Σχεδόν 40 δισ. ευρώ (39,3 δισ. ευρώ, για την ακρίβεια) «έκαψαν» οι Έλληνες από τις αποταμιεύσεις τους στη διάρκεια της μεγάλης κρίσης, σύμφωνα με στοιχεία της Alpha Bank. Τώρα, το διαθέσιμο εισόδημα αρχίζει να αυξάνεται, όμως τα νοικοκυριά εκτιμάται ότι δεν θα αυξήσουν κατά προτεραιότητα την κατανάλωση, αλλά θα αρχίσουν να βάζουν... κάτι στην άκρη, ώστε να περάσει και πάλι σε θετικό ποσοστό η αποταμίευση.
Η ελληνική οικονομία, σημειώνουν οι αναλυτές της Alpha Bank στο εβδομαδιαίο Οικονομικό Δελτίο της τράπεζας, συνεχίζει να δημιουργεί νέες θέσεις εργασίας. Έτσι, το ποσοστό απασχόλησης αυξήθηκε στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων εννέα ετών, ενισχύοντας σημαντικά το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, το οποίο παράλληλα υποστηρίζεται από τα πρόσφατα ευνοϊκά φορολογικά μέτρα.
Η ιδιωτική κατανάλωση, ωστόσο, τονίζουν, αναμένεται να αυξηθεί τα επόμενα έτη, με ελαφρώς ασθενέστερο ρυθμό σε σχέση με το εισόδημα, καθώς η αποταμίευση θα επανέρχεται σταδιακά στην κανονικότητα, δηλαδή σε θετικό έδαφος και τα νοικοκυριά θα επιχειρούν να απομοχλεύσουν τους ισολογισμούς τους.
Όπως φαίνεται στο γράφημα, στα χρόνια της κρίσης και κυρίως από το 2012 και μετά, η αποταμίευση ως ποσοστό του εθνικού εισοδήματος συρρικνώθηκε και πέρασε για αρκετά χρόνια σε αρνητικό ποσοστό, καθώς τα νοικοκυριά είδαν τα εισοδήματα να συμπιέζονται και «έτρωγαν από τα έτοιμα».
Από το 2010 μέχρι και το 2016, σημειώνει η Alpha, όλα τα μεγέθη που απεικονίζονται στο γράφημα κατέγραψαν έντονη πτώση, με την αποταμίευση να περνάει από το δεύτερο τρίμηνο του 2012 σε αρνητικό έδαφος. Το τελευταίο μπορεί να ερμηνευθεί ως απόρροια της οικονομικής κρίσης στη χώρα, καθώς στα χρόνια που ακολούθησαν η ανεργία βρισκόταν σε πολύ υψηλά επίπεδα (25,4%, κατά μέσο όρο, την περίοδο 2012-2016), ενώ, παράλληλα, στο πλαίσιο των προγραμμάτων οικονομικής προσαρμογής που εφαρμόστηκαν, μειώθηκε το εισόδημα των νοικοκυριών (μειώσεις σε μισθούς και συντάξεις) και αυξήθηκε το φορολογικό βάρος.
Ως εκ τούτου, στο διάστημα αυτό, τα νοικοκυριά χρησιμοποίησαν τις αποταμιεύσεις των προηγουμένων ετών προκειμένου να καλύψουν, πρώτον, μέρος των καταναλωτικών αναγκών τους, ώστε να συγκρατήσουν το βιοτικό τους επίπεδο και δεύτερον, τις αυξημένες φορολογικές υποχρεώσεις, οι οποίες διογκώθηκαν σε αυτήν την περίοδο. Αξίζει να σημειωθεί ότι η συνολική μείωση του αποθέματος των αποταμιεύσεων των νοικοκυριών, από το 2012 έως τα μέσα του 2019, διαμορφώθηκε σε 39,3 δισ. ευρώ.
Η αύξηση των εισοδημάτων
Τη διετία 2017-2018 η ιδιωτική κατανάλωση στήριξε την οικονομική ανάκαμψη, σημειώνοντας θετικούς ετήσιους ρυθμούς μεταβολής. Παράλληλα, αυξήθηκε και το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, στηριζόμενο στην αύξηση της απασχόλησης. Ο ρυθμός ενίσχυσης του διαθέσιμου εισοδήματος, μάλιστα, επιταχύνθηκε στο πρώτο και το δεύτερο τρίμηνο του 2019, καθώς διαμορφώθηκε σε 3,5% και 3,9%, αντίστοιχα, γεγονός που συνάδει και με την αύξηση του κατώτατου μισθού που εφαρμόστηκε στην αρχή του έτους.
Η ιδιωτική κατανάλωση, ωστόσο, συνεχίζει να υπερβαίνει το συνολικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών κατά το πρώτο εξάμηνο του 2019, καθώς τα νοικοκυριά εξακολουθούν, κατά μέσο όρο, να αναλώνουν παρελθούσες αποταμιεύσεις.
Ο ρυθμός αύξησης του διαθέσιμου εισοδήματος στη χώρα μας, ωστόσο, υπερέβαινε, από τις αρχές του 2018 έως και το δεύτερο τρίμηνο του 2019, τον αντίστοιχο ρυθμό μεταβολής της ιδιωτικής κατανάλωσης, με αποτέλεσμα η αποταμίευση των νοικοκυριών να ανακάμπτει, παρά το γεγονός ότι διατηρεί το αρνητικό της πρόσημο. Tο ποσοστό αποταμίευσης των νοικοκυριών στην Ελλάδα αποκλίνει σημαντικά από την πορεία του αντίστοιχου ποσοστού στην Ευρωζώνη, ενώ το ποσοστό αποταμίευσης των επιχειρήσεων ακολουθεί την ίδια περίπου πορεία με αυτό της Ευρωζώνης.
Αυξάνονται οι καταθέσεις όταν μειώνεται το spread στα ομόλογα
Οι καταθέτες ανταποκρίνονται θετικά, αυξάνοντας τις καταθέσεις, όταν μειώνεται το spread των ομολόγων, που αποτελεί ένα καλό δείκτη της αντίληψης κινδύνου για τη χώρα, ενώ όταν αυξήθηκε το spread, ιδιαίτερα στα πρώτα στάδια της κρίσης, αυτή η εξέλιξη συνοδεύθηκε από εκροές καταθέσεων. «Όσο αυξάνεται η εμπιστοσύνη στο αξιόχρεο της Ελληνικής Δημοκρατίας, οι καθαρές εισροές καταθέσεων στο τραπεζικό σύστημα ενισχύονται», επισημαίνει η Alpha.
Τα πρόσφατα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος για τις τραπεζικές καταθέσεις, τονίζει η Alpha, επιβεβαιώνουν τη σταδιακή πορεία αποκατάστασης της εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία, η οποία ενισχύει την επιστροφή στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα των καταθέσεων από το εξωτερικό, ή και εκείνων που έχουν αποθησαυρισθεί.
Η σωρευτική αύξηση των καταθέσεων του ιδιωτικού τομέα στο τραπεζικό σύστημα, κατά το δεκάμηνο Ιανουαρίου-Οκτωβρίου έφθασε τα 5,4 δισ. ευρώ, ενώ ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής της καταθετικής βάσης διατηρήθηκε σε θετικό έδαφος (+6,4% τον Οκτώβριο του 2019).
Η εξέλιξη αυτή είναι απολύτως συμβατή με τη μείωση του περιθωρίου απόδοσης του δεκαετούς ομολόγου (-62% κατά το δεκάμηνο Ιανουαρίου-Οκτωβρίου) και διαμορφώνει, μεταξύ άλλων, τις συνθήκες για τη βελτίωση των μακροοικονομικών προοπτικών της χώρας. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο και δεδομένου ότι οι ευνοϊκές φορολογικές μεταρρυθμίσεις θα συνεχισθούν σε ένα πολιτικά ευσταθές περιβάλλον, καθίσταται εφικτή η ενίσχυση των επενδυτικών σχεδίων μέσω τόσο της αύξησης της ρευστότητας του εγχώριου τραπεζικού συστήματος, όσο και της ισχυροποίησης της προοπτικής της χώρας, ως ελκυστικού επενδυτικού προορισμού.
Οι καταθετικές ροές ακολουθούν την αναμενόμενη αντίστροφη πορεία, σε σχέση με το περιθώριο αποδόσεων (spread) των ελληνικών κρατικών ομολόγων, το οποίο συνιστά μέτρο του κινδύνου χώρας.
Η αντίστροφη αυτή σχέση αντανακλάται και στην πρόθεση των νοικοκυριών για αποταμίευση, η οποία, ενώ παραμένει σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα, παρουσιάζει τάση ελαφράς ανάκαμψης, έως και τον Νοέμβριο του 2019. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την έρευνα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, οι προσδοκίες των νοικοκυριών για αποταμίευση εντός των επόμενων 12 μηνών διαμορφώθηκαν τον Νοέμβριο στις -59 μονάδες, από -66 μονάδες τον Νοέμβριο του προηγούμενου έτους.