Προς νέες καθυστερήσεις, που είναι πολύ πιθανό να μεταθέσουν το 2023 τις επόμενες ενέργειες, φαίνεται πως οδηγούνται οι έρευνες υδρογονανθράκων Νότια της Κρήτης. Το βλέμμα όλων να παραμένει στραμμένο στην απόφαση του ΣτΕ για την αίτηση για ακύρωση της υπουργικής απόφασης περιβαλλοντικής έγκρισης του προγράμματος έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων στις θαλάσσιες περιοχές «Νοτιοδυτικά Κρήτης» και «Δυτικά Κρήτης».
Χτες εκδικάστηκε από το Συμβούλιο της Επικρατείας η σχετική προσφυγή που είχαν καταθέσει τον Μάιο του 2019 οι περιβαλλοντικές οργανώσεις WWF Ελλάς, Greenpeace και Ινστιτούτο Κητολογικών Ερευνών Πέλαγος. Η απόφαση αναμένεται μέσα στο επόμενο διάστημα –χωρίς να είναι σαφές το πότε μπορεί να εκδοθεί-, ενώ η συζήτηση στο ΣτΕ ήδη έχει καθυστερήσει (ήταν αρχικά προγραμματισμένη στις αρχές Οκτωβρίου). Έτσι, το χρονικό «παράθυρο» για τη διενέργεια των σεισμικών ερευνών στην περιοχή φέτος κλείνει και ο παράγοντας «χρόνος» θα κρίνει τα επόμενα βήματα της κοινοπραξίας ExxonMobil και Helleniq Energy.
Η κοινοπραξία έχει δεσμευτικό χρονοδιάγραμμα για την υλοποίηση των σεισμικών ερευνών για περιβαλλοντικούς λόγους μόνο κατά το διάστημα από τον Νοέμβριο έως και τα τέλη Μαρτίου. Το τελευταίο διάστημα, με το πλοίο Sanco Swift που έχει ναυλώσει ο η ExxonMobil από τη νορβηγική PGS για τη διενέργεια των τρισδιάστατων ερευνών να βρίσκεται από τις 24 Οκτωβρίου στα θαλάσσια ύδατα της Κρήτης, έχει υπάρξει έντονη φημολογία για το εάν έχουν ήδη αρχίσει οι σεισμικές έρευνες στα blocks των παραχωρήσεων «Δυτικά της Κρήτης» και «Νοτιοδυτικά της Κρήτης».
Μάλιστα, με αφορμή τα δημοσιεύματα αυτά στις 26 Οκτωβρίου WWF και Greenpeace απέστειλαν αίτημα προς το ΥΠΕΝ και την ΕΔΥΕΠ ζητώντας να ενημερωθούν για τον σκοπό της παρουσίας του ειδικού ερευνητικού σκάφους “Sanco Swift” στις παραχωρηθείσες περιοχές Δυτικά και Νοτιοδυτικά της Κρήτης.
Πηγές που γνωρίζουν καλά το ζήτημα θεωρούν αβάσιμες τις εικασίες περί έναρξης των σεισμικών ερευνών. Σημειώνουν πως με δεδομένη τη συμβατική υποχρέωση της κοινοπραξίας να προχωρήσει στις σεισμικές έρευνες μέσα σε ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, είναι λογικό να έχει μεταφέρει το πλοίο αυτό στην Κρήτη από την Κύπρο όπου και διενεργούσε αντίστοιχες έρευνες, χωρίς αυτό να σημαίνει, ωστόσο, πως έχει ήδη αρχίσει να υλοποιεί τις τρισδιάστατες σεισμικές έρευνες στην Κρήτη. Όπως τονίζουν, χωρίς την οριστική απόφαση από το ΣτΕ, δεν θα μπορούσε να ρισκάρει μια μεγάλη πετρελαϊκή εταιρεία, όπως η Exxon, να αρχίσει μία τέτοια διαδικασία.
Παράγοντες του κλάδου εκτιμούν πως ενδεχομένως η Exxon να αναμένει πως η απόφαση θα εκδοθεί άμεσα και, σε αυτή την περίπτωση, να προλαβαίνει η κοινοπραξία να ολοκληρώσει τις σεισμικές έρευνες εντός χρονοδιαγράμματος.
Οι ισχυρισμοί των περιβαλλοντικών οργανώσεων
Υπενθυμίζεται ότι οι περιβαλλοντικές οργανώσεις στην προσφυγή τους σημείωναν πως οι θαλάσσιες περιοχές «Νοτιοδυτικά Κρήτης» και «Δυτικά Κρήτης», για τις οποίες έχουν εγκριθεί από το 2019 προγράμματα έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων, έχουν χαρακτηριστεί ως περιοχές παγκόσμιας σημασίας για τα κητώδη (ΙΜΜΑ) και έχουν προταθεί από την ACCOBAMS προς την Ελλάδα για δημιουργία προστατευόμενης περιοχής για τα κητώδη. Οι λόγοι ακύρωσης που προέβαλαν οι οργανώσεις εστιάζουν στα παρακάτω:
- Σοβαρά ελλείμματα στη στρατηγική μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων,
- Μεροληπτικό σύστημα παρακολούθησης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων (οι ίδιες οι πετρελαϊκές παρακολουθούν τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις των εργασιών τους),
- Έγκριση προγράμματος εξόρυξης που καλύπτει τεράστια θαλάσσια περιοχή και εγκυμονεί σοβαρότατους κινδύνους για το περιβάλλον, χωρίς να έχει προηγουμένως εκπονηθεί και εγκριθεί ο προβλεπόμενος από τη νομοθεσία της ΕΕ θαλάσσιος χωροταξικός σχεδιασμός.
Οι οργανώσεις κατηγορούν το ΥΠΕΝ και την ΕΔΕΥΕΠ για συνεχείς καθυστερήσεις της εκδίκασης καθώς το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας και η Ελληνική Διαχειριστική Εταιρία Υδρογονανθράκων δεν υπέβαλαν στο Δικαστήριο, όπως είχαν υποχρέωση, τον απαιτούμενο διοικητικό φάκελο με τις απόψεις τους. Μάλιστα, ότι ενώ πλησίαζε η ημερομηνία εκδίκασης, το ΥΠΕΝ και η ΕΔΕΥ επέλεξαν να ξεκινήσουν εργασίες σεισμικής έρευνας, τόσο στη θαλάσσια περιοχή Δυτικά και Νοτιοδυτικά της Κρήτης, όσο και στο Ιόνιο.
Οι εργασίες αυτές διεξάγονται, όπως λένε, κατά παράβαση του όρου της ίδιας της υπουργικής απόφασης που κρίνεται από το Συμβούλιο της Επικρατείας, σύμφωνα με τον οποίο οι σεισμικές έρευνες θα πρέπει να πραγματοποιούνται μόνο τον χειμώνα, ώστε να αποφευχθούν οι επιπτώσεις στα ευαίσθητα θαλάσσια θηλαστικά της οικολογικά πολύ σημαντικής αυτής περιοχής.
Κερδίζει έδαφος το σενάριο της αναβολής
Το στοίχημα παραμένει εάν με όλα τα παραπάνω η κοινοπραξία θα προλάβει το φετινό χρονοδιάγραμμα. Ενδιαφέρον έχει το γεγονός πως ο διευθύνων σύμβουλος ΕΔΕΥΕΠ, Άρης Στεφάτος έχει αφήσει πρόσφατα ανοιχτό το ενδεχόμενο οι έρευνες να γίνουν ακόμα και τον χειμώνα του 2023.
Νωρίτερα, σε συνέντευξη Τύπου στις αρχές Σεπτεμβρίου, ο κ. Στεφάτος είχε εμφανιστεί περισσότερο αισιόδοξος. Είχε σημειώσει ότι οι έρευνες στην Κρήτη έχουν περάσει από μεγάλες «φουρτούνες» μετά την αποχώρηση της Total, αλλά είχε τονίσει ότι δεν υπάρχουν νέες καθυστερήσεις και ότι είναι δεδομένη η πολύ καλή συνεργασία των επενδυτών «με ποιοτικό πρόγραμμα που μπορεί να επιταχύνει σημαντικά την πρόοδο των εργασιών» όπως χαρακτηριστικά είπε, υπογραμμίζοντας πως αυτό είναι κομβικό για να υπάρχουν πιο βέβαια αποτελέσματα.
Στο πλαίσιο αυτό, έλεγε ότι βλέπει ξεκάθαρες απαντήσεις στα ερωτήματα για την ύπαρξη υδρογονανθράκων και τις πιθανές αποφάσεις αξιοποίησής τους ως το τέλος του 2023. Μάλιστα, αναφορικά με το ζήτημα της προσφυγής στο ΣτΕ, ο κ. Στεφάτος παρέπεμψε σε τοποθετήσεις του πρωθυπουργού για την κοινωνική ευθύνη απέναντι στη διασφάλιση της ενεργειακής ασφάλειας της χώρας, ειδικά εν μέσω του ομιχλώδους τοπίου στην ενεργειακή σκακιέρα σήμερα, τονίζοντας με νόημα πως αν υπάρξουν απαντήσεις για την ύπαρξη ή μη κοιτασμάτων, τότε θα λυθεί ένα από τα πιο κρίσιμα εθνικά διλήμματα.
Εντούτοις, παρά την αισιοδοξία που εκφραζόταν τότε, η καθυστέρηση στη συζήτηση της προσφυγής στο ΣτΕ, που αρχικά ήταν προγραμματισμένη στις αρχές Οκτωβρίου, αλλά και το γεγονός το ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο δεν εκδίδει γρήγορα τις αποφάσεις του, ενισχύουν το σενάριο της αναβολής των ερευνών για τον χειμώνα του 2023.