Στη κατάθεση συμπληρωματικού προϋπολογισμού «σπρώχνει» το οικονομικό επιτελείο η μετάλλαξη της πανδημίας, καθώς αυξάνει σε πάνω από 10 δισ. ευρώ το λογαριασμό για μέτρα στήριξης επιχειρήσεων και νοικοκυριών έναντι αρχικής πρόβλεψης για 7,5 δισ. ευρώ.
Τα νέα υγειονομικά δεδομένα αλλάζουν τον αρχικό σχεδιασμό και βάζουν στο τραπέζι δυσμενή σενάρια για τη διάρκεια και την έκταση των ζημιών από την κρίση, με βάση τα οποία η πρόσθετη επιβάρυνση του δημοσίου έως τον Απρίλιο μπορεί να ξεπεράσει τα 3 δισ. ευρώ.
Η διόγκωση του κόστους βασίζεται σε υποθέσεις για επέκταση και εμπλουτισμό των υφιστάμενων μέτρων έως και τον Απρίλιο (αναστολές συμβάσεων, ενοίκια, πάγωμα πληρωμών στο Δημόσιο κ.α ) και ενεργοποίηση των προγραμμάτων για επιδοτήσεις παγίων δαπανών και επιχειρηματικών δανείων.
Αναλυτικότερα, ο λογαριασμός των έκτακτων υποχρεώσεων ύψους 3,1 δισ. ευρώ ως τον Απρίλιο διαμορφώνεται ως εξής:
- 500 εκ. ευρώ κοστίζει τον Φεβρουάριο η καραντίνα και παράταση της για ακόμα δύο μήνες θα ανεβάσει το συνολικό ποσό στο 1,5 δις. ευρώ υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα αλλάξει η σημερινή μορφή της και δεν θα πάμε σε σκληρό lockdown
- 500 εκ. ευρώ θα δαπανήσει το Δημόσιο για την επιδότηση των πάγιων δαπανών των εταιρειών σύμφωνα με το κοινοτικό πλαίσιο κρατικών ενισχύσεων και άλλα 300 εκ. ευρώ για την επιδότηση των δόσεων στα επιχειρηματικά δάνεια.
- 230 εκ. ευρώ θα είναι η διαρροή στα έσοδα σε περίπτωση που, λόγω της στενότητας στην αγορά, παγώσει η πληρωμή του ΦΠΑ και άλλα 280 εκ ευρώ από αναστολές για δόσεις ρυθμίσεων στο Δημόσιο φυσικών προσώπων και επιχειρήσεων.
- 300 εκ. ευρώ θα απαιτηθούν για παράταση των επιδομάτων ανεργίας τον Μάρτιο και Απρίλιο.
Αν και τα αρμόδια στελέχη θεωρούν ότι οι ταμειακές ανάγκες θα είναι χαμηλότερες, ωστόσο σημειώνουν με νόημα ότι η δυναμική της πανδημίας είναι τέτοια που είμαστε υποχρεωμένοι να «γκριζάρουμε» τις προβλέψεις για τις οικονομικές επιπτώσεις και να είμαστε έτοιμοι για τα χειρότερα.
Το βέβαιο πάντως είναι ότι το κονδύλι των 7,5 δισ. ευρώ που έχει εγγραφεί στο προϋπολογισμό θα αυξηθεί, όπως δήλωσε ο υπουργός Οικονομικών Χρ. Σταικούρας, αποφεύγοντας ωστόσο να προσδιορίσει το ακριβές ύψος της υπέρβασης. Το εύρος των φετινών παρεμβάσεων για την υγειονομική κρίση θα ξεφύγει αρκετά από το όριο των δαπανών των 67,2 δισ. ευρώ που προβλέπει ο προϋπολογισμός του 2021 και έτσι το υπουργείο Οικονομικών θα υποχρεωθεί να αναθεωρήσει επί τα χείρω τον στόχο για το πρωτογενές έλλειμμα το 2021, πράγμα που θα δυσχεράνει τους χειρισμούς για την επαναφορά των δημοσίων οικονομικών σε τροχιά εξυγίανσης
Επισημαίνεται ότι βαρύ ήταν το πλήγμα από την πανδημική κρίση το 2020, αφού οι ανάγκες για μέτρα εκτίναξαν τις συνολικές δαπάνες στα 69,3 δισ. ευρώ έναντι αρχικής πρόβλεψης για 57,1 δις. ευρώ.
Μεγάλη υστέρηση στα έσοδα
Την ίδια ώρα ο περιορισμός του τζίρου στην αγορά σε συνδυασμό με τις αναστολές στις πληρωμές των φόρων ανοίγουν τρύπες στα κρατικά ταμεία. Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι τον Ιανουάριο τα φορολογικά έσοδα και οι εισπράξεις από τις ασφαλιστικές εισφορές κατέγραψαν μεγάλη υστέρηση σε σχέση με τις εκτιμήσεις με την πτώση στο πρώτο δεκαήμερο να αγγίζει το 40%, αλλά η εικόνα άλλαξε προς το καλύτερο στο τρίτο δεκαήμερο περιορίζοντας τις απώλειες στα έσοδα.
O μεγάλος φόβος του οικονομικού επιτελείου πηγάζει από το ενδεχόμενο να μπει σε καθολική καραντίνα ολόκληρη η Αττική που ήδη βρίσκεται στο «κόκκινο», γεγονός που πέραν του υψηλού δημοσιονομικού κόστους θα επέφερε ισχυρό πλήγμα στο ΑΕΠ, δεδομένου ότι στη συγκεκριμένη περιφέρεια παράγεται το 47% του συνολικού πλούτου της χώρας.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των οικονομολόγων ένα στοχευμένο lockdown στην Αττική κοστίζει 600 εκ. ευρώ για 15 ημέρες και 1,2 δισ. ευρώ για ένα μήνα, ενώ αν επιβληθεί γενικευμένη καραντίνα τύπου Μαρτίου του 2020 για 15 ημέρες ο λογαριασμός διαμορφώνεται σε 1 δισ. ευρώ και στα 2 δισ. ευρώ για ένα μήνα.
«Πληγή» για τα κρατικά ταμεία και εστία κινδύνου για την πραγματική οικονομία αποτελεί το λουκέτο στον κλάδο της εστίασης που έχει σημαντική συμβολή στο ΑΕΠ. Τα στοιχεία της Eurostat δείχνουν ότι ο κλάδος της εστίασης στην Ελλάδα έχει από την υψηλότερη στην Ε.Ε. συμμετοχή στην κατανάλωση και αποτελεί κινητήρια δύναμη της ανάπτυξης. Στη χώρα μας οι δαπάνες των νοικοκυριών για εστίαση ανέρχονται στα 16 δισ. ευρώ το χρόνο, ποσό που αντιστοιχεί στο 9% του ΑΕΠ, ενώ στον κλάδο της εστίασης δραστηριοποιούνται πάνω από 80.000 επιχειρήσεις που απασχολούν περίπου 330.000 εργαζόμενους.