Περισσότερο ανήσυχη από κάθε άλλη φορά για την πορεία του πληθωρισμού εμφανίστηκε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Κριστίν Λαγκάρντ, αφήνοντας για πρώτη φορά ανοιχτό το ενδεχόμενο για αύξηση των επιτοκίων μέσα στο 2022 και διευκρινίζοντας ότι σημαντικές αποφάσεις για την κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής θα ληφθούν στην συνεδρίαση του συμβουλίου της ΕΚΤ τον Μάρτιο όπου θα είναι διαθέσιμα νεότερα στοιχεία για τον πληθωρισμό.
Οι δηλώσεις της Κριστίν Λαγκάρντ προκαλούν ήδη αναστάτωση στην ευρωπαϊκή αγορά ομολόγων όπου η απόδοση του γερμανικού κρατικού τίτλου με διάρκεια 10ετίας έχει εκτιναχθεί από το 0,052% στο 0,112% αμέσως μόλις έγιναν γνωστές οι δηλώσεις Λαγκάρντ στους δημοσιογράφους. Πρόκειται για μια αύξηση της τάξης του 120% ανάμεσα στις 15:00 και στις 16:20 η οποία υποδηλώνει την σοβαρή επίδραση που θα έχει στις ευρωπαϊκές αγορές ενδεχόμενη αλλαγή κατεύθυνσης της ΕΚΤ. Αξίζει να σημειωθεί ότι η απόδοση του 10ετούς ελληνικού ομολόγου έχει ενισχυθεί από το 1,77% στο 1,82%.
Η Κριστίν Λαγκάρντ έδωσε μια εικόνα γενικευμένης ανησυχίας για την πορεία του πληθωρισμού σημειώνοντας ότι προκάλεσε έκπληξη στα μέλη του συμβουλίου η αύξηση του πληθωρισμού στην ευρωζώνη τον Δεκέμβριο και τον Ιανουάριο όταν εκτινάχθηκε στο υψηλότερο σημείο της ιστορίας φτάνοντας στο 5,5%. Απαντώντας σε σχετική ερώτηση, διευκρίνισε ότι ανησυχία εκφράστηκε από όλα τα μέλη του συμβουλίου και όχι μόνο από τους τραπεζίτες που συνήθως υιοθετούν τις πιο σκληρές θέσεις, τα λεγόμενα «γεράκια».
Όταν κλήθηκε από δημοσιογράφο να δηλώσει εάν θα επαναλάμβανε την δέσμευση που είχε κάνει τον Δεκέμβριο ότι δεν θα γίνει αύξηση επιτοκίου μέσα στο 2022, η πρόεδρος της ΕΚΤ απέφυγε να την επαναλάβει λέγοντας χαρακτηριστικά ότι δεν αναλαμβάνει δεσμεύσεις χωρίς όρους. Όπως εξήγησε οι αποφάσεις της ΕΚΤ θα βασιστούν στις συζητήσεις που θα γίνουν τον Μάρτιο με βάση τα νεότερα στοιχεία για τον πληθωρισμό ενώ η ΕΚΤ θα λάβει υπ' όψιν την καθοδήγηση που έχει δώσει στην αγορά «αποφεύγοντας απότομες κινήσεις που θα προκαλούσαν αναταράξεις στο σκάφος» όπως είπε χαρακτηριστικά.
Ξεκαθάρισε πάντως ότι η κατάσταση έχει αλλάξει σε σχέση με τον Δεκέμβριο καθώς είναι πλέον σαφές πως υπάρχει ανοδικός κίνδυνος για τον πληθωρισμό, ιδιαίτερα βραχυπρόθεσμα. όπως σημείωσε οι πιέσεις στον πληθωρισμό προέρχονται κυρίως από την ενέργεια και από τις διαταραχές στην εφοδιαστική αλυσίδα και καταγράφονται αυξήσεις σε ευρύ φάσμα αγαθών και υπηρεσιών που καλύπτουν πάνω από το 60% του δείκτη τιμών καταναλωτή.
Παρόλα αυτά η πρόεδρος της ΕΚΤ προσπάθησε να δώσει μια νότα αισιοδοξίας στις δηλώσεις της επισημαίνοντας ότι προς το παρόν η ΕΚΤ εξακολουθεί να προβλέπει ότι η αύξηση των τιμών θα διαρκέσει για λίγους μήνες και ακολούθως θα υποχωρήσουν. Επιπλέον, υπογράμμισε ότι σε αντίθεση με όσα συμβαίνουν στη Βρετανία όπου ήδη σήμερα η Bank of England προχώρησε σε αύξηση επιτοκίου, στην ευρωζώνη δεν παρατηρούνται μεγάλες ελλείψεις εργατικού δυναμικού και ισχυρές ανοδικές πιέσεις στους μισθούς με αποτέλεσμα οι πληθωριστικές προσδοκίες να παραμένουν σταθερές.
Όσον αφορά το χρονοδιάγραμμα πιθανών αλλαγών στο μείγμα της νομισματικής πολιτικής, η Κριστίν Λαγκάρντ διευκρίνισε ότι δεν θα υπάρξει αύξηση στα επιτόκια πριν ολοκληρωθεί το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Με αυτό τον τρόπο μένει ανοιχτό το ενδεχόμενο να αποφασιστεί τον Μάρτιο μια πιο γρήγορη λήξη των αγορών ομολόγων στο πλαίσιο του μόνιμου προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης εάν αυτό κριθεί απαραίτητο για να ανοίξει ο δρόμος για μια αύξηση στα επιτόκια αργότερα μέσα στο τρέχον έτος.
Νωρίτερα η ανακοίνωση της ΕΚΤ για τις αποφάσεις του συμβουλίου δεν προϊδέαζε για σημαντικές αλλαγές στην κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής καθώς σε αυτή την φάση το συμβούλιο απλώς επιβεβαίωσε τις αποφάσεις που είχαν ληφθεί τον Δεκέμβριο. Μετά τα όσα δήλωσε η Κριστίν Λαγκάρντ γίνεται σαφές ότι αυτή η επιβεβαίωση των αποφάσεων έχει πλέον προσωρινό χαρακτήρα καθώς είναι ανοιχτά όλα τα ενδεχόμενα για αλλαγές στη συνεδρίαση του Μαρτίου.
Το ανακοινωθέν της ΕΚΤ έχει ως εξής:
Το Διοικητικό Συμβούλιο επιβεβαίωσε τις αποφάσεις που είχε λάβει κατά τη συνεδρίαση νομισματικής πολιτικής του τον περασμένο Δεκέμβριο.
Έκτακτο πρόγραμμα αγοράς στοιχείων ενεργητικού λόγω πανδημίας (PEPP)
Το α΄ τρίμηνο του 2022, το Διοικητικό Συμβούλιο διενεργεί καθαρές αγορές στοιχείων ενεργητικού στο πλαίσιο του έκτακτου προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού λόγω πανδημίας (pandemic emergency purchase programme - PEPP) με χαμηλότερο ρυθμό από ό,τι το προηγούμενο τρίμηνο. Θα σταματήσει τις καθαρές αγορές στοιχείων ενεργητικού στο πλαίσιο του προγράμματος PEPP στο τέλος Μαρτίου του 2022.
Το Διοικητικό Συμβούλιο σκοπεύει να επανεπενδύει τα ποσά κεφαλαίου από την εξόφληση τίτλων που αποκτήθηκαν στο πλαίσιο του PEPP κατά τη λήξη τους τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2024. Σε κάθε περίπτωση, η μελλοντική σταδιακή μείωση (roll-off) του χαρτοφυλακίου PEPP θα ρυθμιστεί κατά τρόπο ώστε να αποφευχθούν παρεμβολές στην ενδεδειγμένη κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής.
Η πανδημία έδειξε ότι, υπό συνθήκες πίεσης, η ευελιξία ως προς τον σχεδιασμό και τη διενέργεια των αγορών στοιχείων ενεργητικού έχει βοηθήσει στην αντιμετώπιση των δυσλειτουργιών του μηχανισμού μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής και έχει καταστήσει πιο αποτελεσματικές τις προσπάθειες του Διοικητικού Συμβουλίου για επίτευξη του στόχου του. Εντός των ορίων της εντολής του Διοικητικού Συμβουλίου, υπό συνθήκες πίεσης, η ευελιξία θα συνεχίσει να αποτελεί στοιχείο της νομισματικής πολιτικής όποτε παράγοντες που απειλούν τη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής διακυβεύουν την επίτευξη της σταθερότητας των τιμών.
Πιο συγκεκριμένα, στην περίπτωση νέου κατακερματισμού στις αγορές που σχετίζεται με την πανδημία, οι επανεπενδύσεις στο πλαίσιο του προγράμματος PEPP μπορούν ανά πάσα στιγμή να προσαρμοστούν με ευελιξία ως προς τον χρόνο, τις κατηγορίες στοιχείων ενεργητικού και τις χώρες. Η ευελιξία αυτή θα μπορούσε να συμπεριλαμβάνει την αγορά ομολόγων που εκδίδει η Ελληνική Δημοκρατία επιπλέον της αξίας των ομολόγων που επανεπενδύεται στη λήξη τους, προκειμένου να αποφευχθεί η διακοπή των αγορών στη συγκεκριμένη χώρα, η οποία θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά τη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής προς την ελληνική οικονομία, ενώ αυτή εξακολουθεί να ανακάμπτει από τις επιπτώσεις της πανδημίας. Οι καθαρές αγορές στο πλαίσιο του PEPP θα μπορούσαν να ξεκινήσουν εκ νέου, εφόσον κριθεί αναγκαίο, για την αντιμετώπιση αρνητικών διαταραχών που σχετίζονται με την πανδημία.
Πρόγραμμα αγοράς στοιχείων ενεργητικού (APP)
Στο πλαίσιο της σταδιακής μείωσης των αγορών στοιχείων ενεργητικού που αποφασίστηκε τον Δεκέμβριο του 2021 και με σκοπό να διασφαλιστεί ότι η κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής παραμένει συμβατή με τη σταθεροποίηση του πληθωρισμού στον στόχο του Διοικητικού Συμβουλίου μεσοπρόθεσμα, οι καθαρές αγορές στοιχείων ενεργητικού μέσω του προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού (asset purchase programme - APP) θα διενεργούνται με μηνιαίο ρυθμό 40 δισεκ. ευρώ το β΄ τρίμηνο του 2022 και 30 δισεκ. ευρώ το γ΄ τρίμηνο. Από τον Οκτώβριο και μετά, το Διοικητικό Συμβούλιο θα διατηρήσει τη διενέργεια καθαρών αγορών στοιχείων ενεργητικού στο πλαίσιο του προγράμματος APP σε μηνιαίο ρυθμό 20 δισεκ. ευρώ για όσο χρονικό διάστημα κρίνεται αναγκαίο για την ενίσχυση της διευκολυντικής επίδρασης των επιτοκίων πολιτικής του. Το Διοικητικό Συμβούλιο αναμένει ότι οι καθαρές αγορές θα λήξουν λίγο πριν αρχίσει να αυξάνει τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ.
Το Διοικητικό Συμβούλιο σκοπεύει επίσης να συνεχίσει να επανεπενδύει, πλήρως, τα ποσά από την εξόφληση τίτλων αποκτηθέντων στο πλαίσιο του προγράμματος APP κατά τη λήξη τους για παρατεταμένη χρονική περίοδο μετά την ημερομηνία κατά την οποία θα αρχίσει να αυξάνει τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ και πάντως για όσο χρονικό διάστημα κρίνεται αναγκαίο για τη διατήρηση ευνοϊκών συνθηκών ρευστότητας και ενός διευκολυντικού, σε μεγάλο βαθμό, χαρακτήρα της νομισματικής πολιτικής.
Βασικά επιτόκια της ΕΚΤ
Το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης καθώς και τα επιτόκια της διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης και της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων θα παραμείνουν αμετάβλητα σε 0,00%, 0,25% και -0,50% αντιστοίχως.
Για να στηρίξει τον συμμετρικό στόχο του για πληθωρισμό 2% και σύμφωνα με τη στρατηγική νομισματικής πολιτικής του, το Διοικητικό Συμβούλιο αναμένει ότι τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ θα παραμείνουν στα σημερινά τους ή σε χαμηλότερα επίπεδα έως ότου διαπιστώσει ότι ο πληθωρισμός φθάνει το 2% πολύ πριν από το τέλος του υπό εξέταση χρονικού ορίζοντα προβολής και με διάρκεια κατά το υπόλοιπο του χρονικού ορίζοντα προβολής, και κρίνει ότι η πορεία του υποκείμενου πληθωρισμού έχει σημειώσει επαρκή πρόοδο ούτως ώστε να είναι συμβατή με σταθεροποίηση του πληθωρισμού στο 2% μεσοπρόθεσμα. Αυτό ενδέχεται να συνεπάγεται επίσης μια μεταβατική περίοδο κατά την οποία ο πληθωρισμός διαμορφώνεται μετρίως πάνω από τον στόχο.
Πράξεις αναχρηματοδότησης
Το Διοικητικό Συμβούλιο θα εξακολουθήσει να παρακολουθεί τις συνθήκες χρηματοδότησης των τραπεζών και να διασφαλίζει ότι η λήξη των πράξεων στο πλαίσιο της τρίτης σειράς στοχευμένων πράξεων πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης (ΣΠΠΜΑ ΙΙΙ) δεν επηρεάζει την ομαλή μετάδοση της νομισματικής πολιτικής του. Το Διοικητικό Συμβούλιο θα αξιολογεί επίσης τακτικά το πώς οι στοχευμένες πράξεις χρηματοδότησης συνεισφέρουν στην κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής του. Όπως έχει ανακοινωθεί, αναμένει ότι οι ειδικές συνθήκες που εφαρμόζονται στο πλαίσιο των ΣΠΠΜΑ ΙΙΙ θα λήξουν τον Ιούνιο του τρέχοντος έτους. Το Διοικητικό Συμβούλιο θα αξιολογήσει επίσης την κατάλληλη βαθμονόμηση του συστήματος δύο βαθμίδων που εφαρμόζει για τον εκτοκισμό των αποθεματικών ούτως ώστε η πολιτική αρνητικών επιτοκίων να μην περιορίζει τη διαμεσολαβητική ικανότητα των τραπεζών σε ένα περιβάλλον άφθονης πλεονάζουσας ρευστότητας.
Το Διοικητικό Συμβούλιο είναι έτοιμο να προσαρμόσει καταλλήλως όλα τα μέσα που έχει στη διάθεσή του προκειμένου να διασφαλίσει ότι ο πληθωρισμός θα σταθεροποιηθεί στον στόχο του 2% μεσοπρόθεσμα.