Μπορεί η πανδημία που γκρέμισε την τελευταία διετία την παγκόσμια βιομηχανία τουρισμού να βρίσκεται σε ύφεση, με το 2022 να έχει ξεκινήσει σχεδόν παντού χωρίς lockdown, κάτι που «απλώνει» από την αρχή την τουριστική σεζόν, όμως ήρθε η απρόσμενη εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και το ράλι των τιμών στην ενέργεια και στα τρόφιμα να δημιουργήσουν νέα εστία προβληματισμού στον κλάδο της φιλοξενίας.
Ενώ το 2022 και στην Ελλάδα ξεκίνησε με τους καλύτερους οιωνούς, πετυχαίνοντας τις πρώτες 50 ημέρες του έτους καλύτερες προκρατήσεις ακόμη και από το έτος των ρεκόρ (2019), εντούτοις η έναρξη πολέμου μέσα στα όρια της Ευρώπης είναι ένα σοκ για όλη την ήπειρο, κάτι που έχει φέρει «πάγωμα» νέων κρατήσεων.
Όπως σημειώνουν παράγοντες της αγοράς, προς το παρόν δεν υπάρχουν ακυρώσεις που θα άλλαζαν την εικόνα, όμως αυτό που διαφαίνεται είναι μια αναστολή νέων κρατήσεων, που κατά τα φαινόμενα θα πάει πιο πίσω την ουσιαστική έναρξη της σεζόν. Οι παράγοντες που θα συνθέσουν την τουριστική σεζόν του 2022 είναι περίπλοκοι, οπότε είναι σαφές ότι απλουστεύσεις και εύκολα συμπεράσματα δεν μπορούν να βγουν σε αυτή τη φάση.
Το σίγουρο είναι ότι η ρωσική αγορά είναι πολύ μικρή για να κάνει τη διαφορά, όμως από την άλλη πλευρά πάνω από το 85% της ελληνικής τουριστικής βιομηχανίας εξαρτάται από ευρωπαϊκές χώρες –με κυρίαρχες αγορές τις Γερμανία, Αγγλία, Γαλλία, Ιταλία και Ισπανία– που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο πλήττονται από τις επιπτώσεις του πολέμου.
Από την άλλη πλευρά, θυμίζουμε πως το 2020, τη χρονιά της εμφάνισης του Covid-19, σχεδόν το πρώτο μισό της σεζόν «κάηκε», ενώ οι πραγματικά καλοί μήνες ήταν Ιούλιος και Αύγουστος, δεδομένου ότι πολύ γρήγορα, η σεζόν έκλεισε λόγω έξαρσης της πανδημίας στις χώρες – αγορές που τροφοδοτούν την Ελλάδα.
Παράλληλα, το 2021 θυμίζουμε ότι ξεκίνησε με ένα 4μηνο lockdown οπότε η σεζόν άρχισε να παίρνει μπροστά από τα τέλη Μαΐου, ενώ επιμηκύνθηκε σχεδόν έως το Νοέμβριο. Φέτος λοιπόν, η τουριστική σεζόν ξεκίνησε με σαφώς καλύτερους οιωνούς έναντι των πρώτων δύο ετών της πανδημίας, καθώς υπάρχει ύφεση στα κρούσματα, σχεδόν όλες οι αγορές είναι ανοικτές (η Γερμανία θα άρει σύντομα τους περιορισμούς), ενώ πλέον το σύστημα και οι επαγγελματίες έχουν προσαρμοστεί πλήρως στην εφαρμογή όλων των πρωτοκόλλων, εν αντιθέσει με το 2020 κυρίως, αλλά και το 2021.
Φυσικά, όπως τονίζουν θεσμικοί παράγοντες του κλάδου, η φετινή σεζόν δεν αναμετράται με τις δύο προηγούμενες, αλλά με τη χρονιά του 2019, που ήταν η τελευταία κανονική σεζόν, όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά και παγκόσμια.
Επαγγελματίες του κλάδου της φιλοξενίας και των ταξιδιών βλέπουν αυξανόμενη κίνηση φέτος και καλό momentum κρατήσεων τις πρώτες εβδομάδες του έτους. Όπως δήλωσε πρόσφατα ο διευθύνων σύμβουλος της γερμανικής TUI Στέφαν Μπόμερτ, «οι οιωνοί είναι καλοί, θα δούμε τη θερινή κίνηση να προσεγγίζει το επίπεδο πριν την πανδημία. Από τα τέλη Ιανουαρίου η κινητικότητα είναι πάνω από τα επίπεδα του 2019».
Από την πλευρά του, σε πρόσφατη ανάρτηση στο twitter, ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων Γιάννης Ρέτσος, τόνισε πως είναι νωρίς να μιλήσουμε σήμερα με ασφάλεια για τις συνέπειες από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, κάτι που μένει να φανεί το επόμενο διάστημα. Συνάμα, τόνισε πως με βάση πρώτες εκτιμήσεις η διάσταση των πιθανών συνεπειών είναι πολύπλευρη, Εκτείνονται πέρα από τον πιθανό μηδενισμό της Ρωσικής και Ουκρανικής αγοράς, σε πιθανή μείωση των αφίξεων από άλλες βασικές αγορές.
Ανεβασμένες τιμές, καλύτερο προϊόν
Αν δεν υπήρχε λοιπόν η πολεμική εισβολή, η σεζόν φέτος είχε όλα τα φόντα να «χτυπήσει» νούμερα και εισπράξεις επιπέδου 2019, αν όχι να τις ξεπεράσει. Και τούτο διότι, μολονότι είναι δύσκολο να επιτευχθούν αφίξεις 30 εκατ. επισκεπτών (ή 32 εκατ. μαζί με την κρουαζιέρα), εντούτοις οι τιμές είναι σαφώς ανεβασμένες έναντι του 2019 και οι Ευρωπαίοι πολίτες είναι αποφασισμένοι να επενδύσουν χρήματα για την αναψυχή τους, όσο ποτέ στο παρελθόν.
Η κρίση της πανδημίας, έφερε τεράστιες κοινωνικοοικονομικές ανακατατάξεις, άλλαξε πολλά στην ψυχολογία των πολιτών σε όλο τον κόσμο, αναθεώρησε νόρμες και σταθερές δεκαετιών. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι την τελευταία διετία και κυρίως το 2021 παρατηρήθηκε το φαινόμενο της μαζικής παραίτησης στελεχών και εργαζομένων από εργασίες και υπηρεσίες που δεν τους ήταν ευχάριστες.
Για πρώτη φορά στις ανθρώπινες κοινωνίες άλλαξαν οι προτεραιότητες στη «ζυγαριά» της εργασιακής ασφάλειας χωρίς έμπνευση και ψυχική ταύτιση και στην επίτευξη προσωπικής ολοκλήρωσης και ευτυχίας, όπως την ορίζει ο καθένας. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, ο τουρισμός, τα ταξίδια, η αναψυχή και η ευζωία έλαβαν σαφώς αναβαθμισμένη προτεραιότητα και αυτός είναι ένας από τους λόγους που οδηγούν τους leaders του κλάδου παγκόσμια, στην εκτίμηση ότι ο τουρισμός είναι μια βιομηχανία ευζωίας, που διαρκώς θα κερδίζει έδαφος.
Αυτός είναι και ο λόγος που σε όλα τα ισχυρά διεθνή τουριστικά brands –και φυσικά και στην Ελλάδα– βλέπουμε πρωτοφανή φρενίτιδα για τουριστικές επενδύσεις, με τα κορυφαία ονόματα του κλάδου της φιλοξενίας να δαπανούν μεγάλα ποσά.
Με λίγα λόγια, αν εξομαλυνθεί μερικώς η κατάσταση στην Ουκρανία και υπάρξει μια αποκλιμάκωση της έντασης, ο κλάδος του τουρισμού δύναται να δώσει μια καλή σεζόν φέτος για την Ελλάδα. Κανένας δεν μπορεί να κάνει εκτιμήσεις για αριθμό αφίξεων και εισπράξεων, όμως όλα τα συμφραζόμενα και η εμπειρία του 2021 που έφτασε σε εισπράξεις 10,6 δισ. ευρώ (έναντι 18,2 δισ. ευρώ το 2019), δείχνουν ότι η δυναμική του τουρισμού είναι ένα «ποτάμι» που δύσκολα γυρίζει πίσω.
Πολλά συμπεράσματα αναμένεται να βγουν από την μεγάλη Διεθνή Έκθεση Τουρισμού που ξεκίνησε στα μέσα αυτής της εβδομάδας στο Βερολίνο διαδικτυακά και αποτελεί τη… Μέκκα του κλάδου.
Η πολλά υποσχόμενη αμερικανική αγορά
Δεν είναι τυχαίο ότι φέτος υπάρχει μια πληθώρα διεθνών αεροπορικών εταιρειών που έχουν ανακοινώσει τη σύνδεση της χώρας μας – πρωτεύουσα, Θεσσαλονίκη ή νησιά – με ευρωπαϊκές χώρες και διάφορες πόλεις, ενώ ποτέ δεν υπήρχε τόσο νωρίς αεροπορική σύνδεση με τις ΗΠΑ. Μεγάλες αμερικανικές αεροπορικές εταιρείες έχουν προγραμματίσει για φέτος ρεκόρ όλων των εποχών στις απευθείας πτήσεις προς την Ελλάδα. Μέχρι τον Μάιο αναμένεται να έχουν δρομολογηθεί τουλάχιστον εννέα διαφορετικές απευθείας πτήσεις εβδομαδιαίως, με κάποιες εταιρείες, μάλιστα, να έχουν προγραμματίσει να τις αυξήσουν σε δύο πτήσεις την ημέρα, καθώς πλησιάζουμε στο Πάσχα.
Η αμερικανική αγορά είναι μια από τις μεγαλύτερες για τον ελληνικό τουρισμό, ενώ οι Αμερικανοί έχουν και τη μεγαλύτερη κατά κεφαλήν δαπάνη. Συνάμα, λόγω της απόστασης από τη «φωτιά» του πολέμου, θεωρείται και η αγορά που επηρεάζεται λιγότερο, τόσο οικονομικά, όσο και από πλευράς ψυχολογίας.
Σε χθεσινή του τηλεοπτική συνέντευξη στο Open, ο υπουργός τουρισμού Βασίλης Κικίλιας αναφέρθηκε στην ανθεκτικότητα του ελληνικού τουρισμού, σημειώνοντας πως «είναι ψήφος εμπιστοσύνης για τη χώρα μας ότι φέτος θα έχουμε εννέα απευθείας πτήσεις από τις Η.Π.Α. κάθε μέρα, με πάνω από 3.000 Αμερικάνους ταξιδιώτες την εβδομάδα στη χώρα μας, ξεκινώντας από την 7η Μαρτίου και μέχρι το τέλος Νοεμβρίου».
Από την έκθεση του Βερολίνου ο CEO της TUI είπε: «αρχές Απριλίου ερχόμαστε στην Ελλάδα, 100% αύξηση Γερμανών τουριστών, από 1,5 εκατομμύριο 3 εκατομμύρια Γερμανοί».
Πολύ μικρή η ρωσική αγορά
Η ρωσική αγορά έως το 2013 έφερνε στην Ελλάδα περίπου 1 έως 1,2 εκατ. επισκέπτες για τουρισμό, όμως μετά τον πόλεμο της Κριμαία το 2013-2014, οι αριθμοί αυτοί έπεσαν κατά 50% και έκτοτε συνεχίζουν φθίνουσα πορεία και λόγω της πανδημίας. Έτσι, το 2020 είχαμε περίπου 25.700 Ρώσους επισκέπτες και το 2021 120.000 επισκέπτες.
Τα έσοδα πέρυσι από Ρώσους τουρίστες ήταν 115,2 εκατ. ευρώ, ενώ το 2020, επί συνόλου τουριστικών εσόδων 4,4 δισ. ευρώ, τα «ρωσικά» έσοδα ήταν μόλις 14,3 εκατ. ευρώ. Το 2019, σε συνολικά έσοδα 18,2 δισ. ευρώ, τα έσοδα από τους Ρώσους ήταν 433,4 εκατ. ευρώ, ενώ οι αφίξεις ήταν 582.900.
Χρονιά ρεκόρ ήταν το 2013, με έσοδα 1,34 δισ. ευρώ από τους Ρώσους τουρίστες και ακολούθησαν το 2014, με 1,15 δισ. ευρώ και το 2012 με 943,9 εκατ. ευρώ. Παράλληλα, οι μόνες χρονιές που οι αφίξεις διαμορφώθηκαν πάνω από 1 εκατ. ήταν το 2013 και το 2014, οπότε έφθασαν σε 1,35 εκατ. και 1,25 εκατ. αντίστοιχα.