Για «όργιο» διακηρύξεων με πρόσθετους όρους και προϋποθέσεις που δεν δικαιολογούνται, με αποτέλεσμα τα έργα να κατευθύνονται σε συγκεκριμένες εταιρείες που πληρούν συγκεκριμένα κριτήρια, κάνουν λόγω δεκάδες κατασκευαστές ανά την Ελλάδα, τονίζοντας στο Business Daily ότι δημιουργούνται σοβαρά ερωτήματα για τη σκοπιμότητα των πρακτικών αυτών.
Όπως σημειώνει η Πανελλήνια Ένωση Συνδέσμων Εργοληπτών Δημοσίων Έργων (ΠΕΣΕΔΕ), πρόκειται για έργα όλων των κατηγοριών, όπως οδοποιίας, οικοδομικά, ύδρευσης, αποχέτευσης και δικτύων φυσικού αερίου, που αναθέτουν οι δημόσιες αρχές και φορείς ανά την επικράτεια με περιοριστικούς όρους δημιουργώντας ένα σκηνικό αθέμιτου ανταγωνισμού που βλάπτει πρωτίστως το δημόσιο συμφέρον.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση δίνει το δικαίωμα στις δημόσιες αρχές των κρατών - μελών της να ορίζουν κριτήρια επιλογής για την ανάθεση των έργων, παρέχοντας ευελιξία με στόχο την πιο αποτελεσματική υλοποίηση των έργων, τόσο από πλευράς επιχειρησιακής πληρότητας, όσο και από πλευράς τιμής ή χρονοδιαγράμματος.
Αυτό που καταγγέλλουν, όμως, οι κατασκευαστές είναι ότι, γίνεται κατάχρηση αυτής της… ευελιξίας, καθώς με φωτογραφικό τρόπο μπαίνουν εξειδικευμένα κριτήρια ανά περίσταση, είτε οικονομικά, είτε τεχνικά, είτε άλλα, με αποτέλεσμα αυτομάτως να αποκλείονται οι περισσότερες διεκδικήτριες εταιρείες. Και μάλιστα, όπως τονίζουν, σε έργα που σε καμιά περίπτωση δεν δικαιολογούν την προσθήκη τέτοιων όρων, είτε σε οικονομικό, είτε σε τεχνικό επίπεδο.
Ο νόμος 4412/2016
Ο εκσυγχρονισμός του θεσμικού πλαισίου για την ανάθεση των δημοσίων έργων έγινε με τον νόμο 4412 το 2016 και ήταν υποχρέωση της Ελλάδας να ακολουθήσει τις ευρωπαϊκές νόρμες. Έκτοτε, όπως καταγγέλλουν οι κατασκευαστές, έχουν γίνει πάνω από 300 τροποποιήσεις, γεγονός που καταδεικνύει την βιαστική και μη ολοκληρωμένη νομοθέτηση. Πριν τον ν. 4412, υπήρχε ένα ενιαίο πρότυπο διακήρυξης για όλη την ελληνική επικράτεια και κυρίως οι όροι και τα κριτήρια με τα οποία εξετάζονταν η τεχνική και οικονομική ικανότητα των υποψηφίων ήταν κάτω από την «ομπρέλα» του Εθνικού Μητρώου των ελληνικών εργοληπτικών επιχειρήσεων, που τηρείται και μέχρι σήμερα στο υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών. Η παραπάνω διαδικασία εξασφάλιζε ξεκάθαρους όρους και συνθήκες υγιούς ανταγωνισμού για όλες τις επιχειρήσεις.
Το 2016, η Ε.Ε. έδωσε την ευχέρεια στους φορείς να προσθέτουν όρους και κριτήρια στις διακηρύξεις, εφόσον, όμως, υπήρχε αντικειμενική ανάγκη μερικής αναπροσαρμογής, με στόχο το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα. Σήμερα, η εικόνα που έχει διαμορφωθεί, σύμφωνα με όσα καταγγέλλουν οι κατασκευαστές, είναι να μπαίνουν «όροι αποκλεισμού» για πολλά έργα.
Λόγου χάρη, για έργο ύδρευσης – αποχέτευσης, ζητείται πιστοληπτική ικανότητα 70% της αξίας του έργου κατατεθειμένη. Δηλαδή, για ένα έργο π.χ. με προϋπολογισμό 2 εκατ. ευρώ, μπαίνει ο (πρόσθετος) όρος να υπάρχει εγγύηση 1,5 εκατ. ευρώ στην τράπεζα. Δυνατότητα που αρκετοί κατασκευαστές αυτού του βεληνεκούς, εύλογα, δεν έχουν. Επιπλέον, δεν δικαιολογείται τέτοια απαίτηση για τη διασφάλιση της εκτέλεσης του έργου.
Δεν υπάρχει μηχανισμός ελέγχου και κυρώσεων
Γενεσιουργός αιτία, που επιτρέπει τη διόγκωση των φαινομένων των φωτογραφικών κριτηρίων, ώστε τα έργα να «κλειδώνουν» υπέρ συγκεκριμένων εταιρειών, που σε δεκάδες περιπτώσεις το έχουν αναγάγει σε… φάμπρικα με τις εκάστοτε αναθέτουσες αρχές, είναι – όπως τονίζουν καλοί γνώστες της αγοράς – το γεγονός ότι δεν υπάρχει μηχανισμός κυρώσεων.
Δεν υπάρχει αξιολόγηση για λάθη που έβλαψαν τον δήμο, την υπηρεσία, ή το κράτος, δεν προκύπτουν από κανέναν μηχανισμό κυρώσεις για οποιαδήποτε αστοχία τέτοιου είδους. Δεν υπάρχει καμιά επίπτωση και κανένας έλεγχος στην πορεία για εξόφθαλμες αστοχίες στην ανάθεση ή και κακοδιαχείριση, κάτι που ζημιώνει τον εκάστοτε φορέα που αναθέτει το έργο.
Μέσω αυτού του καθεστώτος, διαιωνίζεται η παθογένεια, αρκετοί εργολάβοι που δεν συμμετέχουν στο «σύστημα» εξοβελίζονται, ενώ άλλοι… αναγκάζονται να «σκοτώσουν» τις προσφορές έως και κατά 55%, με αποτέλεσμα να μην είναι βιώσιμες, ώστε να πάρουν κάποιο έργο. Έτσι, περιορίζεται ο ανταγωνισμός, καθώς στο τέλος, μέσω των πρόσθετων προϋποθέσεων, μένουν να διεκδικούν πολλά έργα δύο ή τρεις εταιρείες.
Φυσικό αέριο: «Πάντρεμα» πόλεων για «τεχνητή» διόγκωση προϋπολογισμών
Ένα εξόφθαλμο παράδειγμα μη απαραίτητων πρόσθετων όρων που αποκλείουν πολλές εταιρείες, σύμφωνα με την ΠΕΣΕΔΕ, αποτελεί η σειρά διαγωνισμών για την εγκατάσταση δικτύων φυσικού αερίου σε πολλές ελληνικές πόλεις από τη Δημόσια Επιχείρηση Δικτύων Διανομής Αερίου (ΔΕΔΑ), που κατέχει, αναπτύσσει, λειτουργεί και συντηρεί τα δίκτυα διανομής φυσικού αερίου στην Περιφέρεια της Ελλάδας.
Το σύνολο των έργων που θα δημοπρατηθούν εκτιμάται ότι θα είναι συνολικού προϋπολογισμού 100 εκατ. ευρώ, προκειμένου να υλοποιηθεί η επέκταση του δικτύου διανομής φυσικού αερίου σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας.
Οι εργολάβοι σημειώνουν το εξής: σύμφωνα με την πολιτική που έχει ακολουθήσει η διοίκηση της δημόσιας επιχείρησης, στην ίδια διακήρυξη περιλαμβάνεται το αντικείμενο εργασιών για δύο πόλεις ταυτόχρονα, ενώ το εύλογο είναι να υπάρχει ξεχωριστός διαγωνισμός για κάθε πόλη. Για παράδειγμα, στην ίδια διακήρυξη, το δίκτυο διανομής αφορά τις πόλεις Δράμα και Ξάνθη ή Σέρρες και Κιλκίς ή Χαλκίδα και Θήβα κ.ο.κ., με αποτέλεσμα να αυξάνονται οι προϋπολογισμοί των έργων σε τέτοια επίπεδα, που μπορούν να αναληφθούν μόνο από εργοληπτικές επιχειρήσεις 5ης τάξης και άνω, αποκλείοντας μεγάλο κομμάτι ικανών τεχνικών εταιρειών χαμηλότερης τάξης.
Επίσης, οι εργολάβοι σημειώνουν πως οι απαιτήσεις τόσο για την κατασκευαστική εμπειρία των συμμετεχόντων όσο και για την τεχνική τους ικανότητα, που ζητείται από την διακήρυξη, τίθενται περιοριστικά και φωτογραφικά.
Εισαγωγή απαιτήσεων από τους δήμους που αποκλείουν τους πολλούς
Η ΠΕΣΕΔΕ, έχει αναδείξει και έχει διαμαρτυρηθεί για πολλές παρόμοιες περιπτώσεις διακηρύξεων από δήμους με πρόσθετες απαιτήσεις που αποκλείουν την πλειοψηφία των εργοληπτικών επιχειρήσεων. Όλες αυτές οι περιπτώσεις αφορούν υλοποίηση έργων που δεν παρουσιάζουν κατασκευαστικές ιδιαιτερότητες, τεχνικές ιδιομορφίες και χρηματοδοτικές ανάγκες, που να δικαιολογούν την τακτική που ακολουθούν πολλοί δήμοι της χώρας.
Σύμφωνα με την ΠΕΣΕΔΕ, είναι σαφές ότι οι επίμαχοι αυτοί όροι παραβιάζουν τις αρχές της ίσης μεταχείρισης και της αναλογικότητας, νοθεύουν ευθέως τον ανταγωνισμό, κατευθύνουν τον διαγωνισμό σε συγκεκριμένες επιχειρήσεις και το κυριότερο θέτουν σοβαρά ερωτηματικά για τη στάση αυτή των δημόσιων αρχών.
Η αντίδραση της Πολιτείας
Όλα τα παραπάνω οδήγησαν το υπουργείο Υποδομών, να συμπεριλάβει ειδική διάταξη με την πρόσφατη τροποποίηση του νόμου για τις δημόσιες συμβάσεις (ν. 4782/2021) σύμφωνα με την οποία οι δημόσιες αρχές είναι υποχρεωμένες πλέον να ζητούν την έγκριση του υπουργείου για πρόσθετα κριτήρια και όρους, πέραν αυτών που ορίζονται στο εθνικό μητρώο.
Η ΠΕΣΕΔΕ αξιολογεί ως ένα πολύ θετικό βήμα την αντίδραση του υπουργείου, αλλά εκτιμά ότι αυτό δεν είναι αρκετό. Για το λόγο αυτό, σε πρόσφατη επιστολή της προς την ΕΑΑΔΗΣΥ (ανεξάρτητη Αρχή που έχει ως αντικείμενο την διασφάλιση της διαφάνειας των διαδικασιών ανάθεσης και εκτέλεσης των δημοσίων συμβάσεων) ζητά την άμεση παρέμβαση της Αρχής αλλά και του υπουργείου, για τη θεσμοθέτηση μηχανισμού ελέγχου και κυρώσεων για όσους, δημόσιες αρχές και φορείς, παραβιάζουν τον νόμο.