Μια δύσκολη διαπραγμάτευση βρίσκεται σε εξέλιξη μεταξύ τραπεζών και επιχειρήσεων για τις ανανεώσεις των επιχειρηματικών δανείων προκειμένου να προσδιοριστούν τα νέα επιτόκια δανεισμού μετά τις δύο αυξήσεις που έχει πραγματοποιήσει η ΕΚΤ.
Υπενθυμίζεται ότι η ΕΚΤ προχώρησε στην αύξηση του βασικού επιτοκίου του ευρώ κατά 50 μονάδες βάσης (0,50%) τον περασμένο Ιούλιο και κατά 75 μ.β. (0,75%) πριν λίγες ημέρες, με το βασικό επιτόκιο του ευρώ από 0% να διαμορφώνεται σήμερα στο 1,25%. Οι αγορές προεξοφλούν δυο ακόμα αυξήσεις επιτοκίου μέχρι το τέλος του έτους, κατά 75 μ.β. έκαστη, εκτίμηση που αν επιβεβαιωθεί θα οδηγήσει τα βασικό επιτόκιο στην ευρωζώνη στο 2,75%.
Πρόκειται για μια ιδιαίτερα μεγάλη και απότομη αύξηση που αλλάζει δραστικά τα δεδομένα, αυξάνοντας το κόστος δανεισμού των επιχειρήσεων (όπως και των νοικοκυριών) και διαφοροποιεί τους σχεδιασμούς για επενδύσεις.
Σύμφωνα με τραπεζικές πηγές, η αύξηση του επιτοκίου δανεισμού των επιχειρήσεων θα είναι περιορισμένη και μέρος μόνο της αύξησης του επιτοκίου θα περάσει στα επιχειρηματικά δάνεια, ενώ μεγάλο μέρος θα απορροφηθεί από τις τράπεζες με μείωση του spread. Πρόκειται για μια δύσκολη διαπραγμάτευση για τις τράπεζες, καθώς τα περιθώρια πίεσης είναι μάλλον περιορισμένα. Οι ισχυρές χρηματοοικονομικά επιχειρήσεις έχουν αυξημένη διαπραγματευτική δύναμη και είναι σε θέση να αποκρούσουν, σε ένα βαθμό, τις απαιτήσεις των τραπεζών.
Από την άλλη, η αναταραχή στις αγορές και η άνοδος των επιτοκίων βάζει τέλος στις ομολογιακές εκδόσεις, οι οποίες είχαν γνωρίσει μεγάλη άνθιση την προηγούμενη διετία, προσφέροντας στις επιχειρήσεις μια ελκυστική εναλλακτική πηγή χρηματοδότησης εκτός του τραπεζικού δανεισμού.
Σε ό,τι αφορά τις επιχειρήσεις που βρίσκονται σε ασθενέστερη διαπραγματευτική θέση, εξαιτίας της αδύναμης χρηματοοικονομικής τους κατάστασης, τα περιθώρια των τραπεζών να προχωρήσουν σε αυξήσεις επιτοκίων είναι μικρά. Ο λόγος είναι ότι μια σημαντική και απότομη αύξηση του κόστους δανεισμού θα μπορούσε να οδηγήσει σε αδυναμία των επιχειρήσεων να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους και σε δημιουργία νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Πιο εύκολη η άσκηση στα νοικοκυριά
Αντίθετα, σχεδόν αυτόματη είναι η αύξηση των επιτοκίων στα νοικοκυριά καθώς η μεγάλη πλειοψηφία των δανείων είναι κυμαινόμενου επιτοκίου συνδεδεμένων με το euribor. Έτσι κάθε μεταβολή του βασικού επιτοκίου της ΕΚΤ περνάει αμέσως στα δάνεια.
Σημειώνεται ότι μικρό μόνο μέρος των στεγαστικών δανείων, περίπου το 10%, είναι σταθερού επιτοκίου και απρόσβλητα από τις διακυμάνσεις του βασικού επιτοκίου της ΕΚΤ. Αντίθετα το 90% των στεγαστικών δανείων είναι κυμαινόμενου επιτοκίου και ήδη οι δανειολήπτες έχουν υποστεί τις δυο αυξήσεις επιτοκίων της ΕΚΤ. Η αύξηση στη μηνιαία δόση θα προσεγγίσει το 30% μετά την ολοκλήρωση των αυξήσεων από την ΕΚΤ επιβαρύνοντας δραστικά τον οικογενειακό προγραμματισμό και μάλιστα σε μια συγκυρία που η ενεργειακή κρίση και ο πληθωρισμός ασκούν μεγάλες πιέσεις. Ακριβώς γι’ αυτό οι τράπεζες ανησυχούν ιδιαίτερα για τα νοικοκυριά και τον κίνδυνο δημιουργίας μιας νέας γενιάς μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Οι δύο όψεις των αυξήσεων των επιτοκίων
Η άνοδος των επιτοκίων έχει δύο όψεις για τις τράπεζες. Η σημαντικότερη άμεση επίδραση της αύξησης του euribor είναι η μεγάλη ενίσχυση των εσόδων. Σύμφωνα με τραπεζικά στελέχη, το όφελος στα επιτοκιακά έσοδα από τις δύο αυξήσεις που έχουν πραγματοποιηθεί θα ανέλθει σε περίπου 100 – 150 εκατ. ευρώ ανά τράπεζα, δηλαδή περίπου 400 έως 600 εκατ. ευρώ για το σύστημα.
Στην αντίπερα όχθη υπάρχει και μια προβληματική διάσταση: το φάσμα της αύξησης των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Η αύξηση του κόστους του χρήματος και η αύξηση του ποσού των μηνιαίων δόσεων που θα κληθούν να καταβάλουν οι δανειολήπτες θα εντείνουν τις πιέσεις προς νοικοκυριά και επιχειρήσεις, δεδομένων μάλιστα των μεγάλων πιέσεων που δημιουργεί η ενεργειακή κρίση και ο πληθωρισμός.
Οι τράπεζες ανησυχούν ότι οι αυξήσεις επιτοκίων και η αύξηση του κόστους εξυπηρέτησης των δανείων μπορεί να οδηγήσει στη δημιουργία νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων, κυρίως στα νοικοκυριά. Ανησυχία διατυπώνεται επίσης και για επιχειρήσεις και νοικοκυριά που έχουν προχωρήσει σε ρυθμίσεις δανείων, καθώς δυσκολεύονταν να εξυπηρετήσουν τα δάνειά τους, για τις επιπτώσεις της αύξησης των επιτοκίων. Οι τράπεζες ανησυχούν ότι οι συνδυασμένες πιέσεις αύξησης επιτοκίων, ενεργειακής κρίσης και πληθωρισμού μπορεί να οδηγήσουν σε νέες κύμα δημιουργίας μη εξυπηρετούμενων δανείων.