Εξαιρετικές προοπτικές για την ελληνική οικονομία βλέπει ο γερμανικός οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης, Scope Ratings, υπογραμμίζοντας ότι σπουδαιότερη εξέλιξη, που διευκολύνει και την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων, είναι η επαναφορά της οικονομίας σε τροχιά ανάπτυξης, μέσα από τις παρεμβάσεις που έγιναν τους τελευταίους μήνες από τη νέα κυβέρνηση.
Όπως επισημαίνει χαρακτηριστικά ο αναλυτής της Scope, Τζέικομπ Σουβάλκσκι, «η ανάπτυξη αποτελεί τελικά το κλειδί της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους, γι' αυτό και μας καθησυχάζουν τα πρόσφατα μέτρα, που περιλαμβάνουν μείωση της γραφειοκρατίας, φορολογικές ελαφρύνσεις σε ξένους επενδυτές και την επανεκκίνηση της καθηλωμένης διαδικασίας ιδιωτικοποιήσεων από την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, με στόχο να αυξηθούν οι αναπτυξιακές δυνατότητες της χώρας».
Οι θετικές εκτιμήσεις της Scope έρχονται την ώρα που η Ελλάδα βρίσκεται σε αγώνα δρόμου για να επιτύχει το συντομότερο την άνοδο στην επενδυτική βαθμίδα των οίκων αξιολόγησης, ώστε να μπορέσει να επωφεληθεί από το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ. Η επικεφαλής της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, τόνισε την περασμένη εβδομάδα ότι η Ελλάδα θα ενταχθεί αυτόματα στο πρόγραμμα, όταν εκπληρώσει τα προβλεπόμενα κριτήρια, δηλαδή την άνοδο στην επενδυτική βαθμίδα.
Ο ίδιος αναλυτής της Scope σημειώνει, μεταξύ άλλων, ότι:
- Η οικονομική ανάκαμψη θα συνεχισθεί το 2020, με το ρυθμό ανάπτυξης να ανεβαίνει στο 2,3% από 1,8% φέτος και 1,9% το 2018. Στην ευρωζώνη, ο ρυθμός ανάπτυξης θα είναι χαμηλότερος, στο 1,1%. «Η διατήρηση σχετικά ισχυρού ρυθμού ανάπτυξης είναι κρίσιμη για τη μακροπρόθεσμη πορεία των δημοσίων οικονομικών».
- Η νέα δυνατότητα της Ελλάδα να δανείζεται φθηνά από την αγορά, με την απόδοση του 10ετούς ομολόγου να έχει υποχωρήσει στο 1,4%, σχεδόν δηλαδή στο ίδιο επίπεδο με της Ιταλίας (1,3%), βοηθά στη μεταμόρφωση των προοπτικών για τη βιωσιμότητα του χρέους. Το νέο σενάριο των ευρωπαϊκών θεσμών προβλέπει πτώση του λόγου χρέους/ΑΕΠ στο 60% το 2055, από 181,1% το 2018.
- Το πρωτογενές πλεόνασμα θα ανέλθει σε 3,7% του ΑΕΠ το 2019, χάρη και στην αύξηση των εσόδων από ΦΠΑ, που οφείλεται στην αυξημένη τουριστική δραστηριότητα και αντισταθμίζει τις πληρωμές αναδρομικών σε υπαλλήλους του Δημοσίου και τις πληρωμές συντάξεων (σ.σ.: 13η σύνταξη). Ο στόχος για το πλεόνασμα θα εκπληρωθεί και το 2020, ενώ όλοι οι φορολογούμενοι θα έχουν οφέλη από τη μεταρρύθμιση της φορολογίας εισοδήματος. Το χρέος θα μειωθεί από 173,3% το 2019, σε 167% του ΑΕΠ, κυρίως χάρη την αύξηση του ΑΕΠ. Η κρίσιμη πρόκληση για την Ελλάδα θα είναι να διατηρήσει αυτή τη θετική εξέλιξη και αυτό μπορεί να γίνει με αύξηση επενδύσεων, που ήταν μόλις 12,9% του ΑΕΠ το 2019, πολύ χαμηλότερες από το μέσο όρο της Ε.Ε. (20,6%)
- Για την υποστήριξη των επενδύσεων, σημαντικό ρόλο θα έχει το τραπεζικό σύστημα, που έχει καταφέρει να μειώσει τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια στα 75,4 δισ. ευρώ στο τέλος Ιουνίου 2019, ενώ η μείωση των ΜΕΔ μέσω τιτλοποιήσεων (σ.σ.: σχέδιο «Ηρακλής») αναμένεται ότι θα περιορίσει τα βάρη των τραπεζικών ισολογισμών και θα ενισχύσει την κεφαλαιακή τους βάση και τη δανειοδοτική ικανότητα, ώστε να βοηθήσουν στο κλείσιμο του επενδυτικού κενού.
ΤτΕ: Πως θα κατακτήσουμε πιο γρήγορα την επενδυτική βαθμίδα
Η Τράπεζα της Ελλάδος έχει προχωρήσει στην διενέργεια ειδικής μελέτης, για τις πιστοληπτικές αξιολογήσεις, η οποία εξετάζει σε βάθος τα δεδομένα και την εμπειρία πολλών χωρών καθώς επίσης και τα στοιχεία που αφορούν τους οργανισμούς που κάνουν τις αξιολογήσεις.
Όπως προκύπτει από την μελέτη η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της χώρας όπως αποτυπώνεται στις εκθέσεις Doing Business της World Bank, η επιτάχυνση του ρυθμού οικονομικής ανάπτυξης, η δημοσιονομική πειθαρχία, η ομαλή σχέση με τους εταίρους μας και η μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων αποτελούν τους καθοριστικούς παράγοντες για την αναβάθμιση της πιστοληπτικής αξιολόγησης της Ελλάδας και την επιστροφή στην επενδυτική βαθμίδα.
Επιπλέον, σύμφωνα με την μελέτη όσο περνά ο καιρός και απομακρυνόμαστε από το PSI, το «κούρεμα» των ομολόγων, τόσο ενισχύονται οι πιθανότητες για την επαναφορά της χώρας στην επενδυτική βαθμίδα. Σημειώνεται ότι σήμερα η Ελλάδα παραμένει τρεις θέσεις χαμηλότερα από την επενδυτική βαθμίδα και θα πρέπει να πετύχουμε τρεις διαδοχικές αναβαθμίσεις πιστοληπτικής αξιολόγησης προκειμένου να επανέλθουμε στην επενδυτική βαθμίδα, που αποτελεί αποφασιστικής σημασίας εξέλιξη για την επιστροφή στην κανονικότητα.