Με «σπασμένα τα φρένα» τρέχει ο πληθωρισμός, με την ΕΛΣΤΑΤ να στέλνει σήμερα σήμα για νέα ανάφλεξη τον Ιανουάριο και αναρρίχηση του δείκτη στην περιοχή του 6% από 5,1% τον Δεκέμβριο, ποσοστό που αποτελεί ρεκόρ 26 ετών, μετά το 7,3% που είχε διαμορφωθεί το 1996.
Την ίδια ώρα, πρόσθετη εστία κινδύνου για διόγκωση του κύματος ανατιμήσεων αποτελεί η ουκρανική κρίση που πυροδοτεί ενεργειακές εκρήξεις με τους αναλυτές να προειδοποιούν για ανεξέλεγκτες καταστάσεις σε περίπτωση Ρωσικής εισβολής.
Από τις τιμοληψίες της ΕΛΣΤΑΤ στην αγορά τον Ιανουάριο προκύπτει ότι τον πληθωριστικό πυρήνα συγκροτούν οι ραγδαίες, με διψήφια ποσοστά, αυξήσεις στα υγρά καύσιμα, το ρεύμα και το φυσικό αέριο που ανεβάζουν κατακόρυφα το κόστος για στέγαση και μεταφορές και που διαχέονται πλέον σε είδη πρώτης ανάγκης όπως είναι τα τρόφιμα. Ήδη από τον Δεκέμβριο ο μέσος ρυθμός αύξησης των τιμών στην ομάδα που περιλαμβάνει τα είδη διατροφής και τα μη οινοπνευματώδη ποτά είναι υπερπενταπλάσιος συγκριτικά το 2020 στο 4,3% από 0,8%.
Τα νοικοκυριά δέχονται ισχυρά πλήγματα για την κάλυψη των αναγκών τους για στέγαση, όπου ο δείκτης έχει εκτιναχθεί στο 18% από πτώση 4,2% και για μεταφορές με αύξηση του κόστους να διαμορφώνεται στο 10,9% έναντι μείωσης 7,7%. Σύμφωνα με πληροφορίες, οι συγκεκριμένοι δείκτες επιδεινώθηκαν ακόμα περισσότερο τον Ιανουάριο επιτείνοντας την εισοδηματική αιμορραγία.
Άλλωστε την πληθωριστική φωτιά αποτυπώνουν και τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για τις μεταβολές των τιμών σε γεωργία, κτηνοτροφία και εισαγωγές στη βιομηχανία τον Δεκέμβριο, με βάση τα οποία ο γενικός δείκτης στις τιμές πώλησης των προϊόντων από τους παραγωγούς σημείωσε άνοδο 16,5% σε ετήσια βάση έναντι μείωσης 0,1% τοn Δεκέμβριο του 2020 ενώ ο δείκτης τιμών εισαγωγών στη Βιομηχανία εκτινάχθηκε κατά 23,6% έναντι μείωσης 10,4%.
Τα μηνύματα δεν είναι καθόλου ενθαρρυντικά καθώς παραπέμπουν σε διατήρηση της έντασης τουλάχιστον έως το τέλος του πρώτου εξαμήνου με τους φορείς της εγχώριας αγοράς να κάνουν λόγο για επικείμενες αυξήσεις σε ευρεία γκάμα αγαθών και υπηρεσιών έως 30% που θα περάσουν σταδιακά στους οικογενειακούς προϋπολογισμούς.
Αν και τα στελέχη του οικονομικού επιτελείου χαρακτηρίζουν υπερβολικές τέτοιου είδους εκτιμήσεις, ωστόσο επισημαίνουν ότι η πληθωριστική έξαρση θα διαρκέσει για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα σε σχέση με τις αρχικές προβλέψεις που τοποθετούσαν την σταδιακή αποκλιμάκωση της τους πρώτους μήνες ότι ο εθνικός δείκτη τιμών καταναλωτή θα κινείται σταθερά πάνω από το 5% έως και τοn Μάρτιο και στη συνέχεια η καταιγίδα αναμένεται να κοπάσει αλλά δεν θα περάσει. Τα ίδια στελέχη αναγνωρίζουν ότι ο στόχος που έχει τεθεί στον προϋπολογισμό για αύξηση του εναρμονισμένου δείκτη τιμών καταναλωτή στο 0,8% το 2022 δεν ανταποκρίνεται στις εξελίξεις και θα αναθεωρηθεί προς τα πάνω μετά και την πρόβλεψη της Κομισιόν για ετήσιο ρυθμό 3,1%.
Πάντως το βέβαιο είναι ότι το πληθωριστικό τούνελ μακραίνει και βαθαίνει. Είναι χαρακτηριστικό ότι σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO) ο δείκτης διεθνών τιμών πρώτων υλών αυξήθηκε τον Ιανουάριο κατά 19% σε σχέση με τον ίδιο μήνα του 2021 με πρωταθλητές τα δημητριακά, έλαια, κρέας, γαλακτοκομικά και ζάχαρη. Οι τιμές του κρέατος ήταν αυξημένες κατά 17%, των γαλακτοκομικών κατά 19%, των δημητριακών κατά 12%, των ελαίων κατά 34% και της ζάχαρης κατά 20%. Όπως αναφέρει το ΙΕΛΚΑ αρκετές από αυτές τις μεταβολές επηρεάζουν την παραγωγή τροφίμων στην Ελλάδα λόγω των εισαγόμενων πρώτων υλών, αλλά και τις εισαγωγές τελικών τροφίμων και ποτών από τις διεθνείς αγορές.
Οι νεότερες προβολές της Κομισιόν δείχνουν επιδείνωση της πληθωριστικής κρίσης τόσο στην Ευρωζώνη όσο και στην Ελλάδα συγκριτικά με τις εκτιμήσεις του περασμένου Νοεμβρίου. Ειδικά για τη χώρα μας αναμένεται εκτίναξη του εναρμονισμένου δείκτη τιμών καταναλωτή στο 4,6% το πρώτο τρίμηνο του έτους από 3,7% το τελευταίο τρίμηνο του 2021 και μερική αποκλιμάκωση το επόμενο διάστημα με το ρυθμό αύξησης να διαμορφώνεται στο 3,6% το δεύτερο τρίμηνο, στο 2,7% το τρίτο τρίμηνο και να πέφτει στο 1,7% στο τελευταίο τρίμηνο του 2022.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο πληθωρισμός εκτιμάται ότι θα τρέξει φέτος με εξαπλάσια ταχύτητα σε σχέση με το 2021 με 3,1% από 0,6% και αρνητική μεταβολή κατά 1,3% το 2020. Η ένταση της ακρίβειας θα περιοριστεί αλλά δεν θα εξαλειφθεί ούτε το 2023 οπότε η μεταβολή των τιμών κατά μέσον όσο τοποθετείται στο 1,1% παραμένοντας υψηλότερη από το 2020.