Συγκρατημένα αισιόδοξο μήνυμα προς τις αγορές έστειλε ο Φίλιπ Λέιν, επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ, υποστηρίζοντας ότι ο πληθωρισμός πλησιάζει στο ζενίθ του, αν και ξεκαθάρισε ότι οι αυξήσεις επιτοκίων δεν πρόκειται να σταματήσουν.
«Είναι μάλλον πολύ νωρίς για να κάνουμε αυτή την εκτίμηση» για το αν ο πληθωρισμός βρίσκεται στην κορύφωσή του, «αλλά θα ήμουν αρκετά σίγουρος να πω ότι είναι πιθανό να βρισκόμαστε κοντά στην κορύφωση του πληθωρισμού», τόνισε σε συνέντευξή του και προσέθεσε ότι «αλλά αν αυτό είναι ήδη το αποκορύφωμα ή αν θα φτάσει στις αρχές του 2023, είναι ακόμη αβέβαιο».
Ο κ. Λέιν σημείωσε, όμως, ότι οι αυξήσεις επιτοκίων θα συνεχιστούν, υπογραμμίζοντας ότι «αναμένουμε ότι θα χρειαστούν περισσότερες αυξήσεις των επιτοκίων, αλλά έχουν ήδη γίνει πολλά. Το σημείο εκκίνησης είναι διαφορετικό τώρα. Έχουμε ήδη αυξήσει τα επιτόκια κατά 200 μονάδες βάσης. Θα πρέπει να λάβουμε υπόψη την κλίμακα αυτών που έχουμε ήδη κάνει».
Όσον αφορά τις τιμές καταναλωτή, ο επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ δήλωσε ότι δεν μπορεί να «αποκλείσει κάποιο επιπλέον πληθωρισμό στις αρχές του επόμενου έτους. Μόλις ξεπεράσουμε τους πρώτους μήνες του 2023, αργότερα μέσα στο 2023 - την άνοιξη ή το καλοκαίρι - θα πρέπει να δούμε μια σημαντική πτώση του πληθωρισμού. Ως εκ τούτου, το ταξίδι του πληθωρισμού από τα σημερινά πολύ υψηλά επίπεδα πίσω στο 2% θα πάρει χρόνο».
Ερωτηθείς εάν το ποσοστό πληθωρισμού μπορεί να πέσει στο 6% - 7% το 2023, είπε ότι «η αρχική μείωση από τα σημερινά υψηλά ποσοστά θα είναι περίπου σε αυτό το επίπεδο» και θα ακολουθήσει περαιτέρω μείωση.
Παρόλα αυτά, «πιστεύουμε ότι θα υπάρξει ένας δεύτερος γύρος πληθωρισμού», σημείωσε, αναφερόμενος σε μεγαλύτερες από το συνηθισμένο αυξήσεις μισθών τα επόμενα τρία χρόνια. «Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο θα χρειαστεί κάποιο χρονικό διάστημα για να επιστρέψουμε στον στόχο μας του 2%. Έτσι, οι επιπτώσεις του δεύτερου γύρου θα οδηγήσουν τον πληθωρισμό το επόμενο έτος και το 2024».