως θα πρέπει να γίνει σαφές πως η μετάβαση στη «πράσινη» ηλεκτροπαραγωγή θα χρειαστεί μεγάλες επενδύσεις που θα επιβαρύνουν, τελικά, και τον τελικό καταναλωτή.