Σχέδιο εκτάκτου ανάγκης για τη μείωση του δημοσιονομικού κόστους των μέτρων στήριξης της οικονομίας κατά τουλάχιστον 7 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2020 και για να μην χαθεί το «σημαδιακό» για την ανάκαμψη της οικονομίας δεύτερο τρίμηνο του έτους υπαγορεύει το πάση θυσία άνοιγμα της αγοράς.
Με το πρωτογενές έλλειμμα να κινείται στην περιοχή του 6% του ΑΕΠ από 3,9% που προβλέπει ο προϋπολογισμός λόγω των πρόσθετων μέτρων στήριξης και τα κρατικά ταμεία να δέχονται ασφυκτικές πιέσεις, απειλώντας το όριο ασφαλείας των ταμειακών διαθεσίμων, η άμεση άρση του σκληρού lockdown είναι μονόδρομος.
Αν και τα στελέχη του οικονομικού επιτελείου αναγνωρίζουν ότι κάτι τέτοιο ενέχει υψηλό ρίσκο και προϋποθέτει αποκλιμάκωση της καμπύλης των κρουσμάτων και αποσυμφόρηση των μονάδων εντατικής θεραπείας, ωστόσο επισημαίνουν την επιτακτική ανάγκη να περιοριστεί το βάρος του Δημοσίου μέσω της απόσυρσης των οριζόντιων παρεμβάσεων και της αντικατάστασης τους με στοχευμένες.
Σύμφωνα με τον υπουργό Οικονομικών Χρήστο Σταϊκούρα, το κόστος της νέας καραντίνας των 12 ημερών ανέρχεται σε 1,2 δισ. ευρώ, από το οποίο το 50% προέρχεται από την απώλεια εσόδων και το 50% από αύξηση των δαπανών με ένα σημαντικό κομμάτι, ύψους 520 εκ. ευρώ, να είναι από το λιανεμπόριο, ενώ κάθε μήνας συνέχισης γενικευμένου lockdown αυξάνει το λογαριασμό κατά 3 δισ. ευρώ.
Οι απρόβλεπτες αρνητικές εξελίξεις στο μέτωπο της πανδημίας τους πρώτους μήνες του έτους προσθέτουν στον ήδη βαρύ λογαριασμό 4,1 δισ. ευρώ και ανεβάζουν το συνολικό κόστος στα 11,6 δισ. ευρώ έναντι 7,5 δισ. ευρώ που έχουν εγγραφεί στο προϋπολογισμό. Έτσι το πρωτογενές έλλειμμα «φουσκώνει» και αναμένεται να διαμορφωθεί στα 10,8 δισ. ευρώ το 2021 έναντι κυβερνητικής πρόβλεψης για 6,7 δισ. ευρώ, από 11,7 δισ. ευρώ που έκλεισε το 2020. Ως ποσοστό του ΑΕΠ, η πρόσθετη επιβάρυνση είναι 2,3 ποσοστιαίες μονάδες με αποτέλεσμα το πρωτογενές έλλειμμα να ανεβαίνει στο 6,2%, όταν το 2020 ήταν 7,2% και το 2019 καταγράφηκε πλεόνασμα 3,6% του ΑΕΠ.
Σε αυτή την φάση προτεραιότητα για το οικονομικό επιτελείο είναι το «ξεπάγωμα» της δραστηριότητας νευραλγικών κλάδων, όπως το λιανεμπόριο και η εστίαση και βέβαια η αναθέρμανση του τουρισμού έτσι ώστε να περιοριστεί το δημοσιονομικό κόστος και να αποφευχθεί τυχόν μη αναστρέψιμη ζημιά.
Σύμφωνα με ανάλυση της Εθνικής Τράπεζας για τη διάρθρωση των μέτρων στήριξης, το 2021 αναμένεται να αποσυρθούν ενισχύσεις ύψους 6,9 δισ. ευρώ, με το συνολικό πακέτο των δημοσιονομικών παρεμβάσεων να μειώνεται στα 10,9 δισ. ευρώ από 17,8 δισ. ευρώ το 2020.
Σημειώνεται ότι στην εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού προβλέπεται ότι η κρατική χρηματοδότηση για την αναπλήρωση των ζημιών στην οικονομία από την υγειονομική χρήση συμπεριλαμβανομένων και των εργαλείων παροχής ρευστότητας από εγγυοδοτικά προγράμματα και κοινοτικούς πόρους θα ψαλιδιστεί σε σχέση με πέρυσι κατά 16,3 δισ. ευρώ και θα διαμορφωθεί στα 7,6 δισ. ευρώ έναντι 23,9 δισ. ευρώ. Μετά την αύξηση του κόστους στα 11,6 δισ. ευρώ λόγω του νέου κύματος lockdown ο πήχης της εξοικονόμησης πέφτει στα 12,3 δισ. ευρώ.
Η διεύρυνση της «μαύρης τρύπας» στο προϋπολογισμό δεν παραβιάζει τους δημοσιονομικούς κανόνες λόγω της ρήτρας διαφυγής από το Σύμφωνο Σταθερότητας, αλλά τα περιθώρια ευελιξίας δεν είναι απεριόριστα και σε κάθε περίπτωση ο εκτροχιασμός θα πρέπει να συγκρατηθεί σε διαχειρίσιμα για την επάνοδο στην εξυγίανση επίπεδα μετά το τέλος της πανδημίας.
Όπως έλεγε χαρακτηριστικά παράγοντας του υπουργείου Οικονομικών η χαλάρωση δεν σημαίνει ασυδοσία, θυμίζοντας ότι η χώρα βρίσκεται σε καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας. «Πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί μεταξύ δημοσιονομικής χαλαρότητας, δημοσιονομικής ευελιξίας και δημοσιονομικού εκτροχιασμού... Κάθε φορά που υπάρχουν εισηγήσεις να αυξηθούν τα μέτρα για τη στήριξη της κοινωνίας, αυτό σημαίνει μεγαλύτερα ελλείμματα και μεγαλύτερο χρέος. Άρα χρειάζεται ισορροπία», δηλώνει χαρακτηριστικά ο υπουργός Οικονομικών Χ. Σταϊκούρας
Σήμα κινδύνου εκπέμπει ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Θ. Σκυλακάκης, σημειώνοντας ότι «κάθε ευρώ που ξοδεύουμε τώρα είναι φόροι που κάποια στιγμή θα μπούνε. Φόροι, οι οποίοι δεν θέλουμε να προέρχονται από αύξηση φορολογικών συντελεστών, αλλά από ένα μέρισμα ανάπτυξης. Αυτά τα χρήματα σε μάκρος χρόνου θα τα πληρώσουμε πίσω».
Το κλειδί για την δημοσιονομική προσαρμογή χωρίς τη λήψη επώδυνων μέτρων βρίσκεται στη διασφάλιση ισχυρών ρυθμών ανάπτυξης που αυτόματα θα συμπιέσουν το ύψος του ελλείμματος ως ποσοστό του ΑΕΠ.